Jump to content

Εφηρμοσμένη Αρχαιολογία


tec-goblin

Recommended Posts

Είδος: fantasy noir

Βία; Ναι.

Σεξ; Όχι

Αριθμός Λέξεων: Επιστροφή στα μικρά κεφάλαια

 

Πλησιάζουμε στο τέλος, φίλοι μου. Τεχνικά νομίζω ότι είμαι πολύ ευχαριστημένος. Να'ναι καλά και οι Current 93 που άκουγα όταν το έγραφα. Όπως πάντα, στο ζιπ βρίσκεται όλη την ιστορία, με διορθώσεις στο προηγούμενο κεφάλαιο. Περιέργως, αυτή τη φορά έχω διορθώσεις και σε άλλα κεφάλαια.

Συμβουλεύω να το διαβάσετε από το doc, γιατί εδώ πέρα το ΣΦΦ δεν αγαπάει καλά το unicode μου.

 

 

 

7ο Κεφάλαιο: ΒΙΝΑΛΙΣ

Το νόημα δεν είναι εγγενής ιδιότητα ενός συμβάντος.

 

 

 

 

 

Η μισοξώτικη έχει μείνει παγωμένη, να κοιτάζει τον άνθρωπο που έχασε τόσο ξαφνικά και εμφανίζεται τώρα από το πουθενά. Την τραβάω από το χέρι, την ταρακουνώ:

«Πάμε να φύγουμ’ από ‘δώ τώρα!» ουρλιάζω, αλλά η φωνή μετά βίας βγαίνει από το στόμα μου, εξαιτίας του Τρόμου που πολεμά αυτοπροσώπως πίσω μου με τον φτωχό Ζαν.

Τρέχουμε. Καθώς απομακρυνόμαστε από τα καμίνια του πύργου, το κρύο μάς περονιάζει όλο και περισσότερο και το χιόνι μάς γραπώνει τα πόδια, σαν να θέλει να μας κρατήσει στον καταραμένο πύργο. Το λαχάνιασμα της Μήδειας δίπλα μου έχει γίνει ένα με τους λυγμούς της. Δαγκώνω τα χείλια, δεν πρέπει να σταματήσουμε τώρα.

Περνάμε από το σημείο όπου κόψαμε τα πρώτα σύρματα. Αναρωτιέμαι πώς κατάφερε ο Ζαν να κρατήσει τόση ώρα τον Αρκάνι, αλλά δεν τολμώ να κοιτάξω πίσω μου. Καθώς πλησιάζουμε το δεύτερο φράγμα από σύρματα νιώθω κάτι να ζεσταίνει την καρδιά μου. Ένα απαλό μουρμούρισμα βγαίνει από το χιόνι κάτω μου. Οι άλλοι δεν πρέπει να το έχουν παρατηρήσει, και σίγουρα δεν μπορούν να το ερμηνεύσουν.

Όμως εγώ ξέρω. Είναι οι Φύλακες της Πύλης. Τα ρυθμικά τρεμουλιάσματα, μια συγκρατημένη ένταση που θα την περιέγραφα σαν πάθος. Αναγνωρίζω την αρχή της τελετουργίας, την τεχνική. Είναι ο ίδιος ο Κόρουουν, ο Δρυΐδης, και προσπαθεί να κλείσει την Πύλη πάνω από τα κεφάλια μας, προστατεύοντας τον κόσμο από τα τέρατα που ζουν στη Σκιά.

Χρειαζόμαστε χρόνο. Ξέρω ότι δεν θα μας αφήσει παγιδευμένους, η τελετουργία χρειάζεται ώρα και έχει τους τρόπους του να μας βγάλει από εδώ μέσα. Κοιτάω πίσω μου:

Ο λόγος για τον οποίο ο Αρκάνις έχει αμελήσει το να μας κυνηγήσει γίνεται εμφανής: στις φλόγες του πύργου πίσω του φαίνεται να σκύβει πάνω από ένα ακαθόριστο σχήμα και να σχίζει κομμάτια για να καταβροχθίσει με τα σαγόνια του.

«Συνεχίστε μπροστά!» φωνάζω στους συντρόφους μου.

Ο Οράτιος έχει ήδη περάσει από τα σύρματα και μας περιμένει με τη Βωβώ. Είναι η Μήδεια που δεν θέλω να γυρίσει να δει αυτό το θέαμα. Ο Αρκάνις φαίνεται να κοντοστέκεται, και να κοιτά προς το μέρος μας. Θα ήλπιζα ότι δεν μπορούσε να νιώσει το τρέμουλο, αλλά έχω μάθει να περιμένω το χειρότερο από αυτόν. Κάνει να γυρίσει προς τα μέσα γρήγορα. Να κρυσταλλοσκοπήσει να καταλάβει τι συμβαίνει.

Ξέρω ότι δεν πρέπει να δει το δρυΐδη, δεν πρέπει να έχει την ευκαιρία να σταματήσει αυτή την τελετουργία. Ξέρω τι πρέπει να κάνω, αλλά τα πόδια μου μένουν στη θέση τους.

Σαν ευλογία φτάνει στα αυτιά μου το μήνυμα:

«Καλά είναι και η Καελίν, γενναίο Κιλορέν.»

Ξέρω ότι είναι μήνυμα από κάποιον από τους Φύλακες εκεί πάνω. Νιώθω το σφυγμό μου στα μηνίγγια μου. Χαμογελώ. Για έναν τέτοιο κόσμο αξίζει να πεθαίνεις.

Βγάζω από τα ρούχα μου ένα παλιό ματωμένο σουγιά. Το σουγιά που χρησιμοποίησα στις πρώτες μου αποστολές ως Κυνηγός για τους Φύλακες. Τον καρφώνω στο έδαφος. Αρκάνι, ξέρω ότι άκουσες το άγριο ουρλιαχτό μου. Ξέρω ότι μπορείς να ακούσεις τόσο μακριά…

 

Απέναντί μου, πολύ μακριά, το τριχωτό τέρας έχει σταθεί μπροστά στην Πύλη και έχει γυρίσει προς το μέρος μου. Δεν βλέπω τα μάτια του, αλλά υποψιάζομαι ότι παρά το σκοτάδι, με κάποιο τρόπο με βλέπει. Παίρνω ένα δαυλό από την τσάντα μου και τον ανάβω, για να καταλάβει την πρόκληση. Αμέσως μετά τον σβήνω στο χιόνι. Πίσω μου, οι άλλοι έχουν περάσει τα σύρματα και με κοιτάζουν χωρίς να καταλαβαίνουν. Όμως καταλαβαίνω τον Αρκάνι. Είναι διαστροφή του λύκου, είναι κυνηγός.

Παίζω μαζί του στο σκοτάδι. Χαμηλώνω στο χιόνι. Μες στο ημίφως δεν μπορεί να δει ακριβώς πού είμαι. Σαν τη γάτα με το ποντίκι παίζουμε αρκετή ώρα, καθώς απομακρύνεται από τον πύργο για να με βρει.

Τώρα είναι πιο δύσκολο. Χωρίς το φως του πύργου, δεν μπορώ να τον εντοπίσω. Πλησιάζω λίγο να αποκαλυφθώ, για να αποκαλυφθεί και αυτός.

Βλέπω τη φλόγα 100 μέτρα από τον πύργο και άλλα τόσα μακριά μου. Στο φως της φαίνεται ο Αρκάνις, με το λυκίσιο πρόσωπο να με κοιτάει. Περιμένω να επιτεθεί, όμως δεν κάνει ούτε βήμα. Φαίνεται εκνευρισμένος από αυτό, κλοτσάει το χιόνι γύρω του.

Τι τον κρατάει;

Σηκώνει το χέρι με τη βαλλίστρα. Ο πυρσός είναι στο άλλο χέρι του. Δεν μοιάζει να με βλέπει. Άλλωστε κανείς δεν μπορεί να πετύχει μέσα στο σκοτάδι σε τέτοια απόσταση.

Σφυρίζω να του κρατήσω την προσοχή.

Γυρίζει προς το μέρος μου. Σηκώνει την τεράστια βαλλίστρα του. Μένω ακίνητος στο χώμα για μην με δει.

Ένα, δύο, τρία, διαδοχικά υπόκοφα τσαφ.

Κάτι χτυπάει τον ώμο μου. Νιώθω να ανατινάζεται μέσα μου. Στον κρότο δεν προλαβαίνω να ακούσω πόσες ακόμα φορές έριξε με την επαναληπτική τοξοβαλλίστρα του. Νιώθω ένα δεύτερο χτύπημα και όλα σβήνουν.

 

***

 

Το πρώτο πράγμα που νιώθω είναι πόνος. Τα μάτια μου δακρύζουν. Σιγά σιγά συνηθίζω το φως και καταφέρνω να ανοίξω το ένα. Το άλλο δεν ανοίγει. Κάτι το καλύπτει – και πονάει με την παραμικρή κίνηση.

Σιγά σιγά καταλαβαίνω πού βρίσκομαι. Είμαστε πάλι στην ερημωμένη Γη των Θρήνων. Λέω είμαστε, γιατί αναγνωρίζω τη φωνή της Μήδειας, να μιλάει με…

«Φυσικά καλή μου, πήγαινε να βγεις ξύλα, θα βοηθήσουν να κγατήσουμε ζεστό τον τγαυματισμένο φίλο σου.»

Ο Ζαν; Μα πώς;

Και μόνο η σκέψη μού φέρνει πονοκέφαλο. Ακούω τα βήματα της Ντ’Χητ να απομακρύνονται. Βρίσκω λίγες ήσυχες στιγμές να καταλάβω τι συμβαίνει: Το δεξί χέρι μου δεν κινείται. Η πλάτη μου πονάει φρικτά, ευτυχώς με έχουν βάλει μπρούμυτα. Το κεφάλι μου είναι στο πλάι, και μπορώ να κοιτάξω λίγο γύρω μου.

Πέτρες πάνω σε χώμα χωρίς ζωή. Όμως αναγνωρίζω το λόφο πιο πέρα – βρισκόμαστε δίπλα στο καταφύγιο του Καθαράνταμους – το πρώτο πέρασμα για τον Κόσμο της Σκιάς που βρήκαμε. Σε ένα βράχο λίγο μακρύτερα διακρίνω χαραγμένο ένα σύμβολο. Το σχήμα του αστερισμού του Μπαχαμούτ. Με ανακουφίζει – μού δείχνει ότι οι Φύλακες ήταν εδώ, και πιθανότατα το πέρασμα στον Κόσμο της Σκιάς έκλεισε ήδη – αν και θα χρειαστούν χρόνια παρακολούθησης και τελετουργιών για να κλείσει εντελώς.

Κάθομαι να σκεφτώ. Πώς άνοιξε έτσι ξαφνικά μια πύλη; Υπήρχε ήδη από την Καταστροφή του Κάιρ που σηματοδότησε τη γέννηση της Γης των Θρήνων; Αν άνοιξε πρόσφατα, πώς οι Φύλακες δεν το προέβλεψαν, παρατηρώντας τα αστέρια; Μήπως κάτι τα έκρυβε; Η Σκιά η ίδια; Και εδώ εννοώ Αυτό που είναι ο θεός της σκιάς ανάμεσα στους Σκοτεινούς Έξι.

Βήματα μού αποσπούν την προσοχή. Πριν ο άνθρωπος εμφανιστεί στο οπτικό πεδίο, ακούω τα λόγια του:

«Θεlδάλäh’dβομè lçaουμοσέhc’τομ?»

Οι λέξεις κάνουν την καρδιά μου σχεδόν να σταματήσει. Τα λόγια του, με τρεις φορές την απολυτότητα με την οποία μου ρουφούσε τη ζωή εκείνος ο ζωντανός νεκρός την προηγούμενη φορά στο καταφύγιο, με ρωτάνε κάτι και δεν μου αφήνουν περιθώρια να μην απαντήσω αληθινά. Και αυτό που με τρομάζει είναι ότι…

ξέρω τι με ρωτάνε. Σαν να το ήξερα από πάντα. Και η φωνή είναι πολύ γνώριμη…

Ο Ζαν εμφανίζεται μπροστά μου. Στο χέρι του κρατάει ένα περίεργο κυρτό μαχαίρι.

«Ζαν; Γιατί με ρωτάς για την Αληθινή Λαλιά; Και πώς ξέρ…»

«Θεlδάλäh…»

Ξέρω ότι η καρδιά μου σε αυτή την κατάσταση δεν θα το αντέξει ξανά. Απαντάω:

«Δεν ξέρω τίποτα. Ψάχνω και αυτό με έφερε εδώ την πρώτη φορά. Ξέρεις κάτι; Κουράστηκα να μας κυνηγάνε για πράγματα που δεν ξέρουμε.»

«Φαίνεσαι ειλικρινής, αλλά τα γεγονότα σε διαψεύδουν. Πώς κατάλαβες τι είπα πριν;» με ρωτάει, και ξαφνικά η περίεργη προφορά του έχει εξαφανιστεί.

«Δεν ξέρω» ψελλίζω, αν και η γνώριμη ζεστασιά στο κορμί μου μου γαργαλούσε το κρανίο όταν άκουγα τις λέξεις.

«Φαίνεσαι, όμως, να ξέρεις ήδη την απάντηση» συνεχίζω. «Τι είσαι;»

«Δεν έχει σημασία τι είμαι. Σημασία έχει τι είσαι εσύ. Τι σου δίνει τη δύναμη να καταλαβαίνεις αυτές τις λέξεις.»

Με κοιτάει με το ύφος του πατέρα που ετοιμάζεται να βιάσει την κόρη του. Ανοίγει πάλι το στόμα του:

«Βινάλι, δεν είσαι ένας απλός Φύλακας της Πύλης.»

Το ότι γνωρίζει ήδη για αυτούς μάλλον είναι το λιγότερο ανησυχητικό στην υπόθεση. Και τα πλοκάμια μου δεν φαίνονται να βρίσκονται στην πλάτη μου – φοβάμαι ότι η ίδια η προσπάθεια να τα υλοποιήσω θα με κάνει να χάσω τις αισθήσεις μου.

«Δεν είσαι αγροίκος. Δεν είσαι ορκ σαν αυτούς.» συνεχίζει το μονόλογό του. «Κάτι κυλάει μέσα σου που δεν υπάρχει στους θνητούς – ούτε στους αθάνατους, όπως το είδος σου. Κάτι αθάνατο και ατόφιο. Αξίζεις κάτι παραπάνω. Πίστεψε στον εαυτό σου.»

«Ξέρεις για τις ψυχές και τα τοτέμ μου. Πώς τα έμαθες αυτά, υπηρέτη του αίματος; Ή μήπως κάνω λάθος – «να πιστέψω στον εαυτό μου»; «κάτι κυλάει μέσα μου»; Τα κηρύγματα για την προσωπική δύναμη είναι βλασφημίες της Βολ, έτσι; Η αγιότητα είναι μέσα μας, λέει το Αίμα Της, έτσι δεν είναι;»

Προσπαθώ να δω πόσο μπορεί να κουνηθεί το αριστερό μου χέρι και συνειδητοποιώ ότι έχει ελάχιστα περιθώρια: κάποιος το έχει δέσει με το αυτοσχέδιο κρεβάτι από κάτω μου! Ο Ζαν (;) συνεχίζει:

«Γιατί, κάνω λάθος; Δεν πιστεύεις στον εαυτό σου, και από αυτό παίρνεις τις ψυχικές σου δυνάμεις; Δεν αδράχνεις το υλικό των ψυχών και το πλάθεις σε πλοκάμια και μάσκες; Τι σε κάνει να αποστρέφεσαι τη φύση σου, Βινάλι;»

«Η Φύση η ίδια, «Ζαν». Οι νεκρομάντες του σιναφιού σου και τα εκτρώματα που δημιουργούν διαστρέφουν τον κύκλο της ζωής. Εγώ ό,τι παίρνω το γυρίζω πίσω. Εσείς κλέβετε τη ζωή για να ταΐσετε όρθια πτώματα. Μην ελπίζεις ότι θα γίνω τσιράκι σας!»

Οι λέξεις δεν βγαίνουν εύκολα από το στόμα μου. Τα λόγια του με φέρνουν στο όριο των δακρύων. Ξέρω ότι χωρίς τον εγωκεντρισμό μου δεν θα μπορούσα να έχω τις ψυχικές δυνάμεις που έχω. Αλλά ο ίδιος αυτός ο εγωισμός δεν μου επιτρέπει να κρύψω το μίσος μου για τους ζωντανούς νεκρούς μόνο και μόνο επειδή είμαι σε δύσκολη θέση.

«Δεν ήσουν ποτέ πολύ καλός διπλωμάτης, Βινάλι, έτσι; Είσαι επικίνδυνα έξυπνος, και χαίρομαι που σε αντιμετωπίζω υπό αυτές τις συνθήκες. Ήρθα από την Αουνταίρ για να μάθω για τη Λαλιά, και θα ήταν κρίμα να φύγω με άδεια χέρια.»

«Δηλαδή τι θα κάνεις; Θα με απαγάγεις, ή θα με σκοτώσεις γιατί ξέρω πολλά;» χαμογελάω ειρωνικά.

Το βλέμμα του δείχνει ότι δεν αστειευόταν. Με πλησιάζει, και νιώθω το μαχαίρι να ακουμπά τη ραχοκοκαλιά μου.

«Δεν είσαι στα καλά σου, έτσι;» του λέω, διατηρώντας όσο μπορώ την ψυχραιμία στη φωνή μου. «Το ξέρεις ότι μπορεί να με επαναφέρουν στη ζωή – και τότε θα έχεις και τους τρεις μας στο κατόπι σου, έτσι; Αν θες ντε και καλά να σκοτώσεις κάποιον, πήγαινε μαγείρεψε με το μεδούλι κάποιου από τους σκελετούς σου!»

Με την άκρη του ματιού μου, τον βλέπω να χαμογελάει πονηρά. Έντρομος, συνειδητοποιώ τι σχεδιάζει:

«Νεκρομαντεία! Σκοπεύεις να μου παγιδεύσεις την ψυχή για να μην επανέλθω;»

«Κάτι πολύ χειρότερο, φίλε μου. Ξέρεις ότι ξέρω για το πώς χρησιμοποιείς τις ψυχές μέσα σου. Το ινκάρνουμ. Ελάχιστοι ξέρουν για αυτό. Και έχω φτάσει ως αυτό το σημείο συλλέγοντας μυστικά, και εξοντώνοντας όσους άλλους τα ήξεραν. Και το πρόβλημα της πιθανότητας ανάστασής σου, λύνεται και με πιο επώδυνους τρόπους από το να σε παγιδεύσω αιώνια σε έναν κρύσταλλο με νεκρομαντεία. ΧΡΕΙΑΖΟΜΑΙ τις ψυχές που κυλούν μέσα σου, τις ψυχές που σε κάνουν να καταλαβαίνεις πράγματα που ποτέ δεν έχεις μάθει, και τις χρειάζομαι ΜΕΣΑ ΜΟΥ. Το ότι μαζί τους θα πρέπει να πάρω και την δική σου… το βρίσκω απλά βολικό.»

Νιώθω το μαχαίρι να χώνεται ανάμεσα στους σπονδύλους μου. Μια στιγμή φρικτού πόνου, μετά τίποτα. Φαντάζομαι το αίμα μου να κυλάει, αλλά ξέρω ότι και κάτι άλλο, «αθάνατο και ατόφιο» φεύγει από το σώμα μου.

 

«Δεν ήσουν ποτέ καλός διπλωμάτης, Βινάλι. Κρίμα που η μοίρα σου τελικά κρίθηκε από αυτό.»

TecGoblin_AppliedArchaeology.zip

Link to comment
Share on other sites

Ιδού το τελευταίο κεφάλαιο. Σύντομα θα ακολουθήσει ζιπ με διορθωμένο το σύνολο, με πολλά μπόνους.

Εσείς οι λίγοι που περιμένατε να το διαβάσετε όταν τέλειωνε, ετοιμαστείτε. Οι υπόλοιποι, αγνοήστε το ;).

Μου θυμίζει λίγο Final Fantasy X/X.2, αν και ίσα που έχω αγγίξει το δεύτερο και καθόλου το πρώτο.

Αυτές που το διαβάζουν τακτικά χωρίς να είναι μέλη (ξέρετε ποιες είστε), αν θέλουν ας κάνουν κανένα σχόλιο και εδώ ;).

Την κάνω τώρα, γιατί θα με σκοτώσει η μία για το τέλος :whistling:

 

 

 

 

Επίλογος: ΕΛΠΙΔΑ

Αφήνοντας πίσω τη Γη των Θρήνων

 

 

 

 

 

Το ουρλιαχτό αντηχεί στους έρημους λόφους… Αναγνωρίζω με κόπο την, παραμορφωμένη από τον πόνο, φωνή του Βινάλι. Φωνάζει κάτι που μοιάζει με «Τέρας»! Τρέχω προς την πρόχειρη σκηνή μας, καθώς οι μαγικές μου λέξεις ενσταλάζουν στη βαλλίστρα μου μαγική δύναμη.

Ευτυχώς δεν είχα απομακρυνθεί πολύ – βρήκα ξύλα αναπάντεχα κοντά στη σκηνή.

Μπαίνω. Βλέπω τον Ζαν ξαφνιασμένο, δίπλα στο μαχαιρωμένο σώμα του Βινάλι. Το πράσινο αίμα του Κιλορέν έχει ποτίσει ένα σεντόνι που βρίσκεται στην πλάτη του.

Οι στιγμές που χρειάζονται για να ξεπεράσω το σοκ μου μοιάζουν με αιώνα. Σε αυτές βλέπω, σαν σε αργή κίνηση, τον Ζαν να σκέφτεται πώς να αντιδράσει – σαν να σκέφτεται αν ένα ψέμα θα τον έσωζε – και πόσο θα ήθελα ένα ικανοποιητικό ψέμα αυτή τη στιγμή!

«Λυπάμαι καλή μου, έπγεπε να γίνει» είναι τα λόγια του. Καμία απόπειρα να μου εξηγήσει γιατί.

Του χυμώ. Θέλω να τον χτυπήσω, να τον γδάρω, να τον συνεφέρω από αυτή την τρέλα!

Μετά βίας καταφέρνω να του γραπώσω το ρούχο. Με το που το κάνω, όμως, νιώθω το γόνατό του στην κοιλιά μου. Ύστερα νιώθω τη στενή πλευρά της παλάμης του στο μάγουλό μου, να μου σπάει τα δόντια. Ο αγκώνας του μου χτυπάει το στήθος και μου κόβει την ανάσα.

Δεν μπορεί να συμβαίνει! Παίρνω αμυντική στάση και τον βλέπω απέναντί μου, να ετοιμάζεται για νέο γύρο χτυπημάτων. Στα μάτια του μόνο μια δίψα για αίμα. Τίποτ’ άλλο. Ούτε στοργή, ούτε η παραμικρή νοσταλγία για ό,τι περάσαμε μαζί. Αίμα κυλάει στο στόμα μου. Καλύτερα, να σβήσει τη γεύση του.

Ένα λεπτό σαρκαστικό χαμόγελο εμφανίζεται στα χείλη του, καθώς κάνει να ορμήσει για να με αποτελείωσει, αφήνοντάς με να αναρωτιέμαι για πάντα ποιος ήταν πραγματικά…

 

Κάτι τον σταματάει. Μαγικές λέξεις ακούγονται και ο μικρόσωμος φίλος μας μπαίνει στο δωμάτιο. Σε κάθε χέρι του ο «γνόμος» κρατάει και έναν σουγιά. Ελάχιστες φορές τον έχω ξαναδεί οπλισμένο έτσι.

«Τι συμβ…» κάνει να ρωτήσει ο Οράτιος, όταν ο Ζαν ρίχνει κάτω στο πάτωμα ένα μπουκαλάκι και καλύπτει τα πάντα με ένα υπερφυσικό σκοτάδι.

 

Τον ακούω να με πλησιάζει – δεν σκοπεύω να τον αφήσω να με βρει εύκολο στόχο μες στο σκοτάδι. Αγγίζω το θώρακά μου, και λούζεται σε λαμπρό φως, που ακυρώνει τη γητειά. Ο Οράτιος δίπλα μου ολοκληρώνει ένα δεύτερο ξόρκι, χρησιμοποιώντας με χάρη τα χέρια του με τους σουγιάδες για να κάνει τις κινήσεις που χρειάζονται για την επίκληση.

«Δυσκόλεψαν τα πγάγματα. Au revoir!»

Αυτό λέει ο Ζαν καθώς βουτάει δίπλα από τον Οράτιο και το βάζει στα πόδια, με ταχύτητα που ξέρουμε ότι δεν μπορούμε να φτάσουμε χωρίς μαγεία. Χωρίς άλλους παπύρους βιασύνης, η μόνη μου επιλογή είναι να του ρίξω ένα βέλος με τη βαλλίστρα μου. Τον γδέρνει αμυδρά, αλλά δεν τον εμποδίζει από το να ξεφύγει.

Ο Οράτιος δίπλα μου δεν κάνει κάτι για να τον κυνηγήσει. Ξέρουμε ότι δεν έχουμε τη δύναμη να του κάνουμε κάτι αυτή τη στιγμή…

 

***

 

Γυρίζω το κεφάλι. Δεν μπορώ να κοιτώ πια αυτό το σωρό από πέτρες με τα λουλούδια στην κορυφή. Ο «Οράτιος» τον έχει ευλογήσει, δεν μένει κάτι άλλο να κάνουμε εδώ.

Είναι μια μέρα δρόμος από τη Γη των Θρήνων. Μεταφέραμε εδώ το πτώμα, το να το αφήναμε εκεί θα ήταν καταδίκη.

Η εικόνα που αντίκρισα μόλις μπήκα στη σκηνή δεν λέει να φύγει από το μυαλό μου. Ο νεκρός – το θύμα – και ο θύτης. Ο Ζαν. Ο άνθρωπός μου. Αυτός που έχασα και ξαναβρήκα την πιο παράλογη στιγμή. Και μετά έκλαψα γιατί θαρρούσα ότι θα τον σκότωνε ο Αρκάνις. Και μετά τον ξαναβρήκα. Για να μου πει αντίο με τρία φρικτά χτυπήματα, αφού είχε σκοτώσει το πλάσμα που…

Προσπαθώ να κρύψω το λυγμό μου…

Το δεύτερο πλάσμα που είχα αρχίσει να αγαπώ.

 

«Δεν έπρεπε να πιστέψουμε την ιστορία του για το πώς ξεγέλασε τον Αρκάνι και του ξέφυγε. Ήμασταν τυφλοί», ψελλίζει δίπλα μου η Γιουγκ – αυτό είναι το πραγματικό όνομα του Οράτιου.

Στέκομαι σιωπηλή.

«Προσπάθησα να μιλήσω με το πνεύμα του Βινάλι. Είναι όπως το φοβόμουν. Η ψυχή του δεν μοιάζει να είναι εκεί. Ο Ζαν την πήρε μαζί του – άγνωστο πώς.»

Δαγκώνω τα χείλια μου και κοιτάζω τον ορίζοντα. Τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι τόσο πιο απλά. Η ζωή μοιάζει σαν κάποιος σαδιστής θεός να παίζει και να γελάει με τις τύχες μας. Άλλωστε, αυτή δεν είναι η φύση του Ταξιδιώτη, ενός από τους Σκοτεινούς Έξι;

 

«Αν ο μόνος τρόπος να βρούμε τον Ζαν για να σώσουμε το Βινάλι είναι να πάμε να ρωτήσουμε τον Αρκάνι, τότε είμαστε χαμένοι» ακούγεται πάλι ο Οράτιος, καθώς γυρίζει κι αυτός το κεφάλι του προς τον ορίζοντα.

Ανοίγω τη χούφτα μου. Την φέρνω μπροστά από τη Γιουγκ και της τη δείχνω. Ένα σκισμένο κομμάτι ρούχο από το μανίκι του πρώην εραστή μου και μια ξεριζωμένη τρίχα.

Το πρόσωπό της ξαφνικά φωτίζεται. Χαμογελάει. Προσπαθώ να τη μιμηθώ.

Με αυτό στο χέρι μας, Ζαν, δεν μπορείς να γλιτώσεις από μια κρυσταλλοσκόπηση. Au revoir.

 

Η φίλη μου φέρνει το χέρι της γύρω από τη μέση μου. Χωρίς να συνεννοηθούμε, παίρνουμε ταυτόχρονα την γκρίζα, λιτή, «γλοιώδη» μορφή της φυλής μας. Μπροστά μας, ο ήλιος δύει, και μαζί με εμάς βυθίζονται στο γκρίζο και οι λόφοι γύρω μας.

 

 

 

 

ΤΕΛΟΣ

του πρώτου κύκλου

Edited by tec-goblin
Link to comment
Share on other sites

Ιδού. Το τελικό. Συνημμένο.

 

Περιλαμβάνει σχόλια για τις πηγές μου. Σας συμβουλεύω να τα απενεργοποιήσετε αν αυτή είναι η πρώτη σας ανάγνωση.

Επίσης περιλαμβάνει πολλές μικρές διορθώσεις. Είναι κάποια θέματα ροής του λόγου και κάποια θέματα εσωτερικής συνέπειας.

 

Have fun!

 

Πύρρο, ήρθε η ώρα σου :).

TecGoblin_AppliedArchaeology.zip

Edited by tec-goblin
Link to comment
Share on other sites

Άντε ρε, τελικά κάποιοι το διαβάζουν όντως :) (αν κρίνω από τα downloads).

:party:

Link to comment
Share on other sites

  • 3 weeks later...

Loipon goblinaki... Meta apo polles pieseis sou :p egina melos gia na sou kanw ki ena reply :p. Mou arese para polu, alla auto to 3ereis hdh... Epishs ta sxolia sto teleutaio doc me boh8hsan na katalabw kapoia pragmata. Mhn anushxeis oti 8a se skotwsw (afou eisai Agglia)... Perimenw na anasthseis me kapoion tropo ton Binalh (alliws 8a ta poume apo konta :p)...

Telos epeidh sto goblinaki aresei na nomizei oti exei koino kante download to arxeio akoma ki an mpainete tuxaia :p.

Link to comment
Share on other sites

Erica, καλωσήρθες και θα σε παρακαλούσαμε, αν μπορούσες, να γράφεις στα Ελληνικά.

Link to comment
Share on other sites

  • 3 weeks later...

Αξιώθηκα τελικά να διαβάσω τα τελευταία κεφάλαια. Καλά, αλλά πολύ μπέρδεμα ρε παιδί μου (άσε που πρέπει να φρεσκάρω τις γνώσεις μου σε D&D).

Περιμένουμε τον δεύτερο κύκλο, όπου, εκτός από Αμπολέθια, βάλε και κανένα Ηλιθίδιο (γνωστό και ως εγκεφαλικό εκδορέα)

Link to comment
Share on other sites

  • 2 weeks later...

Αχαχα, εγκεφαλικός εκδορέας, σπέρνεις! ;)

 

Χμ, τα επόμενα κεφάλαια μάλλον θα αργήσουν γιατί την όρεξή μου για Έμπερον θα την καναλιζάρω στο... να παίξω επιτέλους Έμπερον!

Αφού τα gunslinger girls κανονίσουν κάτι πράγματα με πλοκάμια στη Ρωσία :whistling:

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..