Deodonus Posted October 10, 2006 Share Posted October 10, 2006 Όνομα Συγγραφέα: Deodonus Είδος: Φαντασία Βία: ελάχιστη Σεξ: όχι Αρηθμός λεξών: 738 Σχόλια: Άλλη μια εικόνα, μια έμπνευση. Ένα μέρος από μια μεγαλύτερη φανταστική ιστορία. Αχ και να μπορούσα να κάτσω κάτω να γράψω κάτι ολοκληρωμένο... Όσο για τον Deodonus, ναι, είναι (ήταν) χαρακτήρας στον κόσμο μου! Με ένα περίεργο δέος, διάβασα την επιγραφή που δέσποζε με κατακόκκινα γράμματα πάνω στην φθαρμένη πέτρα: «Deodonus, Rex Coelestis, Harmoniae Mundi Imperator». Πέρασα την πέτρινη πύλη και, με αργά βήματα, μπήκα και εγώ στον αρχαίο ναό. Στον χώρο υπήρχε διάχυτη μια αίσθηση ιερού και μυστήριου. Οροφή δεν υπήρχε πια και οι τοίχοι ολόγυρα ήταν σε μερικά σημεία γκρεμισμένοι. Τα ελάχιστα αντικείμενα που ήταν διάσπαρτα, μαρτυρούσαν λίγο από το παλιό του μεγαλείο. Φυσικά δεν υπήρχε τίποτα που να λαμπίριζε ή να γυάλιζε, όλα είχαν κλαπεί από το πέρασμα των αιώνων. Και όμως, λίγες ξεθωριασμένες τοιχογραφίες εδώ και εκεί, μερικοί επιβλητικοί θρόνοι, τεράστιες κολώνες και αγγεία δήλωναν ότι κάτι υπερβολικά μεγαλόπρεπο υπήρχε κάποτε εδώ, πιο επιβλητικό και από όσο ήδη φαινόταν τώρα γκρεμισμένο. Καθώς απορούσα ακόμα κατά πόσο θα βρίσκαμε αυτό που αναζητούσαμε σε αυτό τον τόπο και πιο πολύ κατά πόσο θα μας άφηνε να το παίρναμε μαζί μας, άρχισα να ψάχνω ανάμεσα στις χοντρές πέτρες που απάρτιζαν τους τοίχους τριγύρω μου. Με τι ακριβώς έμοιαζε αυτό που ψάχναμε, κανείς δεν ήξερε. «Το ελάχιστο των πάντων». Τρέχα γύρευε! Τι ακριβώς είναι αυτό; Μήπως κάποιο αντικείμενο, όπως ένα άγαλμα, ένα σπαθί, ένα χρυσό ραβδί; Ή μήπως κάποια κρυστάλλινη σφαίρα, από αυτήν που συνηθίζουν να έχουν στα εργαστήριά τους οι μάγοι; Ή μήπως πάλι κάποια παλιά περγαμηνή, που πάνω τις θα έχει λέξεις ιερές, γραμμένες από τις απαρχές του χρόνου, με όλη την σοφία των αιώνων που πέρασαν και πρόκειται να έρθουν; Σάστισα βλέποντας σε ένα σημείο του τοίχου μία κηλίδα αίμα. Ποιος άθεος τόλμησε να κάνει τέτοια πράξη εδώ μέσα, σε ένα τόσο ουράνιο και απόκοσμο μέρος; Σε ένα μέρος, που ακόμα και έτσι όπως έχει μείνει, με τα λιγοστά του ερείπια, το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να πέσεις στα γόνατα και να προσευχηθείς. Ποιος θα τραβούσε σπαθί εδώ μέσα; Ποιος θα σκότωνε; Ποιος θα γκρέμιζε ένα τέτοιο θείο δώρο, την ίδια την παρουσία του θείου στην γη; Ξαφνικά ακούω δυνατές φωνές από πίσω μου. Γυρνάω να δω. Βλέπω τον ναό έτσι όπως ήταν, με όλο του το μεγαλείο. Αλλά μια σκηνή φρικιαστική: άντρες με σπαθιά και πανοπλίες μανιασμένοι να σφάζουν τους ιερείς και τους μοναχούς, να σκορπίζουν παντού αίμα και οδύνη, να καταστρέφουν πολύτιμα αντικείμενα, να γκρεμίζουν ιερά αγάλματα. Είδα μάγους να κάνουν μεγαλειώδη ξόρκια για να προστατεύσουν ό,τι μπορούσαν από την μανία των εισβολέων. Και φωτιά, παντού φωτιά να τρώει τα πάντα και να τα διαλύει. Και τότε, στον κεντρικό διάδρομο, λίγα μέτρα από την πόρτα, η πιο τραγική εικόνα: μια μάνα να φυγαδεύει ένα βρέφος στην αγκαλιά της. Με τον φόβο ζωγραφισμένο στο πρόσωπό της, με το ένστικτό της και μόνο, έχοντας χάσει κάθε ομορφιά και ευγένεια, από αυτές που τόσο πολύ έχουν υμνήσει ιππότες και ευγενείς, να τρέχει με αγωνία να γλιτώσει το παιδί της, το αίμα της, από τον θάνατο. Μια μικρή λάμψη, ένα μικρό αστέρι έπεσε από το βρέφος και μπήκε σε μια χαραμάδα στο πάτωμα, καθώς όλο το τοπίο χανόταν μέσα σε ένα σύννεφο μνήμης και οι φωνές και τα ουρλιαχτά χανόντουσαν σε μια μακρινή ηχώ. Σε λίγες στιγμές είχα γυρίσει στο παρόν. Χωρίς δεύτερη σκέψη, έτρεξα στο σημείο που είχα δει προηγουμένως την μικρή λάμψη να πέφτει από το βρέφος. Ανάμεσα στις πέτρες υπήρχε μόνο χώμα. Άρχισα να σκάβω με τα δάχτυλά μου, ενώ οι υπόλοιποι είχαν αρχίσει να με πλησιάζουν με μια απορία ζωγραφισμένη στα πρόσωπά τους. Μέσα από τα χώματα ξεπρόβαλε, σαν ήλιος σε ανατολή χειμωνιάτικης ημέρας, ένα μικρό, τόσο δα κρυσταλλάκι, πιασμένο σε μια χρυσαφένια αλυσιδίτσα. Η λάμψη του, φωτεινή σαν πέντε αστέρια μαζί και μυστήρια σαν τον θολό βυθό της θάλασσας, σκόρπισε γύρω του ένα απαλό γαλάζιο φως, σαν να χαιρόταν που το ελευθερώσαμε από την αγκαλιά της γης. Το πήρα στα χέρια μου, το καθάρισα από τα χώματα και το σήκωσα, κρατώντας το από την αλυσίδα, ώστε να το βλέπουν όλοι. «Αυτό πρέπει να είναι»,είπα και αμέσως τα πρόσωπά μας γλύκαναν με ένα χαμόγελο ανακούφισης. Ταξιδέψαμε πέντε μήνες, αντιμετωπίσαμε τόσους κινδύνους, διανύσαμε δύο χώρες και μια θάλασσα, ρωτήσαμε όλον τον ειδών τους ανθρώπους, μπλεχτήκαμε σε ίντριγκες και συνομωσίες, για ένα πετραδάκι τόσο μικρό. Αλλά η θέα του και μόνο μας αντάμειψε. Τώρα μένει μόνο το ταξίδι της επιστροφής, αυτό είναι το πιο εύκολο. Πίσω πάλι, πίσω από τις χιονισμένες κορυφές των Γαλάζιων Ορέων, πέρα από την Κόκκινη Θάλασσα, μετά την Πρασινοπιτσιλωτή Κοιλάδα, στα Όμορφα Δάση, πίσω στους Γηραιούς, στα πανέμορφα Ξωτικά του δάσους, πίσω στην όμορφη Αττάλεια, με τα κατάμαυρα μαλλιά και τα καταπράσινα μάτια... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Nienna Posted October 10, 2006 Share Posted October 10, 2006 Στο τέλος μου δίνει αυτή την ευχάριστη αίσθηση του να ανατριχιάζω. Είναι πολύ όμορφη εικόνα, έχεις όμορφες εμπνεύσεις. Μακάρι να μπορέσεις να τις κάνεις βιβλίο, ή έστω να κάνεις μια συλλογή με τίτλο "Εικόνες". Ωραία θα ήταν... Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Guest silversoldier Posted October 10, 2006 Share Posted October 10, 2006 (edited) Λοιπον μεγάλε άρχοντα, η ιστόρια είναι κάτι πολύ ωραίο για κάτι αυτοτελές. Το κείμενο έχει πολύ ζωντανές εικόνες. Η όλη ιδέα του οράματος παρότι δεν είναι κάτι σπανιο, ήτανε πραγματικά αξιόλογη σαν παρουσίαση. Καθώς και βολέψε πολύ στην προώθηση της ιστοριούλας! Η τελευταία παράγραφός όντως έχει κάτι μυστηριακό, δεν μπορώ να το διευκρινήσω! Edited October 10, 2006 by silversoldier Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.