Βρασίδας Posted May 28, 2009 Share Posted May 28, 2009 Όνομα Συγγραφέα:Βρασίδας Είδος: Τρομου; Εντάξει τρόμου. Βία; Μπα Σεξ; Τσου Αριθμός Λέξεων: 1187 Αυτοτελής; Ναι Σχόλια: Οτι πει ο κοσμος Χτύπησα την πόρτα και ο ήχος ακούστηκε κοφτός και τελεσίδικος μέσα στο βαθύ σκοτάδι. Ήταν από τις μέρες που σιχαίνεσαι τη δουλειά σου, όμως δεν μπορείς παρά να την κάνεις. Και πιστέψτε με, έχω πιάσει πολλές φορές τον εαυτό μου να σκέφτεται έτσι. Άλλωστε δεν ήταν δύσκολο να έρθω στη θέση των ανθρώπων που τους χτύπαγα την πόρτα μέσα στη μαύρη νύχτα. Και δεν με ενοχλούσε καθόλου που συνήθως αναγκαζόμουν να επιμείνω και καμιά φορά να εισβάλλω και δια της βίας στα σπίτια τους. Και αυτό ήταν μέρος της δουλειάς. Και φυσικά κανένας δεν ανοίγει την πόρτα να περάσει ο ίδιος του ο θάνατος. Το μικρό χαμόσπιτο μέσα στο δάσος το ήξερα, είχα ξαναπεράσει πολύ πρόσφατα από εκεί. Στις εποχές της αρρώστιας και της επιδημίας αναγκάζεσαι συχνά να επαναλαμβάνεις τις επισκέψεις σου. Τέσσερις φορές ως τώρα στο φτωχικό αυτό σπίτι είχα περάσει , πάντα νύχτα, πάντα σιωπηλός, πάντα ασυγκίνητος, τουλάχιστον φαινομενικά. Και πάντα φεύγοντας είχα πάρει μαζί μου κάτι πολύτιμο. Την ψυχή του πατέρα πρώτη, ίσως μια πράξη ελέους. Ένας δυνατός άνθρωπος, δουλευταράς και περήφανος παρά τη φτώχια του, σίγουρα δεν θα ήθελε να δει το ξεκλήρισμα της οικογένειάς του που ακολούθησε. Η αρρώστια πήρε με μεσολαβητή πάντα εμένα, την μεγάλη κόρη σύντομα, και ύστερα , ακόμα μέσα στους θρήνους και τον απόλυτο πόνο, τους δύο γιους του. Ανάλγητα. Χωρίς αισθήματα. Απλώς γιατί είχε γραφτεί. Κι εγώ ήμουν αυτός που κάθε φορά χτυπούσε την πόρτα με συνοδεία τα πένθιμα κρωξίματα των νυχτοπουλιών. Η οικογένεια ήταν πια μόνο η μητέρα και ο μικρός γιος , ούτε πέντε χρονών ακόμα. Ίσως δεν είναι αλήθεια πως ο Θάνατος είναι χωρίς καρδιά και αισθήματα γιατί δεν μπορούσα παρά να σκεφτώ ότι η μητέρα θα πάλευε σαν λέαινα όταν μάθαινε ποιόν είχα έρθει να πάρω αυτή τη φορά. Ακόμα κι αν αντιμετώπισε το θάνατο του άντρα της και των υπόλοιπων παιδιών της με έναν αυξημένο πόνο και θυμό, κάθε φορά μεγαλύτερο, αυτή τη φορά ήξερα πως δεν θα παρέδινε εύκολα ότι της είχε απομείνει. Θα προτιμούσε να πεθάνει αυτή. Όλη της η ζωή και η ύπαρξη είχαν συγκεντρωθεί πάνω στο μικρότερο και στερνό παιδί της, και όταν η αρρώστια χτύπησε ξανά, το θολωμένο της μυαλό δεν άντεξε. Αποτόλμησε να ανοίξει βιβλία που δεν έπρεπε. Να ρωτήσει για γνώσεις που δεν είναι του κόσμου αυτού. Ο γέρος της σπηλιάς στους πρόποδες του βουνού της είπε όσα ήθελε να μάθει. Ίσως επειδή ήθελε να δει πως θα κατέληγαν όσα ακόμα και αυτός ο ίδιος δεν είχε αποτολμήσει να ξεστομίσει. Όσα δεν άγγιξαν άνθρωποι σοφοί όσο και ακόλαστοι, παρά την παθιασμένη επιθυμία της γνώσης ή του κέρδους τα τόλμησε μια απλή γυναίκα. Επειδή δεν ήθελε να παραδοθεί. Δεν ήθελε να παραδοθεί γιατί το παιδί της πέθαινε, κι αυτή θα έκανε το παν για να με νικήσει. Όμως εγώ δεν ήμουν εκεί γι’ αυτήν. Και όσο κι αν καταλάβαινα τον πόνο της είχα μία δουλειά να κάνω. Και θα την έκανα, όπως την έκανα αιώνες τώρα, κερδίζοντας το δικαίωμα της ίδιας μου της ύπαρξης μέσα από τον πόνο και το δάκρυ των θνητών. Εκτός φυσικά αν αποφάσιζε να δώσει το υπέρτατο τίμημα. Ακόμα κι εγώ δεν είχα δικαίωμα να το αρνηθώ. Άλλωστε γνώριζα πολύ καλά τις επικλήσεις και τα ξόρκια που μάθαινε συλλαβίζοντας, δίπλα στον άτολμο γέρο. Όπως το περίμενα και το φανταζόμουν η πόρτα δεν άνοιξε παρ’ ότι τα χτυπήματά μου έγιναν πιο έντονα και ανυπόμονα. Αναστέναξα παραιτημένος. Έπρεπε κι αυτή τη φορά να μπω μόνος μου. Ήμουν έτοιμος να το κάνω όταν η πόρτα άνοιξε και η ταλαιπωρημένη γυναίκα στάθηκε μπροστά μου. Δεν μου θύμισε σε τίποτα έναν παραιτημένο, νικημένο άνθρωπο παρ’ ότι οι επισκέψεις μου την είχαν ανεξίτηλα σημαδέψει. Μια βαθιά αίσθηση αξιοπρέπειας την περιέβαλλε σαν φωτοστέφανο καθώς μου πρότεινε την ανταλλαγή. Η αποφασιστικότητα ήταν ζωγραφισμένη στο πρόσωπό της. Είπε τα σωστά λόγια, έδωσε την προσφορά της. Αίμα για αίμα. Ψυχή για ψυχή, ζωή για τη ζωή, θάνατος για τον θάνατο. Μια πανάρχαια συμφωνία μεταξύ των θνητών και των αθανάτων, που δεν μπορούσα παρά να σεβαστώ. Το υπέρτατο τίμημα. Η ζωή της για τη ζωή του τελευταίου παιδιού που της είχε απομείνει. Δεν ξαφνιάστηκα παρ’ όλο που είχα αιώνες να το αντιμετωπίσω. Η αγάπη μεταξύ των θνητών είναι αρκετά αδύναμη τις περισσότερες φορές μπροστά στον υπέρτατο φόβο και την έχω δει αρκετές φορές να λυγίζει, να λιώνει και να χάνεται σαν το κερί. Η μοναδική αγάπη που ξεπερνούσε και αυτό ήταν η αγάπη της μητέρας. Δεν με ξάφνιασε. Το περίμενα. Υποκλίθηκα ελαφρά και παραμέρισε για να περάσω. Πέρασα μέσα. Ένα φτωχό καλυβόσπιτο και τίποτα παραπάνω. Όπως τόσα και τόσα που είχα δει στους αιώνες που περπατώ πάνω στη γη, ψυχοπομπός των θνητών. Στη μέση ένα τραπέζι που ισορροπούσε πάνω σε τρεισήμισι πόδια και μερικές αξιολύπητες καρέκλες. Στη μια γωνιά η «κουζίνα» που ήταν παράλληλα και το μέσο θέρμανσης του σπιτιού. Και στο βάθος, σε ένα μεγάλο κρεβάτι στρωμένο με άχυρο και μια παλιά βελέντζα ήταν σκεπασμένο το μικρό κορμί του οποίου την ψυχή είχα έρθει αρχικά να συνοδεύσω. Την άφησα να αγκαλιάσει το γιο της για τελευταία φορά. Αντίθετα με όσα πιστεύουν οι θνητοί , είμαι απλώς αναπόφευκτος, δεν είμαι όμως άκαρδος. Ψιθύρισε λόγια αγάπης έχοντας το κεφάλι του στην αγκαλιά της, πέρασε στο λαιμό του όλα τα φυλακτά. Φυλακτά για την αρρώστια, την μαγεία, την βασκανία, το θάνατο. Φτωχές, μάταιες, ανθρώπινες ελπίδες. Όταν το αγόρι ησυχασμένο από την αγκαλιά της μάνας παραδόθηκε στον ύπνο άπλωσα το χέρι μου. Ήρθε μαζί μου χωρίς φωνές, χωρίς ικεσίες, χωρίς να αντισταθεί. Ήρθε με τη θέλησή της και με ακολούθησε καθώς μας κατάπινε το σκοτάδι. Ο δρόμος προς τα πηγάδια των ψυχών είναι μακρύς και σκοτεινός. Ποτέ δεν άρθρωσα ούτε μια λέξη, στις ατελείωτες, επαναλαμβανόμενες διαδρομές που είχα κάνει πριν προς τα εκεί. Πάντα με τις ψυχές των θνητών να με ακολουθούν, με το κεφάλι σκυμμένο, τη σκέψη σε αυτούς που αφήνουν πίσω, το φόβο για το τι περιμένει μπροστά, την ελπίδα γι’ αυτούς που χάθηκαν πιο πριν. Μάταιες σκέψεις, δεν θα τους ξαναδούν ποτέ. Ο θάνατος δεν είναι ούτε χωρισμός, ούτε επανασύνδεση με τους αγαπημένους που έχουν ήδη φύγει. Ο θάνατος είναι απλά ο θάνατος, η επιστροφή στο μηδέν απ’ όπου όλοι οι θνητοί προήλθαν και στο οποίο θα καταλήξουν. Εκείνη τη μέρα όμως ένιωθα την ανάγκη να μιλήσω. Ακόμα και την στιγμή που φτάναμε στην πετρώδη ακτή των σκιών, ακόμη κι εκείνη την τελευταία στιγμή πριν περάσει τα νερά της λήθης, ήθελα να μιλήσω. Δεν ήξερα τι θα έλεγα αν άνοιγα το στόμα μου. Λόγια παρηγοριάς; Συμπαράστασης; Συμπάθειας; Όλα αυτά μοιάζουν τόσο παράταιρα στο στόμα του ψυχοπομπού. Δεν μίλησα ποτέ. Δεν είχε καμία αξία άλλωστε. Ήταν μια μητέρα που έδωσε ότι πολυτιμότερο είχε για να σώσει το παιδί της. Τίποτα δεν θα πρόσθετε ή θα αφαιρούσε από την κατανόησή της για τη ζωή και το θάνατο αν μάθαινε ακριβώς τι είχε πετύχει. Τίποτα δεν θα ωφελούσε αν της έλεγα πως καταλάβαινα, αλλά δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς. Δεν χρειάζομαι άλλωστε δικαιολογίες, απλά κάνω κι εγώ το καθήκον μου όπως το έκανε αυτή. Δεν θα ωφελούσε επίσης σε τίποτα αν της έλεγα ότι το επόμενο βράδυ θα ξαναπερνούσα από το φτωχικό σπίτι στο ξέφωτο του μεγάλου δάσους…. Την βοήθησα να ανέβει στη βάρκα και ξεκίνησα…. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Πυθαρίων Posted May 29, 2009 Share Posted May 29, 2009 Έκτακτο, για ''εντάξει τρόμου'', Βρασίδα. ''Θλίψης'' θα το χαρακτήριζα. Συναισθηματικό, με εναλλαγές ταύτισης του αναγνώστη μεταξύ αφηγούμενου και θυμάτων - τουλάχιστον εγώ έτσι το εισέπραξα . Έμπαινα στη διαδικασία να κατανοήσω την πλευρά του αναπόφευκτου , ύστερα προσπαθούσα να φωτίσω και να συλλάβω τα ίχνη μιας απροσδιόριστης συμπόνοιας που μπορεί να αποτελεί μια αόρατη πτυχή της ψυχρής μοίρας και των διαδικασιών της και πάλι παλινδρομούσα στη λύπη για το πόσο ''άδικες'' είναι πολλές φορές οι τελικές εκβάσεις του πεπρωμένου. Φιλοσοφικό, με προεκτάσεις στη ματαιότητα της αναζήτησης της αποφυγής του μοιραίου και σαρκαστικό ως ένα βαθμό για τη δυνατότητά μας ως όντα να το υπερβούμε. Έστω επιστρατεύοντας υποτιθέμενες αποκρυφιστικές δυνάμεις. Και πολύ όμορφα γραμμένο. Μου άρεσε πάρα πολύ. Μπράβο! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
tetartos Posted May 29, 2009 Share Posted May 29, 2009 Καλογραμμένη ιστορία, με γέμισε μαυρίλα. Μου άρεσε η οπτική γωνία από την πλευρά του θανάτου και η μηδενιστική φιλοσοφία της ιστορίας. Θα μπορούσες να μεγαλώσεις το συναίσθημα της απώλειάς μου, αν περιέγραφες την χαρά και την αισιοδοξία της μητέρας για το μέλλον του γιου της, για το δίλημμά της. Αλλά, πάλι, τόση μαυρίλα δε θα την άντεχα! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Βρασίδας Posted May 29, 2009 Author Share Posted May 29, 2009 Χιλια ευχαριστω για τις κριτικες/συμβουλες/βοήθειές σας... Η αληθεια ειναι πως το εγραψα μεσα σε 20 λεπτάκια και οντως υπο την επήρρεια...θλίψης και ... μηδενιστικής φιλοσοφίας οπως παρατηρησε πολύ εύστοχα ο φίλος Πυθαρίων όσο και ο Τέταρτος. Τεταρτε φιλε μου το ξερεις οτι με μια γραμμη που μου εγραψες μου εδωσες ιδεα να το κανω τουλαχιστον....10 σελιδες αφήγηση; Ευχαριστω... Εστω και αν δεν θα το κανω γιατι θελω να αφηνω τις ιστοριες ετσι οπως μου ... "βγαινουνε" για να σιτεψουνε λιγο πριν τις ξαναπιασω... Ελπιζω να μην τις καταστρεφω εντελως με αυτον τον τροπο. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
mariposa Posted May 29, 2009 Share Posted May 29, 2009 Η ταπεινή μου άποψη είναι να την αφήσεις όπως είναι: απλή, συγκλονιστική και πραγματικά όμορφη. Μερικά πράγματα δεν χρειάζεται να ειπωθούν, τα καταλαβαίνουμε με την ψυχή μας χωρίς να τα διαβάσουμε. Πάρα πολύ ωραία απόδοση και το γεγονός ότι το έγραψες σε τόσο λίγο χρόνο δείχνει ότι έχεις μεγάλες δυνατότητες. Συγχαρητήρια! Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Guest roriconfan Posted May 29, 2009 Share Posted May 29, 2009 Πολύ καλό σε ατμόσφαιρα αν και ο κόπος της μητέρας ένοιωσα ότι νικήθηκε υπερβολικά γρήγορα και εύκολα. Επίσης, ένα τέτοιο θέμα μπορεί να μεγαλώσει σε ολόκληρη νουβέλα, έστω και με αυτοτελείς ιστορίες. Δηλαδή, είναι κρίμα να παραμείνει απλά μια ιστοριούλα. Γιατί να μην είναι ο πιλότος ή η εισαγωγή σε ένα έπος; Για πάλεψε για μια συνέχεια. Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Βρασίδας Posted May 29, 2009 Author Share Posted May 29, 2009 (edited) Η ταπεινή μου άποψη είναι να την αφήσεις όπως είναι: απλή, συγκλονιστική και πραγματικά όμορφη.Μερικά πράγματα δεν χρειάζεται να ειπωθούν, τα καταλαβαίνουμε με την ψυχή μας χωρίς να τα διαβάσουμε. Πάρα πολύ ωραία απόδοση και το γεγονός ότι το έγραψες σε τόσο λίγο χρόνο δείχνει ότι έχεις μεγάλες δυνατότητες. Συγχαρητήρια! Ενταξει ξερεις καμια φορα που σε "καιει" κατι και θελεις να το βγαλεις οσο το δυνατον πιο γρηγορα. Δεν δειχνει απαραιτητα δυνατοτητες, μαλλον... εγκυμονούντα εγκέφαλο Ευχαριστώ για τα καλα σου λογια Πολύ καλό σε ατμόσφαιρα αν και ο κόπος της μητέρας ένοιωσα ότι νικήθηκε υπερβολικά γρήγορα και εύκολα. Επίσης, ένα τέτοιο θέμα μπορεί να μεγαλώσει σε ολόκληρη νουβέλα, έστω και με αυτοτελείς ιστορίες. Δηλαδή, είναι κρίμα να παραμείνει απλά μια ιστοριούλα. Γιατί να μην είναι ο πιλότος ή η εισαγωγή σε ένα έπος; Για πάλεψε για μια συνέχεια. Να σου πω την αληθεια με ψιλοχαλασε κι εμενα τωρα που την ξαναδιαβασα και μετα τις επισημανσεις του Τεταρτου και τη δικη σου. Θα εδινε περισσοτερη ένταση ίσως η περιγραφη της μητέρας, της καταστασής της, του πως εφτασε στην επικληση, και ίσως μια "ιδεα" για το πως καταρρίφθηκε η προσπαθεια της. Το ενιωσα μαλλον πιο "ψυχρο" να ειναι ετσι απλα... αναπόφευκτη η ώρα του θανάτου χωρις να χρειαζεται κατι να συμβεί. Το έπος του Θανάτου; Οχι πως δε με "τρωει" αλλα μαλλον θα πρεπει να μαθω περισσοτερα απο εδω μεσα για να ξεκινησω κατι τετοιο... Οντως...με τρωει η ιδεα σου Edited May 29, 2009 by Βρασίδας Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Mindtwisted Posted September 29, 2011 Share Posted September 29, 2011 (edited) Μαμά! μαμά! Κοίτα τι βρήκα! Δεν κάνω κριτική γιατί βλέπω οτι το μέλος είναι ανενεργό εδώ και δύο χρόνια βάλε. Edited September 29, 2011 by Mindtwisted Quote Link to comment Share on other sites More sharing options...
Recommended Posts
Join the conversation
You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.