Jump to content

Write off #71 (Cassandra Gotha vs Nihilio)


DinMacXanthi
 Share

Recommended Posts

Καλημερα και καλωσήρθατε στο Write-off #71 :friends:

 

Άννα και Μιχάλη, η παράγραφος στην οποία βασίζεστε βρίσκεται μέσα στο spoiler. Μπορείτε να την χρησιμοποιήσετε σε όποιο σημείο του διηγήματος θέλετε, και περιμένουμε τις ιστορίες σας ως την Κυριακή, 26.01.14

Το μέγεθος των ιστοριών έχει μέγιστο όριο τις 3500 (χωρίς να λαμβάνετε υπόψη σας την κάτω παράγραφο και τον τίτλο)

 

Καλή επιτυχία σ'εσάς και καλή ανάγνωση σε όλους εμάς!

 

 

 

 

«Όπως διαβάσες στην αγγελία, εξειδικευόμαστε στις επιδιορθώσεις».

«Ξέρετε, εγώ οικονομικό έχω τελειώσει».

Ο ανθρωπάκος χαμήλωσε τα σκούρα γυαλιά του, με κοίταξε και μου έκλεισε το –ροζ, καλά είχα παρατηρήσει νωρίτερα, ήταν ροζ– μάτι. Έβγαλε από την τσέπη του ένα χρυσό ρολόι με αλυσίδα και το έτεινε προς το μέρος μου. «Μπορείς να μου πεις τι ώρα είναι, σε παρακαλώ;»

Είπα να μην αρνηθώ στην αλλόκοτη πρόταση. Μου είχαν ζητηθεί πολύ χειρότερα πράγματα από εργοδότες σε συνέντευξη. Το ρολόι ήταν ένα κομψοτέχνημα από χρυσάφι, χαραγμένο με γράμματα που θα χρειαζόμουν μεγεθυντικό φακό για να διαβάσω. Πάντα μου άρεσαν τα μικρά παλιά πράγματα, ίσως γι’ αυτό μου είχε τραβήξει τόσο την προσοχή η περίεργη αγγελία.

«Οχτώ και τέταρτο», είπα απλά. Οι  δείκτες του έμοιαζαν κι αυτοί καμωμένοι από χρυσάφι και άφηναν ένα ευχάριστο κουδούνισμα με κάθε δευτερόλεπτο.

Ο ανθρωπάκος κούνησε το κεφάλι του καθώς το πήρε πίσω.

«Πανέμορφα, κάτι μου λέει ότι η δουλειά θα σου ταιριάζει γάντι. Από ‘δω παρακαλώ».

Προχωρήσαμε στο διάδρομο προτού ξαναμιλήσει.

«Έχεις υπόψη σου τι κάνουμε εδώ και γιατί σε χρειαζόμαστε;»

Ανασήκωσα τους ώμους, και είπα ένα βιαστικό όχι.

«Λοιπόν, η δουλειά μας όπως σου είπα είναι οι επιδιορθώσεις. Επιδιορθώσεις μαγικών αντικειμένων. Αφόρτιστα ραβδιά, φθαρμένοι μανδύες προστασίας, ραγισμένους φακούς αληθινής όρασης. Και άλλα… πιο περίεργα πράγματα. Είναι επιστήμη, είναι τέχνη, αλλά είναι και έμφυτο ταλέντο».

Σταμάτησε να προχωράει όταν αντιλήφθηκε ότι είχα μείνει παραπίσω. Γύρισε να με κοιτάξει.

«Μαγικά αντικείμενα;» οι λέξεις άφησαν το στόμα μου χωρίς να μπορώ καν να τις κατανοήσω. «Εγώ, ξέρετε–»

«Ναι, είπαμε οικονομικό», έκανε ο ανθρωπάκος και χαμογέλασε. «Κι εγώ το ίδιο, ξέρεις, κάποτε… Αν και σε πολύ διαφορετική σχολή από τη δική σου. Δεν είσαι εδώ τυχαία. Οι αγγελίες μας έχουν την ικανότητα να καταλήγουν στα σωστά χέρια, κι εσύ έφτασες την στιγμή που σε χρειαζόμασταν».

«Πώς…» δίστασα, «πώς είστε σίγουρος ότι μπορώ να κάνω κάτι τέτοιο;»

«Το ρολόι που σου έδωσα ήταν σταματημένο εδώ και χρόνια». 

 

 

Edited by Mesmer
  • Like 8
Link to comment
Share on other sites

Η εισαγωγή με έφτιαξε, είναι πολύ ωραία, λογικά δύσκολη, και κάτι που δεν έχω ξαναγράψει. Το ξεκίνησα, σιγά-σιγά, και αύριο που θα έχω όλη μου την ησυχία θα πάρει μπρος για τα καλά.

Link to comment
Share on other sites

Αυτό στέκει και σαν φλασάκι.

 

Ναι, αυτό θα έλεγα κι εγώ. Προλαβαίνει να συμβεί κάτι έστω και μέσα σε τόσο λίγες λέξεις.

Link to comment
Share on other sites

Έχετε ένα Παρασκευσαββατοκύριακο για να μας παρουσιάσετε τα πονήματά σας. Στο μεταξύ, εγώ βάζω τώρα στο νου μου ελαττωματικά μαγικά αντικείμενα, πώς θα ήταν και τι θα έκαναν... Πχ ένα ραβδι που στα ντουζένια του πετούσε γλώσσες φωτιάς αλλα τώρα έχει ξεθυμάνει τόσο η μαγεία του που βγάζει μόνο κύματα ζεστου αέρα και το χρησιμοποιούν για σεσουάρ... Μια πρώτη σκέψη, κανένας άλλος καμιά ιδέα;

Link to comment
Share on other sites

Ο χαλασμένος μαγικός σκούφος. Αντι να σε κάνει αόρατο, σε κάνει φούξια φωσφοριζέ.

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Δε μας μίλησες για απολαβές και ασφαλιστικό πρόγραμμα, ως τυπικός εργοδότης :p

Αλλά θα το διορθώσω εγώ στη δική μου ιστορία.

Link to comment
Share on other sites

Din, έχουμε και την αυριανή; Δηλαδή αύριο βράδυ ανεβάζουμε;

Link to comment
Share on other sites

Ναι, περιμένουμε τις ιστορίες σας ως αύριο το βράδυ.

Link to comment
Share on other sites

Ωραία, προλαβαίνω (γιατί για νωρίτερα,πολύ δύσκολο). Έχω γράψει λίγο παραπάνω απ' το μισό, πηγαίνει πιο αργά από ό,τι περίμενα.

Link to comment
Share on other sites

Είδος: Fantasy

Αριθμός λέξεων: 3.680

Βία: Όχι

Σεξ: Όχι

Αυτοτελής: Ναι

 

 

Ειδικευμένος μάγος”

 

Το μέρος ήταν ακόμη πιο παράξενο από μέσα. Μύριζε σαν τη ντουλάπα της γιαγιάς μου, ή σαν παλιό μπράντι. Στοιβαγμένα όπως-όπως, το γέμιζαν ως απάνω ασυνήθιστα αντικείμενα περασμένων εποχών. Υπήρχαν κλεψύδρες, ρολόγια τσέπης, κούκοι, μπαστούνια διαφόρων υλικών και σχεδίων, κάτι ραβδιά που έδειχναν έτοιμα να βγάλουν φύλλα, ρούχα που δεν ξέρω να τα κατονομάσω, ένα τόξο και μια φαρέτρα γεμάτη βέλη, καμιά δεκαριά σπαθιά μέσα σε δερμάτινες θήκες, μία χάλκινη μαρμίτα με σκέπασμα που θύμιζε σκάφανδρο δύτη, ένα μουσικό κουτί, ανοιχτό, με μια κουτσή μπαλαρίνα... Αλλά από όλα αυτά μου τράβηξε περισσότερο την προσοχή μια συλλογή από μινιατούρες μέσα σε μια φωτισμένη βιτρίνα. Απεικόνιζαν μυθικά πλάσματα -αναγνώρισα την Ύδρα, τον Πήγασο, τον Μάγο και τον Γρύπα, αλλά υπήρχαν και πολλά άγνωστα- παραταγμένα σε θέση μάχης. Σκακιέρα όμως δεν είδα. Ήταν τόση η ακαταστασία, που όταν μπήκα φοβήθηκα μην σπάσω τίποτα. Μπροστά από τη βιτρίνα με τις φιγούρες ήταν το γραφείο του καταστήματος. Στο βάθος του δωματίου αχνόφεγγε ένα μπλε φως, κι εκεί ξεκινούσε ένας διάδρομος.

 

Αναστέναξα -αφήνοντας άθελά μου να φανεί το άγχος μου- και κοίταξα έξω από την επίσης γεμάτη ασφυκτικά βιτρίνα. Τίποτα ενδιαφέρον δεν υπήρχε εκεί έξω. Η λεωφόρος σχεδόν άδεια, πεζός ούτε για δείγμα, και η βροχή που δεν έλεγε να σταματήσει. Η ταμπέλα του φαρμακείου απέναντι άλλαζε ενδείξεις. Ήταν έξι Φεβρουαρίου, είχαμε πέντε βαθμούς πάνω από το μηδέν, η ώρα ήταν οχτώ και δέκα μετά μεσημβρίας και το φαρμακείο θα διανυκτέρευε. Γύρισα πάλι στον μεσόκοπο άντρα μπροστά μου. Ήταν ο μόνος που μου ζήτησε από το τηλέφωνο να του φέρω το βιογραφικό μου τυπωμένο, γιατί δεν είχε, όπως μου είπε, κανένα ηλεκτρονικό μέσο. Ήταν αλήθεια, ακόμη και το τηλέφωνό του ήταν ένα ρετρό μοντέλο με καντράν -τον είδα να το χρησιμοποιεί. Μισή αλήθεια όμως, γιατί μου έδειχνε ότι χρησιμοποιούσε την σύγχρονη τεχνολογία για να κρυφτεί από αυτήν.

 

Ουρανία Λαμπάδα, ετών τριάντα, άγαμη.”

 

Το να διαβάζει δυνατά ο υποψήφιος εργοδότης τα στοιχεία του βιογραφικού μου ήταν κάτι που με έφερνε πάντα σε αμηχανία. Δεν ήξερα τι να κάνω, πώς να σταθώ και τι ύφος να πάρω. Ναι, αυτό είναι το ονοματεπώνυμό μου -ανακουφίστηκα και παραξενεύτηκα που δεν το σχολίασε , όπως όλοι- ναι, επίσης, αυτή είναι η ηλικία μου. Συνέχισε να διαβάζει. Οι σπουδές, οι ξένες γλώσσες, η μοναδική, σύντομη δουλειά μου στο εστιατόριο. Αφού τελείωσε την ανάγνωση, μασώντας τις λέξεις και βγάζοντας ουδέτερους ήχους, συστήθηκε με τη σειρά του.

 

Ηλίας Νυχτερινός”, είπε, και πήγα να πνιγώ. “Είμαι ο διευθυντής αυτής της οικογενειακής επιχείρησης.”

 

Άφησε την κόλλα με το βιογραφικό μου στο κομψό γραφειάκι από ξύλο τριανταφυλλιάς και έφτιαξε εκείνα τα περίεργα γυαλιά πάνω στην καμπούρα της μύτης του. Όλη του η εμφάνιση ήταν ασυνήθιστη, το παλιομοδίτικο σακάκι, το μαύρο μπαστούνι με το μεγάλο πετράδι στη λαβή, τα γκρίζα φουντωτά μαλλιά που του χάριζαν τουλάχιστον δέκα πόντους ύψος -πράγμα μάλλον θετικό στην περίπτωσή του, γιατί ήταν ιδιαίτερα μικροκαμωμένος- και ίσως να είχα δει κάτι απίστευτο πίσω από τα γυαλιά. Σκέφτηκα ότι ένα τέτοιο μέρος δεν θα μπορούσε να έχει πιο ταιριαστό διευθυντή, αλλά δεν άφησα να φανεί το παραμικρό στην έκφρασή μου. Του χαμογέλασα ευγενικά και περίμενα να μου εξηγήσει τη φύση της εργασίας. Όταν όμως το έκανε, δεν μπορούσα παρά να εκφράσω μία εύλογη αντίρρηση.

 

«Όπως διάβασες στην αγγελία, εξειδικευόμαστε στις επιδιορθώσεις».

«Ξέρετε, εγώ οικονομικό έχω τελειώσει».

Ο ανθρωπάκος χαμήλωσε τα σκούρα γυαλιά του, με κοίταξε και μου έκλεισε το –ροζ, καλά είχα παρατηρήσει νωρίτερα, ήταν ροζ– μάτι. Έβγαλε από την τσέπη του ένα χρυσό ρολόι με αλυσίδα και το έτεινε προς το μέρος μου. «Μπορείς να μου πεις τι ώρα είναι, σε παρακαλώ;»

 

Είπα να μην αρνηθώ στην αλλόκοτη πρόταση. Μου είχαν ζητηθεί πολύ χειρότερα πράγματα από εργοδότες σε συνέντευξη. Το ρολόι ήταν ένα κομψοτέχνημα από χρυσάφι, χαραγμένο με γράμματα που θα χρειαζόμουν μεγεθυντικό φακό για να διαβάσω. Πάντα μου άρεσαν τα μικρά παλιά πράγματα, ίσως γι' αυτό μου είχε τραβήξει τόσο την προσοχή η περίεργη αγγελία.

 

«Οχτώ και τέταρτο», είπα απλά. Οι δείκτες του έμοιαζαν κι αυτοί καμωμένοι από χρυσάφι και άφηναν ένα ευχάριστο κουδούνισμα με κάθε δευτερόλεπτο.

Ο ανθρωπάκος κούνησε το κεφάλι του καθώς το πήρε πίσω.

«Πανέμορφα, κάτι μου λέει ότι η δουλειά θα σου ταιριάζει γάντι. Από 'δω παρακαλώ».

Προχωρήσαμε στο διάδρομο προτού ξαναμιλήσει.

«Έχεις υπόψη σου τι κάνουμε εδώ και γιατί σε χρειαζόμαστε;»

Ανασήκωσα τους ώμους, και είπα ένα βιαστικό όχι.

«Λοιπόν, η δουλειά μας όπως σου είπα είναι είναι οι επιδιορθώσεις. Επιδιορθώσεις μαγικών αντικειμένων. Αφόρτιστα ραβδιά, φθαρμένους μανδύες προστασίας, ραγισμένους φακούς αληθινής όρασης. Και άλλαπιο περίεργα πράγματα. Είναι επιστήμη, είναι τέχνη, αλλά είναι και έμφυτο ταλέντο».

Σταμάτησε να προχωράει όταν αντιλήφθηκε ότι είχα μείνει παραπίσω. Γύρισε να με κοιτάξει.

«Μαγικά αντικείμενα;» οι λέξεις άφησαν το στόμα μου χωρίς να μπορώ καν να τις κατανοήσω. «Εγώ, ξέρετε–»

«Ναι, είπαμε οικονομικό», έκανε ο ανθρωπάκος και χαμογέλασε. «Κι εγώ το ίδιο, ξέρεις, κάποτεΑν και σε πολύ διαφορετική σχολή από τη δική σου. Δεν είσαι εδώ τυχαία. Οι αγγελίες μας έχουν την ικανότητα να καταλήγουν στα σωστά χέρια, κι εσύ έφτασες τη στιγμή που σε χρειαζόμασταν».

«Πώς…» δίστασα, «πώς είστε σίγουρος ότι μπορώ να κάνω κάτι τέτοιο

«Το ρολόι που σου έδωσα ήταν σταματημένο εδώ και χρόνια».

 

Κατάπια την αμφισβήτησή μου και τον ακολούθησα. Εκείνος φάνηκε ικανοποιημένος και προχώρησε στο διάδρομο με το μπλε φως. Φτάσαμε σε μια κοντή κυκλική πόρτα και γύρισε πάλι προς το μέρος μου.

Τώρα,”, είπε, “θέλω να δείξεις ανοιχτομυαλιά”, και άγγιξε την πόρτα με το ραβδί χωρίς να περιμένει απάντηση.

 

Σκέφτηκα πως τα θεατρικά εφέ δεν ήταν απαραίτητα. Ο κοντούλης μεσόκοπος με τα αστεία ρούχα φανερά το διασκέδαζε, αλλά δεν είχα καμία διάθεση να συμμετάσχω στα παιχνίδια του. Με επιδεικτική αδιαφορία παρακολούθησα την πόρτα να ανοίγει αυτόματα. Ο κύριος Νυχτερινός χαμογέλασε καλόκαρδα και μου έκανε ένα ευγενικό νεύμα να περάσω πρώτη.

 

Πέρασα, αφού χρειάστηκε να διπλωθώ στα δύο για να χωρέσω από το μικρό άνοιγμα, και βρέθηκα σε έναν χώρο που έμοιαζε με εργαστήρι όσο μπορεί ένας χώρος να μοιάζει με την εικόνα που έχουμε για τα εργαστήρια. Ήταν ένα μικρό δωμάτιο χωρίς καθόλου παράθυρα, λες και οι άνθρωποι που επισκεύαζαν τα ρολόγια και τα μουσικά κουτιά – ναι, και τα μαγικά ραβδιά, μην ξεχνάμε – έπρεπε να το κάνουν αποκομμένοι από τον υπόλοιπο κόσμο. Στους τοίχους ήταν απλωμένη μια ταπετσαρία που είχε κιτρινίσει από τα χρόνια και ήταν αδύνατο να διακρίνω τα σχέδια και το αυθεντικό χρώμα της, στο πάτωμα μια γκρι απαίσια μοκέτα και στον αέρα μια μυρωδιά ανεξήγητη, δυσάρεστη, σαν κόλλα και πολύ -πάρα πολύ- πιπέρι. Φτερνίστηκα.

 

Με τις υγείες σου. Ο γιος μου πειραματίζεται με το νέο συντηρητικό πύλου και ο χώρος δεν αερίζεται καλά. Συνηθίζεται όμως, θα δεις, η δουλειά είναι τόσο ενδιαφέρουσα που δεν θα σε ενοχλεί η βαριά ατμόσφαιρα.”

Από όλα κράτησα το πύλου.

Πύλο;” ρώτησα.

Μα, ναι, η μαγική διασταύρωση ξύλου και πηλού. Χρησιμοποιείται από τις αρχές του δέκατου όγδοου αιώνα για την κατασκευή κυρίως κασελών προσαρμοστικού μεγέθους.”

Διασταύρωση;” Κούνησα το κεφάλι μήπως και είχε κολλήσει κάποιο γρανάζι.

Αντί για απάντηση μου έκανε νόημα να προχωρήσω πιο μέσα. Γύρισα και κοίταξα τη μικρή στρογγυλή πόρτα από όπου μπήκα, την πόρτα που έκλεινε πίσω της τον πραγματικό, σοβαρό κόσμο των ενηλίκων, αφήνοντάς με σε αυτό τον γελοίο παιδότοπο.

Μπορείς να την ανοίξεις όποτε θες”, μου είπε μαλακά ο οικοδεσπότης μου και μου έδωσε το ραβδί του. “Ορίστε, πάρε το κλειδί.”

Ευχαριστώ” είπα, αλλά δεν κουνήθηκα.

Λοιπόν; Προχωράμε;”

 

Έγνεψα ναι, καθώς ταυτόχρονα μου ξέφυγε ένα χασμουρητό, για το οποίο ζήτησα συγνώμη. Ήταν τελείως άτοπο να χασμουρηθώ, αλλά ξαφνικά με χτύπησε ένα κύμα κούρασης. Μπορεί να ήταν οι αναθυμιάσεις από το πειραματικό συντηρητικό. Ο παράξενος ανθρωπάκος με κοίταξε λίγο με έγνοια, αλλά δεν είπε τίποτα. Ανοιγόκλεισα τα μάτια μου για να διώξω τη νύστα, κράτησα το ραβδί κάπως αμήχανα, σαν κλειστή ομπρέλα που δεν ξέρεις τι να την κάνεις για να μην μοιάζεις με Λονδρέζο στη Νέα Υόρκη, και τον ακολούθησα. Περάσαμε δύο μεγάλα ξύλινα κιβώτια, έναν πάγκο εργασίας φορτωμένο με τανάλιες, τρυπάνια, λαβίδες και μια διαμελισμένη κούκλα -για μια στιγμή αναρωτήθηκα πού ήταν οι γάζες- και πίσω από μια στοίβα χαρτόκουτες που έφτανε στο ύψος μου αποκαλύφθηκε ένας μικρός, πεντακάθαρος και σχολαστικά τακτοποιημένος χώρος. Εκεί είχαν στρωμένο ένα πράσινο, στρογγυλό χαλί που θύμιζε κουρεμένο χορτάρι. Κάθισμα δεν υπήρχε, εκτός από τρεις μαξιλάρες στο κόκκινο της σκουριάς. Από το ταβάνι κρεμόταν ένα φωτιστικό με κεριά, και όλο τον τοίχο έπιανε μια βιβλιοθήκη φορτωμένη με δερματόδετους τόμους. Δίπλα της στέκονταν μια σειρά από κούκλες με ύψος περίπου ένα μέτρο και απίστευτη λεπτομέρεια. Ήταν ένας νέος άντρας με στρογγυλά γυαλιά και κοτλέ κοστούμι, μια γυναίκα και ένας άντρας γύρω στα σαράντα, με απλά ρούχα, τζιν και αθλητικά παπούτσια, και ένα κορίτσι γύρω στα έξι, με ροζ φόρμα γυμναστικής και κοτσίδες. Οι κούκλες φαίνονταν σαν να επέβλεπαν το συμπαθητικό αναγνωστήριο, και έδιναν μια κάπως ενοχλητική αίσθηση. Αξιοπρόσεκτο ήταν το γεγονός ότι σε αυτό το σημείο, σαν να ήταν ξεχωριστό από το υπόλοιπο εργαστήριο, δεν πλανιόταν η μυρωδιά που με έκανε να φτερνιστώ όταν μπήκαμε. Αντίθετα, μια νότα ανοιξιάτικης αύρας με κύκλωσε ευχάριστα, που υπέθεσα ότι οφειλόταν σε κάποιο αρωματικό κερί.

 

Ωραία είναι εδώ”, ήταν το μόνο που είπα, σχεδόν στον εαυτό μου.

Ο κύριος Νυχτερινός χαμογέλασε και έβγαλε το ένα του παπούτσι χρησιμοποιώντας τη μύτη του άλλου.

Παρακαλώ”, είπε καθώς επαναλάμβανε τη διαδικασία με το άλλο πόδι, “ας καθίσουμε.”

 

Κανονικά δεν θα μου άρεσε αυτή η κίνηση, αυτή η πρόταση. Κανονικά δεν θα ήταν καθόλου πρέπον να βγάλουμε τα παπούτσια μας και να καθίσουμε πάνω σε μαξιλάρες σε ένα απομονωμένο δωματιάκι στο πίσω μέρος του καταστήματος, με κανέναν άγνωστο. Κανονικά θα είχα κάνει μεταβολή και θα έφευγα τρέχοντας. Αλλά τίποτα δεν ήταν κανονικό σε όλη τη συνέντευξη, αν μπορούσα να πω έτσι τη γνωριμία μας.

 

Ο κύριος Νυχτερινός έπιασε ένα βιβλίο και κάθισε στο χαλί, ανοίγοντάς το και ψάχνοντας μια σελίδα. Από τη θέση μου είδα με ανακούφιση ότι το βιβλίο δεν περιείχε τίποτα περίεργες εικόνες. Η φυσικότητα στην συμπεριφορά του μου έδωσε θάρρος και έβγαλα τελικά τα παπούτσια μου, αφήνοντάς τα με τελείως χαλαρά κορδόνια για την περίπτωση που θα ήθελα να τα ξαναφορέσω βιαστικά. Τον κοιτούσα που σάλιωνε τον δείκτη του και έψαχνε τις σελίδες, και δεν είχε καμία διαφορά με τον παππού μου όταν έψαχνε στο ογκώδες, προπολεμικό λεξικό του κάθε φορά που διάβαζε κάτι στα εγγλέζικα, όπως έλεγε με την μισοαστεία-μισοσοβαρή του έκφραση.

 

Κοίτα, τούτο 'δω είναι στα εγγλέζικα, και λείπει κι ο γιος μου σήμερα. Μπορείς να με βοηθήσεις;”

 

Χαμογέλασα -άθελά μου, αλλά χαμογέλασα- και πήρα το βιβλίο από τα χέρια του ενώ βολευόμουν σε μια μαξιλάρα. Μια υποψία μου γεννήθηκε, ότι με ήθελε για κάτι σαν γραμματέα, μεταφράστρια, λογίστρια, ίσως και για καμιά εύκολη μικροεπισκευή -κάποιο ελατήριο, καμιά βίδα, για απλά πράγματα έπιαναν τα χέρια μου- γενικών καθηκόντων που λένε. Ωραία, αρκεί να πληρώνει, σκέφτηκα. Άνοιξα το βιβλίο στα πόδια μου και τον κοίταξα περιμένοντας. Εκείνος έβγαλε τα γυαλιά του και τα σκούπισε στην άκρη του σακακιού.

 

Τι λέει για χαλασμένα ρολόγια;”

Παρά το αόριστο της ερώτησής του και το γεγονός ότι δεν ήξερα τίποτα από ωρολογοποιία, έριξα το βλέμμα μου στο βιβλίο.

Εεε...”

Το βρήκες κιόλας;”

Του έγνεψα πως ναι, το είχα βρει. Το βιβλίο ήταν ανοιχτό στη σωστή σελίδα. Μου ζήτησε να του διαβάσω φωναχτά, και άρχισα να μεταφράζω το αγγλικό κείμενο.

Όλα τα χαλασμένα ρολόγια έχουν πρόβλημα αυτοπεποίθησης.”

Σταμάτησα.

Σε παρακαλώ, Ουρανία, συνέχισε.”

Πιστεύουν ότι κανείς δεν θα τα περιμένει για να πουν την ώρα, ώσπου σταδιακά παύουν να νιώθουν το ρυθμό της ανθρωπότητας και τους μένει μόνο ο κοσμικός παλμός τους.”

 

Δεν χρειαζόμουν κι άλλο. “Πρέπει να φύγω, νομίζω ότι δεν κάνω για τη θέση, με συγχωρείτε”, ψέλλισα και έκανα να σηκωθώ. Αλλά ζαλίστηκα. Η όρασή μου γέμισε ξαφνικά με μυγάκια, και τα αφτιά μου βούιζαν ενοχλητικά. Πήγε να σκοτεινιάσει, κάθισα πάλι κάτω, βαριά.

Κάθισε, κάθισε”, με παρότρυνε ο κύριος Νυχτερινός σκύβοντας από πάνω μου, “πάρε βαθιές αναπνοές.”

 

Τα μυγάκια έφυγαν σχεδόν αμέσως, μαζί με το βουητό. Αλλά, για κάποιον λόγο που δεν καταλάβαινα, ήμουν εξαντλημένη. Ο κύριος Νυχτερινός μου είπε να περιμένω όσο θέλω ώσπου να νιώσω καλύτερα, κι έτσι κάθισα λίγο ακόμη, για να μη φανώ αγενής. Εκείνος πήρε το βιβλίο από κάτω και συνέχισε το διάβασμα της παραγράφου.

Αν το ρολόι αποκαταστήσει την επικοινωνία του με τους ανθρώπους, τότε θα συγχρονιστεί πάλι μαζί τους. Χρειάζεται μόνο να έρθει σε επαφή με έναν ανοιχτόκαρδο ενεργειακό μάγο.”

Άφησε το βιβλίο κάτω και με κοίταξε. “Πολύ καλά, το έφτιαξες κι αυτό”, μου είπε ευχαριστημένος, αλλά δεν χαμογελούσε πια.

Τι έφτιαξα;” ρώτησα κουρασμένα.

Το βιβλίο. Αρνιόταν να συνεργαστεί εδώ και καιρό, μιλούσε μόνο εγγλέζικα, κι εγώ εγγλέζικα δεν ξέρω. Το έφτιαξες κι αυτό, αμέσως, όπως το ρολόι πριν. Φυσικό κι επόμενο να ζαλιστείς, χρειάζεσαι ξεκούραση τώρα.”

Αργά, γύρισα το κεφάλι μου προς την πόρτα.

Θες ακόμα να φύγεις;” με ρώτησε απογοητευμένος. “Γιατί; Έχεις τόσο ταλέντο.”

Σε τι;”

Νομίζω πως κατάλαβες.” Με κοίταξε λίγο αυστηρά, λίγο πατρικά, σαν να με μάλωνε για το καλό μου. “Έτσι δεν είναι;”

Του έγνεψα ένα δειλό ναι. Είχα καταλάβει πια. Ήταν αργά για να κρυφτώ ή για να φύγω, είχε δίκιο.

Τώρα”, συνέχισε στον ίδιο τόνο, “μπορώ να σου πω τι ακριβώς σε θέλω;”

Του έγνεψα πάλι.

Χρειάζομαι έναν έκτακτο βοηθό. Το αν θα συνεργαστούμε περαιτέρω θα φανεί στο μέλλον, αλλά προέχει μια ιδιαίτερα σημαντική αποστολή.”

Αποστολή;”

Ναι. Ο γιος μου. Σου είπα ότι λείπει.”

Ναι, μου το είπατε.”

Δεν είναι εξ ολοκλήρου αλήθεια αυτό.”

Δηλαδή;” ρώτησα, ανυποψίαστη για την απάντηση που θα έπαιρνα.

Εκείνος γύρισε αργά και έδειξε προς τις κούκλες δίπλα του.

Να σου γνωρίσω τον Νικηφόρο. Νικηφόρε, αυτή είναι η Ουρανία”, είπε, δείχνοντάς μου με μια μεγαλόπρεπη χειρονομία τον νεαρό με το παλιομοδίτικο ντύσιμο.

Κύριε Νυχτερινέ, μου λέτε ότι... μου λέτε ότι αυτή η κούκλα είναι ο γιος σας;”

Ναι, αυτό ακριβώς σου λέω. Τώρα, σε παρακαλώ χαιρέτισέ τον, γιατί μας ακούει.”

Ξεροκατάπια και έκανα μια αμυδρή υπόκλιση του κεφαλιού. Δεν ξέρω γιατί το έκανα, αλλά κανείς δεν μου έμαθε ποτέ ποιος είναι ο σωστός τρόπος να χαιρετάμε σε τέτοιες περιπτώσεις.

Χαίρω πολύ”, είπα, και η φωνή μου ήταν βραχνή όπως όταν έχω πυρετό.

Κατάλαβες τώρα;”

Τον κοίταξα. Πραγματικά πίστεψε ότι μπορεί να είχα καταλάβει. Όχι, δεν έκανε χιούμορ, περίμενε να του πω ότι ήξερα τον τρόπο να ζωντανέψει το ομοίωμα του γιου του.

Όχι”, του είπα απλά, “δεν ξέρω τι εννοείτε.”

Μα, έχεις τη δύναμη να το φτιάξεις κι αυτό, είσαι ενεργειακή μάγισσα.”

Τι είμαι;”

Ενεργειακή μάγισσα. Υπάρχει η στοιχειακή μαγεία -εγώ είμαι τέτοιος μάγος- υπάρχει η ρουνική, η ενεργειακή, η οργανική -ο γιος μου είναι οργανικός μάγος- και, τέλος, υποκατηγορίες, που η άσκηση των περισσοτέρων είναι απαγορευμένη.”

Από ποιον;”

Σε παρακαλώ, Ουρανία, δεν είναι ώρα για μαθήματα, πρέπει να δράσουμε γρήγορα.”

Ακριβώς αυτή είναι η καλύτερη ώρα για μαθήματα, κύριε Νυχτερινέ!” φώναξα με δύναμη που ξάφνιασε κι εμένα. Σηκώθηκα όρθια και αυτή τη φορά δεν ζαλίστηκα. Στάθηκα από πάνω του κουνώντας τα χέρια μου ανεξέλεγκτα. “Αν νομίζετε ότι θ' αρχίσω τα μαγικά επειδή πήρα ένα ρολόι στα χέρια μου και λειτούργησε, ή επειδή θυμηθήκατε τα αγγλικά σας, είστε γελασμένος.”

Σηκώθηκε κι εκείνος, με άγγιξε στον ώμο, και ήταν τόσο λυπημένος και ειλικρινής, που ένιωσα να τον γνωρίζω από παλιά.

Το ξέρω, ησύχασε, το ξέρω”, είπε σιγανά. “Αλλά αν θες να μας βοηθήσεις πρέπει πραγματικά να βιαστούμε, ο χρόνος του τελειώνει.”

Να βιαστούμε...

Ας το κάνουμε”, είπα σιγά, μετά από μισό λεπτό σκέψη.

 

Μου έφερε τσάι και μπισκότα, “φάε να δυναμώσεις”, μου είπε, και καθίσαμε στο στρογγυλό χαλί. Δεν ξέρω αν ήταν αυθυποβολή, αλλά το κομμάτι εκείνο του εργαστηρίου είχε μια ευεργετική επίδραση πάνω μου. Ένιωθα περισσότερο συγκεντρωμένη από ποτέ, και πίστευα όλο και πιο πολύ ότι μπορούσα να κάνω πράγματα ανεξήγητα.

Μου είπε για την τελευταία δουλειά του γιου του. Ήταν ένα παιχνίδι που αποφάσισε να περάσει στη σφαίρα των ζωντανών οργανισμών, ένα κουκλόσπιτο που κατατρόμαξε μια οικογένεια μάγων. Οι γονείς ήταν στοιχειακοί μάγοι, αλλά το κοριτσάκι δεν ήξεραν ακόμα αν και τι ήταν, αυτό ξεκαθαρίζει με την εφηβεία. Η μικρή είχε ένα κουκλόσπιτο, που δεν είχε τίποτα περίεργο. Μόνο που οι κούκλες αποφάσισαν μια μέρα να περάσουν στη σφαίρα των ζωντανών, άλλαξαν μορφή, έγιναν πιστά ομοιώματα της οικογένειας και άρχισαν να μεγαλώνουν. Οι γονείς τις έβγαλαν από το κουκλόσπιτο και τις έκρυψαν από το παιδί, για να μην τρομάξει περισσότερο. Αυτές συνέχισαν να μεγαλώνουν, ώσπου το ζευγάρι απευθύνθηκε στους Νυχτερινούς. Ο Νικηφόρος τα έκανε μαντάρα, όχι μόνο δεν σταμάτησε τις κούκλες, αλλά έγινε κι ο ίδιος μία.

 

Και πώς ξέρετε ότι είναι ακόμα ζωντανός;” τον ρώτησα, όταν τέλειωσε την αφήγησή του.

Σαν στοιχειακός μάγος τα καταλαβαίνω αυτά, και σου λέω, σ' αυτή την κούκλα ζει ο γιος μου.”

Οι άλλες τρεις;”

Οι άλλες τρεις είναι άψυχες. Θα δούμε τι θα κάνουμε μαζί τους, δεν μας απασχολούν προς το παρόν.”

Κατάλαβα ότι ήταν πια η ώρα να κάνω ό,τι έπρεπε.

Τώρα, πείτε μου τι πρέπει να κάνω.”

 

Σηκώθηκε, πήρε στα χέρια του το ομοίωμα του γιου του, τον σήκωσε απαλά, σαν κοιμισμένο παιδί, και μου ζήτησε να σταθώ δίπλα τους. Στάθηκα, εκείνος έβγαλε κάτι σαν πυξίδα από την τσέπη του, σηκώνοντας το ένα πόδι για να στηρίξει καλύτερα την ζωντανή κούκλα, και μου συνέστησε να κλείσω τα μάτια. Το έκανα. Τον άκουσα που κάτι μουρμούριζε, δεν ξεχώριζα τα λόγια αλλά έμοιαζε σαν τραγούδι, και ένιωσα τον αέρα να θερμαίνεται. Δεν άνοιξα τα μάτια. Ανέπνεα όσο πιο αργά μπορούσα. Με κάθε εισπνοή ο αέρας έμπαινε ζεστός στα πνευμόνια μου, ξυπνούσε το μυαλό και τις αισθήσεις μου, με κάθε εκπνοή ο φόβος απομακρυνόταν, γινόταν ανάμνηση, κι ύστερα κι αυτή έσβησε.

 

Έπαψα ν' ακούω το τραγούδι. Ο αέρας έγινε δροσερός, ανατρίχιασα. Άνοιξα τα μάτια.

Το βλέμμα μου δεν συνάντησε εμπόδιο, χάθηκε στον ορίζοντα. Σήκωσα το κεφάλι και είδα το στερέωμα με τα μικρά, φωτεινά του στίγματα -τα σύννεφα που σκέπαζαν την πόλη όλη μέρα, τώρα είχαν φύγει. Ένιωσα το υγρό χορτάρι στα πόδια μου και μύρισα την υγρασία του λόφου. Βρισκόμασταν έξω.

Ουρανία, είσαι εντάξει;”

Μμμ.”

Δεν φοβήθηκες;”

Δεν υπήρχε τίποτα τρομακτικό σε όλα αυτά.

Όχι.”

Τους κοίταξα, πατέρα και γιο. Ο Ηλίας Νυχτερινός καθόταν οκλαδόν στο χορτάρι και ο Νικηφόρος στεκόταν απέναντί του. Πλησίασα και κάθισα κι εγώ οκλαδόν.

Είναι πολύ σημαντικό μέρος”, ξεκίνησε να μου εξηγεί, αλλά του έπιασα καθησυχαστικά το χέρι.

 

Ήξερα. Όλα όσα ένιωθα και απόδιωχνα από τα δεκαπέντε μου, τώρα ήταν διαυγή σαν κρύσταλλο.

Στράφηκα στον Νικηφόρο. Άγγιξα το μέτωπό του με το δεξί μου χέρι, έβαλα το αριστερό στην καρδιά μου. Κάτι ήταν λάθος. Άλλαξα τη θέση του αριστερού χεριού, όχι, όχι στην καρδιά, αλλού είναι το κέντρο της δύναμης. Το έσυρα προς τα κάτω, ώσπου έφτασε στην κοιλιά. Εκεί ήταν. Το άφησα εκεί, στη λιακάδα της ύπαρξής μου, και ένιωσα την παλάμη μου να ζεσταίνεται, σε λίγο τη γέμισε μια φωτεινή μπάλα, το φως περνούσε από το ένα χέρι στο άλλο, φτάνοντας εκείνον. Η ροή με γαργαλούσε ευχάριστα. Άκουσα τον πατέρα του δίπλα μας να κλαίει, ή μπορεί και να μουρμούριζε κάποιο τραγούδι, δεν ήθελα να το αποσαφηνίσω. Συνέχισα να κάνω αυτό που ήμουν γεννημένη να κάνω, χωρίς να σκέφτομαι τίποτα. Κάποια στιγμή χάθηκα, δεν έβλεπα, ούτε άκουγα, μπήκα σε μια κατάσταση που είχα βιώσει μόνο μια φορά παλιότερα και με είχε τρομάξει. Όχι πια. Ποτέ πια δεν θα τρόμαζα με αυτό.

 

Κάτι με επανέφερε. Μια κίνηση, η αίσθηση ότι κάτι άλλαζε. Άνοιξα τα μάτια και είδα ότι με κοιτούσε ένας νέος άντρας με στρογγυλά γυαλιά μυωπίας και παλιομοδίτικα ρούχα.

Γεια”, μου είπε απλά. “Ευχαριστώ”, μου είπε, κι εγώ ήμουν πολύ κουρασμένη για να του απαντήσω. Χαμογέλασα όμως. Αυτό μπορούσα να το κάνω. Χαμογέλασα και στράφηκα στον πατέρα του. Θα πρέπει να είχε περάσει λίγη ώρα από την επιτυχή έκβαση της προσπάθειάς μου και είχαν τελειώσει με τις αγκαλιές, ή όποια άλλη εκδήλωση χαράς, γιατί ο κύριος Ηλίας πάλευε με την πυξίδα του.

Πατέρα; Υπάρχει κάποιο πρόβλημα;”

Πατέρα... Τι ωραίο, τον αποκαλούσε πατέρα. Δεν κατάλαβα τίποτα άλλο εκείνη τη στιγμή.

Εεε, δεν ξέρω, πριν δούλεψε μια χαρά.”

Σηκώθηκα, με μεγαλύτερη ευκολία και ταχύτητα από ό,τι πίστευα ότι μπορούσα, και μ' ένα σάλτο βρέθηκα δίπλα του.

Τι εννοείς;” ρώτησα και η χροιά της φωνής μου με τρόμαξε.

Ο κύριος Ηλίας με κοίταξε, ύστερα χαμήλωσε τα μάτια και ξερόβηξε, μουρμουρίζοντας κάτι ακατάληπτο. Μου έδωσε την πυξίδα και, αν και σκοτάδι, παίρνω όρκο ότι κοκκίνισε.

Διάολε, διάολε, τίποτα δεν δουλεύει από τα πράγματά σας;” φώναξα και πήρα στα χέρια μου τη χαλασμένη πυξίδα.

Πάλι; Πάλι θα ήμουν τυχερή; Πάλι θα ζωντάνευα το αντικείμενο επειδή θα χαιρόταν για τη γνωριμία μας; Χώρια που ήμουν εξαντλημένη. Για πρώτη επαφή με τη δουλειά, είχα κάνει πολύ παραπάνω από τις δυνάμεις μου. Δεν μπορεί, κάποιος καλύτερος τρόπος θα υπήρχε για έναν ενεργειακό μάγο σαν και του λόγου μου.

Και δεν μπορείς να το φτιάξεις τώρα πρόχειρα”, είπα στον εργοδότη μου, που με κοιτούσε μέσα από τα σκούρα γυαλιά του, “ίσα να μας πάει πίσω, και αύριο το φτιάχνω με την ησυχία μου;”

Δεν είμαι ενεργειακός μάγος”, μου είπε, ανασηκώνοντας τους ώμους.

Το ξέρεις ότι δεν είναι υπεύθυνη συμπεριφορά αυτή, έτσι; Το να χρησιμοποιείς αντικείμενα που δεν μπορείς να τα φτιάξεις εσύ ο ίδιος.”

Όλοι το κάνουμε,” απάντησε μαλακά ο γιος του, “καθημερινά.”

Είχε δίκιο, αλλά πώς...

Δεν μπορώ να το φτιάξω απόψε, απλά δεν μπορώ. Αλλά, αν δεν το φτιάξω, πώς θα γυρίσουμε;”

Ο Ηλίας Νυχτερινός αναστέναξε.

Περπατώντας”, είπε με γλυκιά παράδοση, και έσκασε ένα αχνό χαμόγελο. Μας γύρισε την πλάτη και άρχισε να κατηφορίζει το λόφο.

Έβαλα την πυξίδα στην τσέπη και ακολούθησα.

Πού είμαστε;” ρώτησα τον Νικηφόρο, που περπατούσε δίπλα μου. “Είμαστε κοντά στο μαγαζί;”

Όχι.”

Δεν το σχολίασα. Ευτυχώς που η αγγελία δεν μιλούσε για ιδιαίτερη ενδυμασία, και είχα έρθει με τα αθλητικά μου.

Τελικά”, μου είπε κάποια στιγμή ο Ηλίας Νυχτερινός, “πώς το βλέπεις, θα μείνεις;”

Θα μείνω”, είπα χωρίς πολλή σκέψη, “αλλά θα μου κολλάς βαρέα, ανθυγιεινά, και θα πληρώνομαι υπερωρίες και νυχτερινά και απ' όλα.”

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Ειδικευμένος Μάγος.doc

  • Like 3
Link to comment
Share on other sites

Είδος: Fantasy

Αριθμός λέξεων: 2242

Βία: Όχι

Σεξ: Όχι

Αυτοτελής: Ναι

 

Θυμάμαι με κάθε λεπτομέρεια την ημέρα που με προσέλαβαν.

Όλα ξεκίνησαν με τον κοντό άντρα με το κουστούμι, τα πεταχτά αυτιά και τα σκούρα γυαλιά που με υποδέχτηκε σε μία ετοιμόρροπη τρύπα που είχε για γραφείο.

«Όπως διάβασες στην αγγελία, εξειδικευόμαστε στις επιδιορθώσεις».

«Ξέρετε, εγώ οικονομικό έχω τελειώσει».

Ο ανθρωπάκος χαμήλωσε τα σκούρα γυαλιά του, με κοίταξε και μου έκλεισε το –ροζ, καλά είχα παρατηρήσει νωρίτερα, ήταν ροζ– μάτι. Έβγαλε από την τσέπη του ένα χρυσό ρολόι με αλυσίδα και το έτεινε προς το μέρος μου. «Μπορείς να μου πεις τι ώρα είναι, σε παρακαλώ;»

Είπα να μην αρνηθώ στην αλλόκοτη πρόταση. Μου είχαν ζητηθεί πολύ χειρότερα πράγματα από εργοδότες σε συνέντευξη. Το ρολόι ήταν ένα κομψοτέχνημα από χρυσάφι, χαραγμένο με γράμματα που θα χρειαζόμουν μεγεθυντικό φακό για να διαβάσω. Πάντα μου άρεσαν τα μικρά παλιά πράγματα, ίσως γι’ αυτό μου είχε τραβήξει τόσο την προσοχή η περίεργη αγγελία.

«Οχτώ και τέταρτο», είπα απλά. Οι  δείκτες του έμοιαζαν κι αυτοί καμωμένοι από χρυσάφι και άφηναν ένα ευχάριστο κουδούνισμα με κάθε δευτερόλεπτο.

Ο ανθρωπάκος κούνησε το κεφάλι του καθώς το πήρε πίσω.

«Πανέμορφα, κάτι μου λέει ότι η δουλειά θα σου ταιριάζει γάντι. Από ‘δω παρακαλώ».

Προχωρήσαμε στο διάδρομο προτού ξαναμιλήσει.

«Έχεις υπόψη σου τι κάνουμε εδώ και γιατί σε χρειαζόμαστε;»

Ανασήκωσα τους ώμους, και είπα ένα βιαστικό όχι.

«Λοιπόν, η δουλειά μας όπως σου είπα είναι οι επιδιορθώσεις. Επιδιορθώσεις μαγικών αντικειμένων. Αφόρτιστα ραβδιά, φθαρμένοι μανδύες προστασίας, ραγισμένους φακούς αληθινής όρασης. Και άλλα… πιο περίεργα πράγματα. Είναι επιστήμη, είναι τέχνη, αλλά είναι και έμφυτο ταλέντο».

Σταμάτησε να προχωράει όταν αντιλήφθηκε ότι είχα μείνει παραπίσω. Γύρισε να με κοιτάξει.

«Μαγικά αντικείμενα;» οι λέξεις άφησαν το στόμα μου χωρίς να μπορώ καν να τις κατανοήσω. «Εγώ, ξέρετε–»

«Ναι, είπαμε οικονομικό», έκανε ο ανθρωπάκος και χαμογέλασε. «Κι εγώ το ίδιο, ξέρεις, κάποτε… Αν και σε πολύ διαφορετική σχολή από τη δική σου. Δεν είσαι εδώ τυχαία. Οι αγγελίες μας έχουν την ικανότητα να καταλήγουν στα σωστά χέρια, κι εσύ έφτασες την στιγμή που σε χρειαζόμασταν».

«Πώς…» δίστασα, «πώς είστε σίγουρος ότι μπορώ να κάνω κάτι τέτοιο;»

«Το ρολόι που σου έδωσα ήταν σταματημένο εδώ και χρόνια».

Δεν είπα τίποτε άλλο. Ο σύμβουλος επαγγελματικού προσανατολισμού μου έλεγε ότι η σιωπή ήταν ότι χειρότερο για μία συνέντευξη. Ακολουθώντας λοιπόν τη συμβουλή του, κατέφυγα σε κάποια κοινότυπη ερώτηση για να σπάσω τη σιωπή.

“Όσον αφορά το οικονομικό κομμάτι τι ισχύει;” ρώτησα.

“Λαμβάνοντας υπόψη την έλλειψη προϋπηρεσίας,” ξεκίνησε ο άντρας, “πολύ φοβάμαι ότι θα πρέπει να αρχίσεις από τα κατώτερα μισθολογικά κλιμάκια της εταιρείας μας. Με τον καιρό, βέβαια, θα ανέβεις μισθολογικά και ιεραρχικά.”

“Καταλαβαίνω,” του είπα εγώ, περιμένοντας να ακούσω κάποιον εξευτελιστικό μισθό, αλλά το ποσό που μου ανέφερε με άφησε με το στόμα ανοιχτό. Τα χρήματα που μου πρόσφερε ήταν τα τετραπλάσια από αυτά που θα έπαιρνα σε μία καλή δουλεία στον τραπεζικό τομέα.

“Επιπρόσθετα,” συμπλήρωσε και το ροζ μάτι του έλαμψε, “θα έχεις την καλύτερη δυνατή ιδιωτική ασφάλιση – όλη η συμμετοχή με δικά μας έξοδα.”

“Μάλιστα,” έκανα εγώ, προσπαθώντας να συνειδητοποιήσω το ότι δε θα μπορούσα να σκεφτώ πώς θα ξόδευα το μισθό μου.

“Α, ναι,” συνέχισε ο άνθρωπάκος, “ενδεχομένως να χρειαστεί να εργαστείς εκτός έδρας, σε χώρους πελατών μας. Τότε το ωρομίσθιό σου θα είναι από διπλάσιο ως πενταπλάσιο, ανάλογα με την περίπτωση.”

“Πότε ξεκινάω;” ρώτησα κατενθουσιασμένος, χωρίς καν να σκεφτώ τις επιπλοκές που προμήνυαν τα όσα μου είχε πει για τη μισθοδοσία μου ο κύριος Φράνσις Γκνόμικ. Αν το είχα κάνει, ίσως δεν είχα καταλήξει τρεις μήνες αργότερα σε αυτό το άγριο πιστολίδι μεταξύ μάγων.

 

***

“Παλιόμπατσοι,” έκανε ο Άλβιν, ενώ οι σφαίρες σφύριζαν γύρω του.

Τον είχα αντιπαθήσει με την πρώτη ματιά. Τα ανάκατα μαλλιά του, η άχαρη γενειάδα του και το αστείο μπυροκοίλι που εμπόδιζε την βρώμικη καμπαρτίνα του να κουμπώσει έδιναν μία κακή πρώτη εντύπωση, αυτό ήταν σίγουρο, αλλά αυτό ήταν το λιγότερο. Το νούμερο ένα σημάδι ότι θα είχα προβλήματα μαζί του ήταν το βλέμμα του, κοιτούσε χαμηλά και αριστερά-δεξιά σα να περίμενε κάποια ενέδρα. Και μετά ήταν ο οχετός που είχε για στόμα...

Ο κύριος Γκνόμικ με είχε πάρει τηλέφωνο ο ίδιος για να μου ανακοινώσει ότι το ίδιο βράδυ έπρεπε να πάω σε χώρο πελάτη. “Πολύ καλού πελάτη και κουβαλητή,” συμπλήρωσε με νόημα. Κρατήθηκα με όλη τη δύναμη της θέλησής μου για να μην αναστενάξω. Ήξερα καλά τι εννοούσε όταν έλεγε “κουβαλητής”, ήταν ένας ακόμα από αυτούς τους τυχοδιώκτες Αρκανιστές που μας έφερναν ό,τι μαγική παλιατζούρα μπορούσε να φτάσει στα χέρια τους – πολλές φορές με τρόπους που θα προτιμούσα να ήταν απλά νεφελώδεις και όχι ερεβώδεις.

Έτσι λοιπόν, με βαριά καρδιά, πήρα το (ολοκαίνουριο) αυτοκίνητό μου, έβαλα κλασσική μουσική να παίζει στη διαπασών και ξεκίνησα για αυτό που νόμιζα ότι θα ήταν άλλη μία κοινότοπη επισκευή κάποιου χαλασμένου εξαρτήματος του εργαστηρίου του προμηθευτή μας. Απλά πραγματάκια, δηλαδή.

Ο Μαρν, αυτός που μου έδειξε τα κατατόπια τον πρώτο καιρό στη δουλειά, με είχε προειδοποιήσει ότι ορισμένοι Αρκανιστές είχαν περίεργη οπτική για την υγιεινή. Σίγουρα πάντως δεν περίμενα ότι η διεύθυνση που μου έδωσαν θα ήταν η είσοδος σε έναν υπόνομο. Και ότι ο πελάτης μου θα ήταν μία θλιβερή απομίμηση νουάρ ντετέκτιβ με καμπαρτίνα λεκιασμένη από τουλάχιστον πέντε εξωκοσμικές γλίτσες.

“Σπέρα,” μου είπε κοιτάζοντάς με με ύφος χιλίων καρδιναλίων που συνωμοτούσαν για τη θέση του πάπα, “εσύ είσαι ο ειδικός που έστειλε ο Γκνόμικ.”

Μάλιστα,” αποκρίθηκα προσπαθώντας να μη δείξω τον αποτροπιασμό μου για το πρόσωπό του.

“Δε φαίνεσαι και πολύ περπατημένος και του λόγου σου,” μου είπε, “τώρα σάλτα μέσα,” μου είπε και έδειξε την είσοδο του υπονόμου.

Υπάκουσα με δυσφορία και σύντομα διαπίστωσα ότι τη βρώμα του υπονόμου την ξεπέρναγε άνετα το βρωμόστομα του Άλβιν. Δεν είχα ξανακούσει ποτέ άτομο να βγάζει τόσες πολλές και τόσο ευφάνταστες βρισιές στη ζωή μου καθώς προσπαθούσε να βρει το δρόμο μέσα στα δαιδαλώδη περάσματα των υπονόμων αλλά και τον υπόγειων περασμάτων που ενώνονταν μαζί τους

Η ανακούφισή μου ήταν τεράστια μόλις φτάσαμε στον προορισμό μας, μία από τις πολυθρύλητες παλιές κατακόμβες που τόσο λατρεύουν οι Αρκανιστές. Μόνο πως αυτή είχε κάτι το περίεργο, πέρα από τα λύματα και τα σκουπίδια που είχαν ξεφύγει από το αποχετευτικό σύστημα της πόλης, αυτή είχε στο κέντρο της μία παράξενη μηχανή. Ήταν σαν ένα πελώριο ορθογώνιο ερμάρι από μπρούτζο το οποίο διέτρεχαν μαίανδροι από μεταλλικούς σωλήνες.

Προσεχτικά βυθίστηκα στην μαγική μου όραση, παρατηρώντας τη και διαπίστωσα ότι μάλλον αυτή ήταν η μαγική συσκευή που έπρεπε να επισκευάσω. Μόνο πως...

“Τι είναι αυτή η συσκευή;” ρώτησα τον Αρκανιστή.

“Σταθεροποιητής φάσματος,” μου είπε, καταφέρνοντας να χωρέσει και δύο-τρεις βρισιές στην πρότασή του. “Κλείνει το χώρο από της Παλίρροιες.”

“Α, ναι,” έκανα, και θυμήθηκα το σεμινάριο που κάναμε για το πως οι άλλες διαστάσεις διαχέονται συχνά στον κόσμο μας από αδύναμα σημεία. “Τι έχει; Φαίνεται πώς λειτουργεί κανονικά.”

“Αυτό,” απάντησε ο Άλβιν, βγάζοντας από την τσέπη του ένα μικρό τσεκούρι. Χτύπησε τη μηχανή με δύναμη και έσπασε ένα σωλήνα. Η μηχανή άρχισε να τρέμει ολόκληρη και να ξερνάει ατμό από το σπάσιμο. Αλλά δεν ήταν μόνο ο ατμός, ήταν και μία αχλή που άρχισε σταδιακά να βγαίνει από τις γωνίες και να γεμίζει τον χώρο του δωματίου. Μία αχλή που μόνο φυσική δεν ήταν και που θόλωνε τις αισθήσεις μου.

“Γιατί το έκανες αυτό;” ούρλιαξα στον μάγο, αλλά αυτός με κοίταξε αδιάφορος.

“Έχω να πάρω κάτι από την άλλη πλευρά, τζιτζιφιόγκο,” μου είπε, “ένα πολύτιμο φορτίο.”

“Ναι, αλλά-” έκανα αλλά αυτός με έκοψε.

“Κοφ' το, μικρέ,” έκανε με τόνο πολλά βαρύ, “όσα σας φέρνω κατά καιρούς από εδώ προέρχονται.”

Σκατά, είπα από μέσα μου, αλλά προσπάθησα να είμαι επαγγελματίας. Και χρειαζόταν να είμαι, δεδομένου του ότι σύντομα θα έσκαγε η μαγική αστυνομία.

“Εντάξει, πάρε ότι είναι να πάρεις όσο εγώ θα φτιάχνω τη μηχανή,” του είπα.

“Μην καθυστερείς,” μου είπε εκείνος όσο τραβούσε τις Πλημμύρες προς το δωμάτιο, “οι μαγόμπατσοι θα μεταφερθούν εδώ γύρω από λεπτό σε λεπτό.

Πως έμπλεξα, σκέφτηκα αλλά ταυτόχρονα έβγαλα τα εργαλεία μου από το σακίδιό μου και, με τρεμάμενα χέρια εξέτασα τον σπασμένο σωλήνα με μία λαβίδα. Τον είχε διαλύσει ο κάφρος – αν δεν είχα τη λαβίδα τώρα το χέρι μου θα είχε παγώσει από το φθορίζον ιώδες υγρό που κουβαλούσε το σωληνάκι.

Έχεις σπάσει το σύστημα γείωσης,” του είπα, “θα με δυσκολέψει.”

Πάλι καλά που σε φώναξα τότε,” είπε όσο ένα μικρό κουτί αχνοφαινόταν ανάμεσα στα χέρια του, “αν δεν ήσουν εδώ μπορεί και να υπερφόρτωνε το μηχάνημα και να ανατιναζόταν.”

Έστρεψα το βλέμμα μου προς το μέρος του και τον κοίταξα γεμάτος δυσπιστία. Είστε επικίνδυνος,του είπα.

Όχι, φρόντισα να σε έχω από δίπλα,” μου είπε, “τώρα δούλευε.”

Είχε δίκιο. Παρατήρησα προσεκτικά τη διάταξη των σωλήνων, το πως ο πυκνωτής ψυχοβολίας οδηγούσε στο φίλτρο συχνοτήτων και συσσώρευε την ενέργεια τους σε διαφορετικά υγρά. Κάποιος ανειδίκευτος θα είχε απλά κολλήσει το σωληνάκι και θα έφευγε, κάτι τέτοιο όμως θα οδηγούσε σε διαρροές και ένα μικρό ρήγμα θα παρέμενε. Η επιλογή του συγκολλητικού υλικού ήταν το κλειδί στην επιτυχία του εγχειρήματος και χρειαζόταν προσοχή.

Είχα βγάλει το εγχειρίδιο του επισκευαστή μαγικών αντικειμένων και μελετούσα ξανά τη συνδεσμολογία όταν η κραυγή του αστυνομικού μου πάγωσε το αίμα.

Ακίνητοι,” ούρλιαξε ένας μεγαλόσωμος άντρας, προτάσσοντας ένα ραβδί γεμάτο κόμπους, “Σώμα Κοσμικής Ασφαλείας! Παραδοθείτε άμεσα!”

Ρε δεν απαυτώνεστε να ασπρίσετε;” αποκρίθηκε ο Άλβιν (με λιγότερο διακριτικές λέξεις) και έριξε ένα σάλτο πίσω από μία γωνία. Ο ασφαλίτης άρπαξε το ραβδί του και άρχισε να σηκώνει ένα φράγμα προστασίας εμπρός του, ενώ ο σύντροφός του όπλιζε μία καραμπίνα ψυχοβολίας. Τα πράγματα έδειχναν σκούρα.

Φτιάξε το μηχάνημα μικρέ, όσο τους καθυστερώ,” μου είπε ο Άλβιν και τράβηξε ένα παλιό δίκαννο από τις Παλίρροιες. Ύστερα έριξε προς το μέρος του φράγματος σκάγια φτιαγμένα από καθαρή ενέργεια, κάνοντάς το να τιναχτεί σε κύματα υποϊώδους ενέργειας.

Ούτε που κοίταξα προς το μέρος των αστυνομικών, φαντάστηκα όμως ότι θα είχαν πέσει και αυτοί να βρούνε κάλυμμα. Ήμουν πολύ απασχολημένος προσπαθώντας να καταλάβω αν το υγρό που έτρεχε από το σωληνάκι ήταν φούξια (οπότε θα έκανε τον μεταλλικό δακτύλιο να σκουριάσει αφάνταστα γρήγορα) ή μπορντό (οπότε θα έκοβε σχεδόν αμέσως το πλαστικό προσθετικό)

Θα μπορούσα να έχω λίγο φως;” φώναξα, ενώ έψαχνα να βρω το φακό μου.

Δεν ξέρω αν και οι δύο πλευρές άκουσαν τη φωνή μου ή αν ήταν απλά κάποια σύμπτωση, αλλά μία βολή ψυχοβολίας έκανε όλο το δωμάτιο να λάμψει πράσινο. Κανονικά μία τόσο ισχυρή βολή θα έπρεπε να είχε τινάξει το μισό τοίχο στον αέρα, αλλά ο συσσωρευτής δούλευε στο τέρμα και το μεγαλύτερο μέρος της βολής το απορρόφησε, κάνοντας το υγρό να πάρει ένα βαθύ μοβ χρώμα.

Το τελευταίο το είδα μόλις ο Άλβιν τέλειωσε την επίκλησή του, τραβώντας μία ηλεκτρική εκκένωση από κάπου έξω και φέρνοντάς την στο ταβάνι. Σπίθες έλουσαν το χώρο και έκαναν τους δύο ασφαλίτες να πέσουν ξανά στο πάτωμα και να σηκώσουν βιαστικά ασπίδες.

Έκανα βιαστικά υπολογισμούς με βάση το φάσμα της βολής και πώς θα έπρεπε να αλληλεπιδράσει στο χρωματισμό του υγρού, όσο ο Άλβιν τραβούσε το ένα ξόρκι πίσω από το άλλο, κρατώντας τους δύο ασφαλίτες υπό έλεγχο. Ακόμα και τώρα, που από το στόμα του έβγαιναν μοναχά ξόρκια σε μία αρχαία, ξεχασμένη γλώσσα, κατάφερνε να περνάει εμβόλιμες μερικές από τις πιο προσβλητικές βρισιές που έχω ακούσει στη ζωή μου. Δυστυχώς ήμουν ακόμα πολύ νέος στην παραφυσική για να ξέρω όλους τους εμπειρικούς κανόνες, αλλά είχα τους τύπους φρέσκους στη μνήμη μου και, ευτυχώς, ήμουν αστέρι στην οικονομετρία. Έκανα τέσσερις φορές τον υπολογισμό της πολύπλοκης διαφορικής εξίσωσης στο κεφάλι μου και τις τρεις φορές βρήκα ότι έπρεπε να περάσω τον σιδερένιο δακτύλιο στο σωληνάκι. Έτσι και έκανα, περνώντας τους σωλήνες στο δακτύλιο και σφίγγοντάς τον με έναν μικρό κάβουρα.

Είμαστε έτοιμοι;” με ρώτησε ο Άλβιν, ανάμεσα στην επίκληση μίας αστραπής και μίας μπάλας από φωτιά.

Πρέπει να βεβαιωθώ ότι όλα είναι εντάξει, ότι θα κρατήσει η μόνωση,” φώναξα.

Δεν έχουμε χρόνο,” μου είπε χωρίς να βρίσει ούτε μία φορά. “Τα παλικάρια με τη μητέρα αμφιβόλου ηθικής έχουν φωνάξει και άλλους νόθους φίλους τους,” συνέχισε, με όχι ακριβώς αυτές τις λέξεις, “και μάντεψε τι θα μας κάνουν έτσι και μας πιάσουν.”

Μάντεψα. Αντίσταση κατά της αρχής, καταστροφή κρατικής περιουσίας και ίσως και τρομοκρατική ενέργεια. Άσχημα όλα τους αν τα κάνεις στην κανονική αστυνομία, πόσο μάλλον αν γίνουν σε μία αστυνομία που επισήμως δεν υπάρχει.

Δηλαδή...”

Ή τώρα ή ποτέ” μου είπε, και οι ομίχλες ανάμεσά μας άρχισαν να ξανοίγουν όσο η μηχανή έπαυε να τρέμει και έσβηνε την αχλή από το δωμάτιο.

Για μία στιγμή δίσταζα. Ήμουν πολύ νέος στον κόσμο αυτό για να δεχτώ να πηδήξω στις παλίρροιες, στο κενό μεταξύ του κόσμου μας και κόσμων ξένων. Από την άλλη όμως δεν ήμουν σίγουρος ότι ο εργοδότης μου θα μπορούσε να με ξεμπλέξει από τις άρπαγες του νόμου.

Δε γαμιέται,” είπα στον Αρκανιστή και όρμηξα προς το ρήγμα. Με ακολούθησε με δύο δευτερόλεπτα καθυστέρηση και ύστερα το άνοιγμα προς το δωμάτιο έσβησε, αφήνοντας τους ασφαλίτες μόνους με το σταθεροποιητή.

 

Ο κύριος Γκνόμικ ήρθε την άλλη μέρα στο γραφείο μου. “Δύσκολη η χθεσινή βραδιά από ότι έμαθα,” μου είπε, “οφείλω να ανεβάσω την αμοιβή σου κατά μία κλίμακα και να σου πληρώσω ως τριπλό ωρομίσθιο τα εκτός έδρας.”

Τριπλά;” έκανα.

Ναι, είναι στον κανονισμό μισθοδοσίας. Εργασία μικρής κλίμακας επισκευής ή συντήρησης υπό συνθήκες ελαφρώς αντίξοες. Τα πήγες περίφημα.”

Ναι, ε;” έκανα με μία ελαφρά δόση σαρκασμού.

Φυσικά,” μου έκανε ο εργοδότης μου, “σύντομα θα σε στείλω και σε καμία πραγματική αποστολή.”


 

  • Like 1
Link to comment
Share on other sites

Είδος: Fantasy

Αριθμός λέξεων: 2242

Βία: Όχι

Σεξ: Όχι

Αυτοτελής: Ναι

 

 

Τίτλο δεν βρήκες;

Link to comment
Share on other sites

 

 

Είδος: Fantasy

Αριθμός λέξεων: 2242

Βία: Όχι

Σεξ: Όχι

Αυτοτελής: Ναι

 

 

 

Τίτλο δεν βρήκες;
Οχι
Link to comment
Share on other sites

Οι 2 ιστορίες ανέβηκαν, ο "ειδικευμένος μάγος" της Cassandra και "εκείνη-της-οποίας-το-όνομα-δεν-πρέπει-να-ειπωθεί" του Nihilio. Ένας moderator θα φτιάξει και το poll στο 1ο ποστ, διαβάζουμε και ψηφίζουμε όλη την εβδομάδα ως τις τελευταίες ώρες της Κυριακής.

 

Καλή μας ανάγνωση!

Link to comment
Share on other sites

Cassandra

 

Λοιπόν, εδώ έχουμε μια όμορφη ιστορία, που κύλησε πολύ ομαλά ως το τέλος. Ήταν ανάλαφρη, εύθυμη και γραμμένη μ’ έναν απλό τρόπο που σε τραβάει να συνεχίσεις.

 

Από εκεί και πέρα, υπήρχαν κάποια θέματα που πιστεύω ότι θα μπορούσαν να είχαν δουλευτεί περισσότερο για ένα καλύτερο αποτέλεσμα.

 

 

Καταρχάς, το διήγημα μοιάζει με το πρώτο κεφάλαιο μιας μεγαλύτερης ιστορίας. Το ξύπνημα της μάγισσας, αν θες, που από εκεί ξεκινάει η περιπέτειά της. Θα μου πεις πως το ότι σταμάτησε εδώ η ιστορία σου δεν σημαίνει ότι σταματάει και της Ουρανίας, και μπορούμε να φανταστούμε χίλιες-μύριες περιπέτειες που θα μπορούσε να μπλεχτεί. Όμως, όλη η ιστορία εξελίχτηκε πολύ ομαλά, δεν έγινε τίποτα το ανησυχητικό, δεν υπήρχε το «κακό» στοιχείο, που να μας κάνει να νιώσουμε αγωνία για το τι θα συμβεί. Έτσι, φτάνουμε στο τέλος κι είναι σαν κάτι να μας λείπει, κι αυτό δίνει την αίσθηση του ανολοκλήρωτου.

 

Επίσης, ο χαρακτήρας της Ουρανίας δεν με έπεισε και πολύ. Αν και είχε τις αμφιβολίες της αρχικά, τα δέχτηκε όλα πολύ εύκολα. Κι όταν πια πήρε το κολάι, άρχισε να το παίζει ειδήμων. Αν και θα χρειαζόταν περισσότερος χώρος για να την αναπτύξεις καλύτερα, πιστεύω ότι θα έπρεπε να είναι πιο συνεπής στο ρόλο που της έδωσες.

 

Τέλος, να πω ότι η ιδέα με τα χαλασμένα μαγικά αντικείμενα θα μπορούσε να αξιοποιηθεί καλύτερα.

 

Αυτά από μένα προς το παρόν. Πάω να βρω λίγο χρόνο και για τον Nihilio :p

Link to comment
Share on other sites

Κι εγώ έχω προς το παρόν διαβάσει μόνο της Άννας το διήγημα και με του μικρού και φαρμακερού θα ασχοληθώ αργότερα.

Γενικά πολύ ωραία γραμμένο, αν και συμφωνώ με τον Άγγελο για το ότι δε συμβαίνει τίποτα με τρομερό σασπένς και επίσης ότι μοιάζει με αρχή άλλου, μεγαλύτερου κειμένου και σαν να σταματάει απότομα. Καταπληκτική και πολύ γλυκιά η φράση “Όλα τα χαλασμένα ρολόγια έχουν πρόβλημα αυτοπεποίθησης.” και η εξήγησή της.

Τα επίθετα "Λαμπάδα" και "Νυχτερινός", εμένα, που πιάνω πολλές ταυτότητες στα χέρια μου κάθε μέρα λόγω δουλειάς, δε με πείθουν και πολύ ως αληθινά, εκτός και αν σκοπεύεις ο κόσμος τους να είναι πολύ παραμυθένιος και όλοι να έχουν ονόματα-παρατσούκλια (αλλά τότε σαν να μην κολλάνε τα περί βιογραφικών, "εγώ οικονομικό έχω τελειώσει", βαρέα και ανθυγιεινά κλπ. Ή μήπως το πας προς Πράτσετ; Δεν έχουμε αρκετές πληροφορίες για τον κόσμο σου). Ειδικά το "Νυχτερινός" δε μου κάθεται καθόλου.

 

 

Επειδή ακριβώς ήταν πολύ καλογραμμένο, τα λίγα που μου χτύπησαν άσχημα τα αναφέρω εδώ:

 

"Στοιβαγμένα όπως-όπως, το γέμιζαν ως απάνω ασυνήθιστα αντικείμενα περασμένων εποχών." "μια νότα ανοιξιάτικης αύρας με κύκλωσε ευχάριστα, που υπέθεσα ότι οφειλόταν" :και στα δύο αυτά σημεία θα ήταν πολύ πιο εύκολο για τον αναγνώστη να ακολουθήσει το κείμενο αν ανέφερες κοντά κοντά τους όρους της πρότασης που αναφέρονται στο ίδιο πράγμα. Παναπεί "Το γέμιζαν όπως όπως ασυνήθιστα αντικείμενα περασμένων εποχών στοιβαγμένα ως απάνω", διότι όπως το έχεις, η φράση "το γέμιζαν ως απάνω" είναι λίγο πιο άσχετη με τα άλλα δύο και διακόπτει κάπως τη ροή του νοήματος. Και στη δεύτερη πρόταση "με κύκλωσε ευχάριστα μια νότα ανοιξιάτικης αύρας, που υπέθεσα ότι οφειλόταν..." : το "υπέθεσα ότι οφειλόταν" είναι μέσα στη μέση και διακόπτει. Απλούστατη συντακτική διορθωσούλα.

 

 "Γύρισα και κοίταξα τη μικρή στρογγυλή πόρτα από όπου μπήκα": "από όπου είχα μπει", αφού το "γύρισα και κοίταξα" συνέβη μετά από το "μπήκα".

"η μυρωδιά που με έκανε να φτερνιστώ όταν μπήκαμε": "που με είχε κάνει". Το ίδιο. Μη σου πω ακόμα και "όταν είχαμε μπει".

"Κανονικά θα είχα κάνει μεταβολή και θα έφευγα τρέχοντας.": "θα είχα φύγει", αφού πάει μαζί με το "θα είχα κάνει μεταβολή". Αυτό το αβυσσαλέο μίσος για τον υπερσυντέλικο το έχω δει και στο "Μετρό 2034", αλλά δεν το καταλαβαίνω. Κάποια γεγονότα συμβαίνουν στο παρελθόν και κάποια άλλα έχουν συμβεί πριν από αυτά και τα γράφουμε σε άλλο χρόνο, that's all.

 

Αλλά αυτά δεν είναι τίποτα. Ωραίο, δροσερό και με όρεξη γραμμένο. Καλή επιτυχία.

Link to comment
Share on other sites

Yay, Write-off! Έχω μέχρι Κυριακή; Όλο αυτό το διάβασμα για το πανεπιστήμιο δεν μου αφήνει καθόλου χρόνο για διασκέδαση. Ελπίζω να προλάβω να ψηφίσω...

Link to comment
Share on other sites

Nihilio

 

Πολύ διαφορετική η πορεία της ιστορίας σου από της Άννας. Άφησες στην άκρη όλα τα διαδικαστικά, τόσο τα συναισθηματικά/ψυχολογικά, όσο και θέματα εκπαίδευσης, και μπήκες κατευθείαν στο ψητό. Απ’ αυτήν την άποψη και μ’ αυτήν την εισαγωγή, μάλλον θα μου άρεσε περισσότερο να δοθεί πιο πολύ βάρος στα διαδικαστικά, επειδή μου φάνηκε ότι πήγαινε προς τα εκεί, κι επίσης ενδιαφερόμουν να μάθω και το όριτζιν ενός ολοκαίνουριου μάγου.

 

Η ίδια η ιστορία έτρεξε με αρκετά γρήγορους ρυθμούς. Για τα λόγο αυτό δόθηκε μεγαλύτερη σημασία στα δρώμενα και άφησε στην απέξω κάποιες πληροφορίες για τον ίδιο τον κόσμο της που ίσως να τη ζωντάνευε περισσότερο. Μιλάω κυρίως για τις διαστάσεις και αντικείμενα που προέρχονταν απ’ αυτές, που μοιάζουν να είναι αρκετά σημαντικά για τους συμμετέχοντες, αλλά εμείς δεν μαθαίνουμε και πολλά. Βέβαια, ο ρόλος των πληροφοριών ίσως να μην είναι και τόσο ουσιαστικός σ’ αυτήν την ιστορία.

 

Μου φάνηκε ότι η ιστορία ήθελε να έχει ένα κάπως υποκοσμικό ύφος, που θα χρειαζόταν λίγη περισσότερη βρομιά για να δουλέψει καλύτερα. Και πάνω σ’ αυτό δεν κατάλαβα γιατί λυπήθηκες τις βρισιές. Δηλαδή, ακούγαμε για τις πιο ευφάνταστες βρισιές, αλλά δεν τις βλέπαμε. Δώσε μπινελίκι στο λαό!

 

Και τώρα το κρίσιμο κομμάτι του παιχνιδιού...  :p

 

Από τη μια έχουμε το όριτζιν στόρι μιας μάγισσας κι από την άλλη το βάπτισμα του πυρός ενός μάγου. Γέρνω προς τη μεριά του όριτζιν. Επίσης, πιστεύω πως η Άννα εκμεταλλεύτηκε καλύτερα το κομμάτι της εισαγωγής. Οπότε, Cassandra Gotha για μένα.

 

Ευχαριστούμε για τις ιστορίες!

Edited by Mesmer
Link to comment
Share on other sites

Μικρός και φαρμακερός:

Steampunk! Καθόλου κακή ιδέα! Θα έλεγα πως κι αυτό είναι σαν αρχή κάποιου μεγαλύτερου και επίσης δεν έχουμε αρκετές πληροφορίες για τον κόσμο-κόσμους όπου συμβαίνουν όλα αυτά (ίσως λιγότερες κι από της Άννας). Εκεί με τις εξηγήσεις του πώς λειτουργεί η μηχανή με έχασες λίγο, αλλά αρκετή πλάκα η "μεταγραφή" των βρισιών. Επίσης μάλλον η εισαγωγή θα προτιμούσες να λείπει ή να είναι αλλιώς, γιατί θα ταίριαζε στην ιστορία σου να είναι πιο έμπειρος αυτός ο επιδιορθωτής μαγικών αντικειμένων και να έχει να λέει και να θυμάται άλλους πελάτες και μπλεξίματα, κατά τα γνώριμα και αγαπητά κλισέ του νουάρ. Παραβλέπω το ότι, αυστηρά κρίνοντας, δεν έχει υπόθεση (αλλά είναι και πολύ μικρό), εστιάζω στην πλάκα (που έχει) και σου δίνω την ψήφο μου.

Link to comment
Share on other sites

  • Ghost changed the title to Write off #71 (Cassandra Gotha vs Nihilio)

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
 Share

×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..