Popular Post Ιρμάντα Posted July 7, 2016 Popular Post Share Posted July 7, 2016 (edited) Μία συνέντευξη από τον συγγραφέα των βιβλίων Μεσονυκτικό και Των Υδάτων του Ουρανού. Και τα δύο βιβλία κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις Όστρια, το 2015 και 2016 αντίστοιχα. Καταδυθείτε στα σκοτεινά μυστικά της ψυχής του Γιώργου Λαγκώνα αποκλειστικά με δική σας ευθύνη. 1. Γιώργο Λαγκώνα. Έχεις κυκλοφορήσει δύο βιβλία, μία συλλογή διηγημάτων και ένα μυθιστόρημα. Μίλησέ μας λίγο για αυτά. To Μεσονυκτικό είναι μια συλλογή δεκαπέντε ιστοριών σκοτεινής φαντασίας και τρόμου. Είναι ένα μπουκέτο από ετερόκλητες ιστορίες –από «κλασικές» τρόμου, σπλάτερ, ιστορίες τύπου «tales from the crypt», μέχρι σουρεαλιστικά κείμενα, μαγικό ρεαλισμό, σάτυρα, (λάιτ) επιστημονική φαντασία. Αυτό έγινε ηθελημένα, ήθελα κάθε ιστορία του να είναι ένας διαφορετικός μικρόκοσμος και σε κάθε γύρισμα της σελίδας ο αναγνώστης να έρχεται αντιμέτωπος με καινούργιες ατμόσφαιρες, σκέψεις κλπ. Το δεύτερο βιβλίο μου, «Των Υδάτων του Ουρανού», είναι μια ιστορία μυστηρίου με στοιχεία τρόμου και επιστημονικής φαντασίας. Έχει να κάνει με έναν Έλληνα της διασποράς, συγγραφέα ιστοριών τρόμου, που τρόπον τινά «αναγκάζεται» να κάνει κάθε χρόνο τις διακοπές του στον τόπο του, ένα απομονωμένο χωριό της βόρειας Χίου, επειδή αυτός είναι εδώ και αρκετά χρόνια ο μόνος τρόπος να εμπνευστεί για να γράψει. Παράλληλα, έχει τα δικά του θέματα και προσπαθεί με διάφορους τρόπους να τα λύσει, χωρίς αποτέλεσμα. Σε αυτό το πιο πρόσφατο ταξίδι του, κάτι συμβαίνει και με αυτή την αφορμή ξετυλίγεται ένα κουβάρι μυστικών και αποκαλύψεων που έχουν να κάνουν με τη ζωή του, με τον λόγο που έφυγε εξ` αρχής από την Ελλάδα, με την παράξενη φύση της έμπνευσής του και με πολλά άλλα θέματα… 2. Μέσα στα Ύδατα υπάρχει ο Τζωρτζ Σταματόπουλος. Τόσο το όνομα όσο και το επίθετο έχουν σημασία ως προς την εξέλιξη, τη μοίρα, αν θες, του ήρωά σου. Υπήρχε ζωντανό πρότυπο για τον Τζωρτζ; Ή για οποιονδήποτε από τους ήρωες των Υδάτων; …αχέμ… ναι, φαντάζομαι πως είναι πολύ εύκολο να πει κανείς πως το πρότυπο του Τζωρτζ Σταματόπουλος είναι ο Τζωρτζ Λαγκώνας, αλλά αυτό ισχύει μόνο εν μέρει. Φαντάζομαι τον Σταματόπουλο περίπου σαν τον Woody Allen στα χρόνια της ακμής του: ευαίσθητος και ρομαντικός (για άντρας), ευφυής, αλλά και ψιλονευρωτικός που έμαθε να κρύβει την αμηχανία του πίσω από ανώριμες συμπεριφορές και από μια αίσθηση σαχλού χιούμορ που ελάχιστοι μπορούν να εκτιμήσουν. Μόνο ελάσσονα στοιχεία έχει κοινά με τον Λαγκώνα, βασικά τον τόπο καταγωγής, τις αναγνωστικές και κινηματογραφικές προτιμήσεις, τον τρόπο που πίνει τον καφέ και το ποτό του, τη συμπάθεια για τις γάτες. Μόνο το κεφάλαιο «Κάθε βιβλίο είναι ένα ορφανό παιδί» είναι αυτό που βασικά μιλάω περισσότερο για τον Τζωρτζ Λαγκώνας, παρά για τον Τζωρτζ Σταματόπουλο… Από τους άλλους χαρακτήρες, ο αρχιμανδρίτης Λεόντιος είναι εμπνευσμένος από δυο γνωστούς μου ιερείς. Ο πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Λιαδής είναι ένας ιδιαίτερα χαρισματικός όσο και μορφωμένος άνθρωπος. Ήταν καθηγητής μου στο γυμνάσιο και έχει βαφτίσει τον αδερφό μου. Δυστυχώς δεν ζει πια. Ο αρχιμανδρίτης Σεραφείμ Γιαννούλης με βοήθησε όσον αφορά τα θεολογικά ζητήματα του βιβλίου. Ο Θανάσης βγήκε από τους δυο πιο κοντινούς Θανάσηδες της δικιάς μου ζωής, το αυτό ισχύει και για τον Μπελαφόντε που έχει κάτι από όλα τα (πρώην) γατιά μου. 3. Θα έλεγες ότι υπάρχει κάποιο κείμενό σου που αγαπάς ξεχωριστά, και γιατί; Από το Μεσονυκτικό, το διήγημα «Μικρή Πόλη». Είναι αυτό που περιέχει τα πιο πολλά «δικά μου» στοιχεία. Παραδόξως, το είδα αυτούσιο, μονοκοπανιά, σε ένα όνειρο, σε μια από τις πρώτες εφημερίες μου στο Αιγινήτειο, άρα μπορείς να πεις πως έχει και μια τρόπον τινά «ψυχαναλυτική» ιδιότητα, όσον αφορά τον εμπνευστή του, πράγμα που μάλλον αφορά περισσότερο εμένα, παρά τους αναγνώστες. Βγήκε πρώτο στον πανελλήνιο διαγωνισμό διηγήματος των εκδόσεων iWrite/Πηγή και μπήκε στο βιβλίο «Θεσσαλονίκη-απίθανες ιστορίες της πόλης μας». Έχω μεγάλη αγάπη και για το καινούργιο βιβλίο, επειδή σηματοδοτεί πάρα πολλές υπερβάσεις που δεν είχα κάνει ποτέ πριν, όσον αφορά την έκταση του κειμένου, τους προβληματισμούς, τα θέματα έρευνας κλπ. Και επειδή μου έδωσε τη δυνατότητα να γράψω για τον τόπο μου. 4. Διάβασα κάπου, οι καλύτεροι συγγραφείς είναι γιατροί και δικηγόροι. Πιστεύεις ότι συμβαίνει, και πόσο θα έλεγες ότι η ειδικότητά σου σε έχει επηρεάσει σε ό,τι γράφεις; Εγώ πάντως, περί της λογοτεχνικής ανωτερότητας των γιατρών και των δικηγόρων πρώτη φορά ακούω! Πλάκα πλάκα, νομίζω πως αφενός βοηθάει (κάπως) η οικειότητα με τη γραφή -γιατί σε αυτά τα επαγγέλματα γράφεις ΠΟΛΥ- αλλά αφετέρου δεν βοηθάει στη γλώσσα, καθώς μαθαίνεις να εκφράζεσαι και να γράφεις με μια ξύλινη, καθαρά επαγγελματική γλώσσα που θέλει δουλειά για να την αποτινάξεις και να μη σου «διαρρέει» στα λογοτεχνικά κείμενα. Για μένα ήταν διπλή η «συμφορά» και ο κόπος, καθώς οφείλω να μιλώ τουλάχιστον δυο γλώσσες: την ξύλινη ιατρική και την (ακόμα πιο ξύλινη) στρατιωτική. Από εκεί και πέρα, σίγουρα η ειδικότητα με βολεύει για αυτό που γράφω, στο να βυθιστώ καλύτερα σε πιο βαθιά ψυχολογικά νερά, αλλά και αυτό δεν ξέρω αν στην τελική μου βγαίνει σε καλό, γιατί δεν είναι πολλοί οι άνθρωποι που θέλουν –και μπορούν- να κολυμπήσουν στα βαθιά! 5. Μέσα σου ωστόσο νιώθεις περισσότερο συγγραφέας ή ψυχίατρος; Αν σε ρωτούσε κάποιος, ολότελα άγνωστος, κάποιος που θα σχημάτιζε εντύπωση για σένα από την απάντηση που θα του έδινες, τι από τα δύο θα ήταν η παρόρμησή σου να απαντήσεις; Το top 3 της ζωής μου αποτελείται από τα εξής… δύο στοιχεία: την αγάπη (για την οικογένεια, για τους φίλους μου) και τη δουλειά (τόσο για την Πολεμική Αεροπορία, όσο και για την Ψυχιατρική). Η συγγραφή έρχεται τρίτη και καταϊδρωμένη. Εδώ θα σου πω κάτι που μάλλον δεν περιμένεις να ακούσεις: δεν νιώθω καθόλου παντρεμένος με τη συγγραφή. Είναι μια ασχολία, ένα μεράκι, το δικό μου βίτσιο, αλλά μέχρι εκεί. Από εκεί και πέρα, δεν έχω κανέναν δισταγμό να σταματήσω. Πχ αν βαρεθώ, αν ξενερώσω, αν τα παιδιά μου μου ζητήσουν να περάσω περισσότερο χρόνο μαζί τους. Τότε θα κόψω και δεν θα κοιτάξω πίσω. Μου κάνει εντύπωση (όχι καλή) για συγγραφείς που δηλώνουν δεξιά και αριστερά πως «το ΕΡΓΟ τους είναι η ζωή τους», πως «τα βιβλία είναι τα παιδιά τους» κλπ. Για μένα αυτό δεν ισχύει. Τα παιδιά μου είναι δυο πανέμορφα και απίστευτα ευρηματικά ανθρωπάκια, ο Ισίδωρος και η Αναστασία. Και αποτελούν ό,τι καλύτερο έχω καταφέρει στη ζωή μου. Συν το γεγονός ότι έπεισα τη σπουδαιότερη γυναίκα του κόσμου να με παντρευτεί – τώρα εκείνη τι μου βρήκε, αυτό είναι αλλονού παπά ευαγγέλιο. Τα βιβλία μου είναι απλώς αυτό: τυπωμένες σελίδες, μελάνι και χαρτί. Που έχουν προκύψει από πολλή αγάπη, μεράκι και ακόμα περισσότερη ΔΟΥΛΕΙΑ μεν, αλλά σε τελική ανάλυση παραμένουν αυτό. Μελάνι και χαρτί. Η αληθινή ζωή –για μένα τουλάχιστον- είναι αλλού. 6. Πιστεύεις στο υπερφυσικό; Με την εκτός του ανθρώπου διάστασή του εννοώ. Υπάρχει κάτι εκεί έξω ή μας στοιχειώνει μονάχα ό,τι υπάρχει εδώ μέσα (στο κεφάλι μας;) Θέλω πολύ να πιστέψω στο υπερφυσικό και το έχω δουλέψει στα νιάτα μου το θέμα – να φανταστείς ψαχνόμασταν με περίεργα βιβλία, αλληλογραφούσαμε, ανταλλάσσαμε πληροφορίες, κάναμε και εκδρομούλες σε «στοιχειωμένα» μέρη, νεκροταφεία, παλιά λεπροκομεία κλπ. Ωστόσο, όσο και αν έψαξα, όσο κι αν το επιθυμώ, δεν βρήκα κανέναν λόγο να πιστέψω. Οπότε, μας απομένει το στοίχειωμα «έσωθεν», που κατά τη γνώμη μου τουλάχιστον είναι απείρως πιο ενδιαφέρον… 7. Πότε και εξαιτίας ποιών αναγνωσμάτων αποφάσισες ότι θα τραβούσες κι εσύ το δρόμο της γραφής; Σίγουρα ο Λάβκραφτ έβαλε τον πρώτο λίθο, το θεμέλιο. Συν αυτοί του Λαβκραφτικού κύκλου: Κλαρκ Άστον Σμιθ, Χένρυ Κάτνερ, Ρόμπερτ Χάουαρντ, Φριτς Λάιμπερ, Robert Bloch, Ο Πόε ήρθε δεύτερος (αν και παραμένει πρώτος στην καρδιά μου). Υπόψη, τότε (προ της χιλιετίας) δεν υπήρχε και κανένα άλλο σημείο αναφοράς, στα χέρια μας έφταναν μόνο τα βιβλία του Αίολου, τα μικρά του Αιγόκερου, άιντε και κανένα Ωροράκι. Ο Stephen King –κακά τα ψέματα- είναι μια σταθερά. Ο Μπόρχες. Επίσης οι Kafka, Ray Bradbury, Brian Lumley, Harlan Ellison. Μεταγενέστερα ήρθαν ο Clive Barker, o Thomas Ligotti, η Yoko Ogawa, o Jeff Van Der Meer, o Chuck Palahniuk, ο Μποζινάκης, ο Αβραάμ Κάουα και πολλοί άλλοι. 8. Έλληνες (και ξένοι) συγγραφείς του φανταστικού. Ποιους θα σύστηνες σε νεότερους; To επίπεδο έχει ανέβει. Πέρσι ήταν η πρώτη χρονιά που ένιωσα στο 100% πως μπορώ να συστήσω σε δικούς μου ανθρώπους ένα ελληνικό βιβλίο του φανταστικού, χωρίς τύψεις και χωρίς φόβο, που να μην υπολείπεται από τα ξενόγλωσσα. Ξεχωρίζω τον Περικλή Μποζινάκη, τον Αβραάμ Κάουα, την Ειρήνη Μαντά (μια περίεργη είναι-δεν την ξέρεις!) Τον Δημοσθένη Βουτυρά, αλλά και τον Μιχάλη Μανωλιό, τον Ελευθέριο Κεραμίδα και την Ευθυμία Δεσποτάκη. Όλοι οι παραπάνω έχουν κάνει πράγματα που όχι μόνο είναι ποιοτικά, αλλά και που πραγματικά ξεχωρίζουν από τα υπόλοιπα του είδους τους, έχουν τη δική τους φωνή και μοναδικότητα. Δυνατές δουλειές έχω δει και από τον Ντίνο Κέλλη και τη Βάσω Χρήστου. Ασφαλώς και έχω ξεχάσει κάποιους, ή πολύ απλά δεν έχω έρθει σε ακόμα σε (επαρκή) επαφή με τη δουλειά τους. Ας μου το συγχωρέσουν. 9. Σε τι οφείλεται ο συντηρητισμός του ελληνικού κοινού απέναντι στη λογοτεχνία του φανταστικού; Και δεν αναφέρομαι τόσο στο ότι δεν αγοράζουν τέτοια βιβλία. Αναφέρομαι στο ότι δεν αντιλαμβάνονται, αν θες, την αναγκαιότητα της ύπαρξής τους. Είναι ζήτημα παιδείας μονάχα; Είναι πολλά. Από παιδεία μέχρι μάρκετινγκ. Δεν νομίζω να υπάρχει άλλη χώρα που να βγαίνουν τόσα πολλά βιβλία και ταυτόχρονα ο πληθυσμός να διαβάζει τόσο λίγο. Το κλισέ «η μισή Ελλάδα έχει γράψει ένα βιβλίο» είναι δυστυχώς αληθινό. Η αγορά –σαν σωστή μικρογραφία της κοινωνίας μας- λειτουργεί με τον μοναδικό τρόπο που ανέκαθεν κουτσοπορεύονται τα πράγματα στην Ελλάδα: αποκλειστικά και μόνο με τις γνωριμίες. Από την άλλη, η οικονομική κρίση είναι μια αναμφισβήτητη πραγματικότητα. Πχ δεν μπορείς πια να πουλάς τη νουβελίτσα σου, ή μια (πρωτόλεια) συλλογή διηγημάτων για δεκαεφτά ευρώ, όταν το «τούβλο» του Stephen King έχει τη μισή τιμή και αν μη τι άλλο, είναι εγγύηση πως τουλάχιστον δεν θα διαβάσεις πατάτα. Επίσης, πήξαμε στις συλλογές διηγημάτων. Το διήγημα είναι αδύναμο εμπορικά, δεν τραβάει. Χρειάζονται πιο εξωστρεφείς κινήσεις. Μυθιστορήματα, συγγραφικά ρεύματα, conventions, events, συνεργασίες, μεταφορές σε κόμικ, στο θέατρο, σε φιλμ, οτιδήποτε. Δεν είναι ανάγκη να υπάρχουν λεφτά. Μεράκι θέλει και όρεξη για δουλειά και νταβαντούρι. Και στις αντιγραφές πήξαμε. Να τα λέμε κι αυτά. Διαβάζεις σε φετινά (Ελληνικά) βιβλία κείμενα που ήταν ήδη ξεπερασμένα τη δεκαετία του τριάντα. Η αυτοέκδοση -που πλέον θεωρείται τόσο αυτονόητη, που η πρώτη ερώτηση που ο άλλος σου κάνει για το βιβλίο σου είναι «πόσο σου στοίχισε;»- δεν βοηθάει. Δεν έχω τίποτα ενάντια στην αυτοέκδοση, αλλά δεν παύει να είναι συνθήκη για κάποιον που έχει μερικές εκατοντάδες περισσευούμενα ευρώ, να βγάλει στην πιάτσα ένα βιβλίο που ίσως να μην έβγαινε αλλιώς. 10. Πιστεύεις ότι το φανταστικό θα λάβει κάποτε τη θέση που του αξίζει στην Ελλάδα; Θα έλεγες πως έχουμε ακόμη πολύ δρόμο; Επέτρεψέ μου να βαστώ μικρό καλάθι. Το φανταστικό έτσι κι αλλιώς –διεθνώς να το δεις- απασχολεί μια πολύ μικρή μερίδα του κοινού. Απλά σε άλλες χώρες ο πληθυσμός είναι αρκετά μεγάλος ώστε να εξασφαλίζεται επαρκής αριθμός αναγνωστών. Εδώ, ήμασταν ανέκαθεν λίγοι οι αναγνώστες του Φανταστικού. Και αυτό αποτελεί απαγορευτική συνθήκη για την ύπαρξη επαγγελματιών συγγραφέων, δηλαδή ανθρώπων που πλέον βγάζουν το ψωμί τους από το γράψιμο και που αποτελεί την πρώτη και επίσημη ασχολία τους. Οπότε, δεν γίνεται να υπάρχει ούτε η πιστότητα από μεριάς του συγγραφέα, ούτε η εμπειρία να φτιαχτεί ένα κύκλωμα που να γνωστοποιεί και να καθιστά το βιβλίο διαθέσιμο στον αναγνώστη. Προσωπικά προσδοκώ μόνο στην ποιότητα και όχι τόσο στην ποσότητα, και ευτυχώς τα τελευταία χρόνια είμαστε σε πολύ καλό δρόμο. 11. Θα ήθελα να μου πεις ένα μυθιστόρημα, ή ένα διήγημα, (μονάχα ένα) που αν δεν το είχες διαβάσει θα ήσουν αλλιώς. Είτε σαν άνθρωπος, είτε σαν συγγραφέας, είτε σαν γιατρός. Με οποιονδήποτε τρόπο και για οποιοδήποτε λόγο. Μονάχα ένα; Γιατί; Το «Γυμνό Γεύμα» του Ουίλιαμ Μπάροουζ. Τα άπαντα του Λάβκραφτ και του Πόε. Το όνομα του Ρόδου. Το Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά. Τα «Βασικά Στοιχεία Κλινικής Ψυχιατρικής» του Νίκου Μάνου. 12. Ποια θα είναι η επόμενη δουλειά σου; Αυτό που λένε πως «όταν οι άνθρωποι κάνουν σχέδια, γελάει ο Θεός» το ξέρεις; Εγώ το ξέρω και το πιστεύω πολύ. Γράφω το τρίτο βιβλίο, μυθιστόρημα κι αυτό. Και μετά από αυτό έχω κι άλλο. Βασικά έχω τέσσερα ακόμα μυθιστορήματα «σπασμένα» σε σκελετό, με τις σημειώσεις, με τα όλα τους, το καθένα απλωμένο στη δικιά του ατζέντα, που περιμένουν να γραφτούν. Και διηγήματα έχω, αρκετά για να βγάλω άλλη μια συλλογή πχ αύριο, αλλά δεν θα το κάνω. Όχι ακόμα τουλάχιστον. Edited May 3, 2020 by Spark Μειώθηκε λίγο η απόσταση μεταξύ των ερωτήσεων και των απαντήσεων. 11 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
mman Posted July 9, 2016 Share Posted July 9, 2016 Μερικές πολύ ώριμες και συνειδητοποιημένες "λεπτομέρειες", ειδικά στις ερωτήσεις 5, 6, 9 και 10. 1 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Count Baltar Posted July 10, 2016 Share Posted July 10, 2016 Διαβάζοντας όσα λέει ο Γ.Λ. καταλήγω στο συμπέρασμα ότι είναι ένας από τους χαμένους αδερφούς μου - κάποια στιγμή πρέπει να τον γνωρίσω κιόλας. (Τα περιστασιακά "γεια, τι γίνεται; καλά" δεν μετράνε, γιατρέ) 3 Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
giorgos lagonas Posted July 11, 2016 Share Posted July 11, 2016 Φυσικά και δεν μετράνε, Κόμη μου. Δυστυχώς... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.