Jump to content

Τρομοκρατική Οργάνωση Γερόντων


dreamwhisperer

Recommended Posts

Όνομα Συγγραφέα: Γρηγοριάδης Σάββας

Είδος: Αστική Φαντασία

Βία; Όχι

Σεξ; Όχι

Αριθμός Λέξεων:

Αυτοτελής; Ναι

Σχόλια: Ουδέν

 

Τρομοκρατική Οργάνωση Γερόντων

 

Για ένα ακόμα βράδυ έμεινε ξύπνιος. Όχι ότι από τότε που πέθανε η κυρία Μαρία, η γυναίκα του, κοιμόταν πολλές ώρες, αλλά τα τέσσερα τελευταία βράδια δεν μπορούσε να κλείσει τα μάτια του ούτε για λίγα λεπτά.

 

Ένα οργασμός σκέψης, πρωτόγνωρος τα τελευταία χρόνια, δεν τον άφηνε στην ησυχία του.

 

Όλα ξεκίνησαν από εκείνη τη συζήτηση με τον ταξιτζή.

 

Εκείνη τη μέρα τα πόδια του πονούσαν, ήταν τόσο πρησμένα τα γόνατά του ("ρευματικά, τι να κάνουμε;" του είχε πει ένα παιδαρέλι γιατρός της συμφοράς που τον είχε εξετάσει) που δεν μπορούσε να περπατήσει και σίγουρα δεν θα ριψοκινδύνευε να πάρει λεωφορείο, όπου κατά πάσα πιθανότητα θα στέκοταν όρθιος.

 

Πήρε ταξί, ο πόνος των ποδιών ήταν πιο δυνατός από τον πόνο της τσέπης.

 

"Για που ετοιμάζεσαι, παππού;" τον ρώτησε.

 

Για τον άλλο κόσμο, ήταν έτοιμος να απαντήσει, αλλά βαρέθηκε.

 

Άκου παππού! το τσογλάνι.

 

"Για την τράπεζα" του είπε κοφτά.

 

Ο ταξιτζής κούνησε περιστροφικά το δεξί του χέρι, ενώ με το αριστερό συνέχισε να κρατάει το τιμόνι. Είχε το κακό συνήθειο να γυρίζει και να κοιτάει το συνομιλητή του, λες και στο πλάι του κεφαλιού του είχε άλλο ζευγάρι μάτια να προσέχουν στο δρόμο.

 

"Πας να πάρεις τη σύνταξη παππού; Πως είσαι; Ικανοποιημένος;"

 

Τι ικανοποιημένος ρε μάπα; Για ζήσε εσύ με τετρακόσια ευρώ και έλα να τα πούμε.

 

Κούνησε αρνητικά το κεφάλι.

 

"Αν ήμουν εγώ στη θέση σου, θα ζωνόμουν δύο χειρομβοβίδες και θα τους ανατίναζα όλους. Τι θα σου κάνουν; Να σε δικάσουν; δεν μπορούν. Να σε δείρουν; σιγά μην τολμήσουν. Φυλακή να σε κλείσουν; Αποκλείεται. Το πολύ πολύ να σε βγάλουν άνου, ξεμωραμένο".

 

Γύρισε ακόμα μία φορά και τον κοίταξε στα μάτια.

 

"Εσείς οι γέροντες, έχετε φοβερή δύναμη, αλλά δεν την ξέρετε" και συνέχισε να οδηγάει σφυρίζοντας.

 

Περπατούσε σιγά μέσα στο στενό διάδρομο του σπιτιού του. Ήταν ακόμα τα πάντα σκοτεινά.

 

"Βλάκα!" φώναξε και χτύπησε με το χάρι του το μέτωπό του, τόσο δυνατά που η μασέλα κροτάλιασε μέσα στο στόμα του.

 

Άνοιξε το φως του γραφείου του, πήρε την παλιά του πένα και πάνω στο χαρτί έγραψε

 

"Αν όχι εμείς, ποιοι;

 

Αν όχι τώρα, πότε;"

 

Χαμογέλασε. Το υπόλοιπο βράδυ κοιμήθηκε σαν μωρό.

 

 

 

Τα πάντα προχωρούν γρήγορα έχοντας μία δική τους θέληση, πέρα από τη δική μας.

 

Η συνάντηση είχε οριστεί. Οι πάντες σύμφωνοι,

 

Μπήκε μέσα στο καφενείο "Τα περήφανα γηρατειά" κάποτε στέκι ταβλιού και πρέφας, τώρα το άντρο της συνομωσίας.

 

Με το που άνοιξε την πόρτα, τέσσερα κεφάλια από διάφορα τραπέζια γύρισαν και τον κοίταξαν. Μεταξύ τους έκαναν ένα αδιόρατο νεύμα και σαν συνεννοημένοι κινήθηκαν όλοι μαζί προς το ακριανό τραπεζάκι.

 

Δύο γεροντάκια έπαιζαν πρέφα.

 

"Τετέλεσται ο ρήγας σου" φώναξε ο ένας από τους δύο ρίχνοντας ένα χαρτί στο τραπέζι.

 

Τους κοίταξαν βλοσυρά και τα γεροντάκια σαν δαρμένα κουτάβια απομακρύνθηκαν.

 

 

 

"Όλα έτοιμα;" τους ρώτησε κοιτάζοντας γύρω του για να δει αν κανένας τους κρυφάκουγε.

 

"Όλα έτοιμα, "Καθητητά"" απάντησε ο πιο γεροδεμένος απ' όλους.

 

Τα ονόματα είχαν εξαφανιστεί, υπήρχαν πλέον μόνο συνθηματικά, όπως τότε στην Αντίσταση.

 

"Με το θέμα, τι έγινε "Κωλόγερε";" ρώτησε το γεροδεμένο.

 

Συνθηματικό που πήγε και βρήκε...

 

"Έχω δύο κιβώτια γερμανικές χειροβομβίδες από τον πόλεμο. Λειτουργούν ακόμα. Γερμανικό πράγμα, αθάνατο..."

 

Όλοι κούνησαν καταφατικά το κεφάλι σε ένδειξη θαυμασμού.

 

"Έχω ένα ιταλικό αυτόματο και το περίστροφό μου από την Αλβανία".

 

Έσκυψαν το κεφάλι στη θύμηση του έπους. Παλιοί σύντροφοι στη μάχη, δεν μίλησαν για λίγο, σαν να ήθελαν να αποτίσουν φόρο τιμής σ' εκείνες τις αξέχαστες μέρες.

 

"Το γράμμα;" ρώτησε ο Καθηγητής.

 

Κοιτάχτηκαν μεταξύ τους με απορία.

 

"Ποιο γράμμα;".

 

"Το γράμμα! Η προκύρηξη! Τα αιτήματα! Το γράμμα!" είπε σφίγγοντας τα δόντια του.

 

Αλτζχάιμερ, ο πιο σημαντικός κίνδυνος του ιδιοφυούς του σχεδίου.

 

Εκείνη τη στιγμή πλησίασε βαριεστημένα ο καφετζής. Όλοι σταμάτησαν να μιλούν και κοίταζαν αδιάφορα προς κάθε κατεύθυνση, σαν παιδιά που τους είχαν πιάσει να κάνουν αταξία.

 

Δεν τους ρώτησε, μόνο κούνησε το κεφάλι. Ήταν φανερό ότι ήθελε να μάθει την παραγγελία τους.

 

Όλοι έκανα αυτόματα την κίνηση για να ψάξουν τις τσέπες τους.

 

Για να αποφύγει τις καθυστερήσεις πήρε την πρωτοβουλία ο "Καθηγητής"

 

"Πέντε από τους δικούς μας" του είπε και του έκανε νόημα να φύγει.

 

Μετάφραση, πέντε ελληνικούς, με μίση κουταλιά καφέ (πειράζει στα νεύρα και στην πίεση), χωρίς καθόλου ζάχαρη (ένεκα ζαχάρου) και γράφτα (15 του μηνός και η σύνταξη έχει εξανεμιστεί).

 

"Το γράμμα..." συνέχισε την κουβέντα.

 

Ο "Κωλόγερος" έσκυψε στο αυτί του και του ψιθύρισε ότι το είχε αναλάβει ο "Καπετάνιος" δείχνοντας τον πιο γέρο από όλους.

 

Ο "Καθηγητής" σήκωσε τα μάτια του προς τα πάνω σαν να προσεύχοταν και περιστροφικά τα κατέβασε προς το γέρο.

 

"Ρε καπετάνιε... Ρε καπετάνιε..." και σταμάτησε με απελπισία.

 

Ο "Καπετάνιος" έδειξε τον εαυτό του και το στόμα του άνοιξε με απορία.

 

"Εγώ;" είπε μόνο.

 

"Δεν συζητούσαμε τρεις ώρες τις προάλλες για το γράμμα; Δεν είπαμε ότι μετά το χτύπημα θα αναλάβεις εσύ να το στείλεις; Τι σκατά; Αν δεν υπάρχει γράμμα, θα μας περάσουν για τρελούς" είπε και χτύπησε το χέρι του στο τραπεζάκι.

 

"Καλά παιδάκι μου, καλά. Μην κάνεις έτσι" είπε ήρεμα "Μου τέλειωσαν τα χάπια και δεν πήρα άλλα. Ξεχνάω λιγουλάκι"

 

Ο "Καθηγητής" στη δικαιολογία αυτή κούνησε με κατανόηση το κεφάλι του.

 

"Εντάξει. Θα σου δώσω από τα δικά μου. Αν και μου τελειώνουν. Στα ύψη πήγαν τα αναθεματισμένα".

 

Όλοι συμφώνησαν.

 

"Παλικάρια", είπε ο "Καθηγητής", "Είμαστε για να' μαστε. Όλα θα κριθούν στις λεπτομέρειες. Αν μας πιάσουν δεν μιλάμε. Δεν λέμε λέξη".

 

"Εδώ δεν φοβήθηκα τους Γερμανούς, θα φοβηθώ αυτά τα τσογλάνια" είπε ο "Κωλόγερος" και έδειξε ένα σημάδι στον ώμο του, δώρο από τη Μέρλιν.

 

"Ποιους Γερμανούς; Τους Τούρκους δεν φοβηθήκαμε" είπε ο "Καπετάνιος" και σηκώθηκε από τη καρέκλα του με πάθος αφήνοντας όλους τους άλλους να απορούν για ποιον πόλεμο αναφέροταν και πόσο πίσω πήγαιναν οι αναμνήσεις του. Την εισβολή στην Κύπρο, τους Βαλκανικούς ή μήπως την επανάσταση του ' 21;

 

Ο "Καθηγητής" έσπασε τη σιωπή.

 

"Αρκετά τους παρακαλέσαμε.

 

Αρκετά τους εξηγήσαμε.

 

Αρκετά προσπαθήσαμε να τους δώσουμε να καταλάβουν.

 

Αρκετά ζητιανέψαμε.

 

Αρκετά μας κορόιδεψαν.

 

Αρκετά μας χλεύασαν.

 

Αρκετά μας ειρωνεύτηκαν" είπε και πήρε μία ανάσα.

 

 

 

"Ήρθε η ώρα να μας φοβηθούν".

 

και όλοι ένωσαν τα χέρια τους στη μέση του τραπεζιού.

Edited by Nienor
Link to comment
Share on other sites

Η ιστορία, αν και καμία σχέση δεν έχει με φαντασία, είναι ένα ευχάριστο αστείο. Πιάνεις πετυχημένα τον τόνο υπερβολής που χρειάζεται η σάτιρα και τα διάφορα σχόλια των γέρων είναι τόσο άτοπα σε σημεία που προσθέτουν πόντους στο αποτέλεσμα (πχ, πόσοι αγωνιστές της Μικράς Ασίας ζουν ακόμα; )

Link to comment
Share on other sites

(πχ, πόσοι αγωνιστές της Μικράς Ασίας ζουν ακόμα; )

 

Αυτό και μόνο δεν το κάνει φάντασυ; :)

Link to comment
Share on other sites

Αυτό και μόνο δεν το κάνει φάντασυ; :)

 

Σαφέστατα το διηγηματάκι δεν είναι φάντασι, με την έννοια που όλοι ξέρουμε. Είναι ένα διήγημα φαντασία, αλλά κύριως σκοπός του ήταν η σάτιρα πάνω σε κάποια γεγονότα της καθημερινότητας και κυρίως μία διαφορετική οπτική γωνία πάνω στην άποψη

 

"Μην υποτιμάς ποτέ την ικανότητα κάποιου να αντιδράσει"

 

Οι γέροντες τις ιστορίας είναι οι παππούδες του διπλανού καφενείου που τρώνε ξύλο από τα ΜΑΤ κάθε φορά που διαμαρτύρονται. Που όλοι τους έχουν ξεγραμμένους, γιατί νομίζουν ότι έχει παρέλθει η περίοδος της επανάστασης γι' αυτούς και όλοι ξεχνάν ότι πρόκειται για ατσάλινες γενιές που έχουν ζήσει πολλά περισσότερα από εμάς.

 

Επειδή έγινε κάποια συζήτηση για το κατά πόσο ταιριάζει στους κανονισμούς, σίγουρα δεν ταιριάζει. Ωστόσο νομίζω ότι ήταν μία μικρή νότα κάτι διαφορετικού, που στο κάτω κάτω δεν φέρει και δάφνες "σοβαρής" λογοτεχνίας. Κάτι αστείο ως μία πρώτη απόπειρα.

Link to comment
Share on other sites

Φάση έχουν οι γέροι!Ισχυροί!Αν και αυτός ο Καθηγητής μου τη σπάει έτσι όπως μιλάει.

Η ιστορία μου θυμίζει κάτι που έγραφα παλιότερα με ένα φίλο μου(ίσως και να ποστάρω κάποιο κομμάτι).Από εκεί και πέρα μένει στη μέση ουσιαστικά.Επίσης δεν είναι ιστορία φαντασίας,ανήκει μάλλον στις Διάφορες Ιστορίες.Οπότε δεν βλέπω να ταιριάζει στο πνέυμα του διαγωνισμού αλλά σαν ένα πρόχειρο διηγηματάκι στεκεται μια χαρά.Αυτές οι παρενθέσεις μόνο,κατά τη γνώμη μου θα μπορούσαν να αποφευχθούν.

Link to comment
Share on other sites

  • 2 years later...

Μου άρεσε πολύ, ειδικά κάποιες ατάκες που έχουν πολύ γέλιο, "Αλτσχάιμερ", "Κωλόγερε", "καφενείο Τα περήφανα γηρατειά" και τέτοια:lol:. Θα το κάνω copy paste και θα το πάω να το διαβάσουν οι γονείς μου...:devil2: Αλλά πρέπει να το πάρεις λίγο περισσότερο στα σοβαρά το θέμα του χιούμορ. Είναι δύσκόλο να το πετύχει κανείς και εσύ που το πέτυχες μην το αφήνεις έτσι, δούλεψέ το και συνέχισέ το. Είτε μεγαλώνοντας αυτό, είτε δοκιμάζοντας να γράψεις και άλλα χιουμοριστικά. Εύγε! :thmbup:

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
  • Upcoming Events

    • 0
      13 December 2025 05:00 PM
      Until 07:00 PM

×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..