Jump to content

Τα διηγήματα εφ του 9


Recommended Posts

«Αγροτική Κουζίνα» του H. H. Loyche. Μετάφραση Π. Κούστας & Χ. Καρακούδα.

Τεύχος #423, 17 Σεπτεμβρίου 2008

 

Ένα «ευχάριστο» διήγημα που μας χαρίζει δύο «αισιόδοξα» μηνύματα: α) Η τρομοκρατία είναι η λύση των προβλημάτων της ανθρωπότητας, και β) με υπομονή, θα έχει και ο κάθε συγγραφέας τη μέρα του. Καλό να το ξέρουμε εμείς αυτό το δεύτερο.

 

Όχι, δεν γίνομαι σαρκαστικός. Απόλαυσα την ιστορία του Loyche που διαβάζεται σαν άρθρο εφημερίδας από το μέλλον, γιατί μόνο έτσι θα χωρούσε σε μέγεθος διηγήματος. Αν ήταν ταινία θα την σκηνοθετούσε ο Ρόμπερτ Άλτμαν (MASH) ή ο Τέρι Γκίλιαμ (Brazil).

 

«Οι ανεπιθύμητοι διψούν για αναγνώριση. Οι ανώνυμοι διψούν για εξουσία. Οι αδύναμοι διψούν για έλεος.» Έκρηξη και των τριών, παγκόσμιο χάος. Πλην ενός συνδυασμού μαλακτικού ρούχων με λάβα, τα περισσότερα από όσα περιγράφονται στο διήγημα έχουν συμβεί, και τα άλλα μισά στο τσακ είναι να ξεκινήσουν. Διαλέξτε παράταξη.

Link to comment
Share on other sites

«Το Γαλάζιο Φόρεμα» του Μιχάλη Μανωλιού

Τεύχος #43, 11 Απριλίου 2001

 

Δεν ξέρω από πού να το πιάσω. Η λέξη «φρίκη» που μου χάρισε το διήγημα ουδόλως αναφέρεται στην αξία του κειμένου. Είναι μια τέλεια (φοβάμαι να πω «υπέροχη») ιστορία επιστημονικής φαντασίας που σοκάρει, που σε τσακίζει και σε αποτελειώνει. Όσοι με βρίσκουν υπερβολικό μάλλον αφαιρούν τα φτερά από μύγες για να πολεμούν την ανία τους.

 

Κάποιος πηγαίνει σε έναν οργανισμό, και για πέντε ανώδυνα λεπτά από τον καιρό του, βγάζει λεφτά όσο ο μισός μηνιαίος του μισθός. Τι ακριβώς κάνει; Απλά αφήνει μια φωτοτυπία του μυαλού του (της προσωπικότητας του) στα αρχεία του οργανισμού. Εκείνη η φωτοτυπία, συνειδητή όσο και το πρωτότυπο, καταλήγει εσαεί αιχμάλωτη στα χέρια των τεχνικών του οργανισμού.

 

Στα χνάρια των εμμονών του συγγραφέα, τα πάντα για το χρήμα, ένα φουτουριστικό Χιτσκοκικό θρίλερ που παγώνει το αίμα. Το Χιτσκοκικό έχει να κάνει με την μαεστρική εναλλαγή αφηγηματικής οπτικής στην ιστορία, σε need to know basis, από το αντικείμενο στα… υποκείμενα, και πάλι στο copy-αντικείμενο, που για την συνείδηση μας δεν έπαψε ποτέ να είναι το ένα και το αυτό.

 

Και ποιος θα το έλεγε, πως ο όμορφος τίτλος είχε σχέση με… την υποταγή της θέλησης.

Link to comment
Share on other sites

«Το Γαλάζιο Φόρεμα» του Μιχάλη Μανωλιού

Τεύχος #43, 11 Απριλίου 2001

 

[...]Είναι μια τέλεια (φοβάμαι να πω «υπέροχη») ιστορία επιστημονικής φαντασίας που σοκάρει, που σε τσακίζει και σε αποτελειώνει. Όσοι με βρίσκουν υπερβολικό μάλλον αφαιρούν τα φτερά από μύγες για να πολεμούν την ανία τους.[...]

:eek:

ΟΚ, αυτό ήταν το πιο απροσδόκητο συγγραφικό κοπλιμέντο που μου έκαναν ποτέ! Ντίνο, τι θα γίνει με σένα; Το 'χεις τάμα να πάρουν τα μυαλά μου αέρα;

Τέλος πάντων. Όπως είχα πει, μετά το "Θα Είσαι Εδώ", έγραψα κι άλλες ιδέες που μέχρι τότε δεν θεωρούσα αρκετά καλές. Αυτή είναι μία απ' αυτές και δημοσιεύτηκε επίσης αργότερα στην γνωστή ανθολογία του "9". [Μάλιστα νομίζω ότι ο υπεύθυνος Άγγελος Μαστοράκης προτιμούσε το "Γαλαζίο Φόρεμα" από το "Θα Είσαι Εδώ".]

Ευχαριστώ και πάλι.

 

Υ.Γ. Απαλά με την "Σοκολάτα", ε; Γιατί είμαι στο τσακ να το καβαλήσω.

Link to comment
Share on other sites

«Στον Πλανήτη Γη, Όλα Εντάξει!» του Γιάννη Γιαννουλέα

Τεύχος #44, 18 Απριλίου 2001

Άλλη μια ιστορία, με πρόθεση χιούμορ, με εξωγήινους που προσγειώνονται τυχαία κάπου στη Γη (στη Μαγούλα Αττικής) με σκοπό να κατασκοπεύσουν τους ανθρώπους. Συναντάνε όλα τα γνωστά ευτράπελα τα οποία και ερμηνεύουν λάθος, στέλνοντας έτσι παραπλανητική αναφορά πίσω στον πλανήτη τους.

 

Πολύ σύντομο διήγημα, αν και δεν νομίζω να φταίει η διάρκεια του για την κοινότυπη και χωρίς έμπνευση παράθεση των επεισοδίων που παραθέτει. Χαραμίστηκαν και έμειναν ανεκμετάλλευτες αρκετές ιδέες που εδώ διαβάζονται σαν λίστα και μόνο. Γιατί κι εγώ να πω λέξη παραπάνω;

Link to comment
Share on other sites

«Τετάρτη Απόγευμα Για Ψώνια…» του Παναγιώτη Κούστα

Τεύχος #46, 2 Μαΐου 2001

Στο μέλλον οι Τέχνο, εικονικές προσωπικότητες τεχνικής νοημοσύνης, έχουν το δικαίωμα υποψηφιότητας σε πολιτικές εκλογές. Οι ψηφοφόροι διαλέγουν τον πολιτικό της προτίμησης τους κάνοντας τα ψώνια τους, καθώς αγοράζουν προϊόντα των οποίων σπόνσορας είναι ο εν λόγω πολιτικός. Είναι η εποχή της Δημοκρατίας της Κατανάλωσης.

 

Είναι ένας δυσάρεστος, Κουσταϊκός κόσμος, που μας μένει αξέχαστος (τα δύο ανταγωνιστικά προϊόντα που προσπαθούν με τα ΘΑ να κερδίσουν τον πελάτη) αλλά στον οποίο σίγουρα δεν θα θέλαμε να ζήσουμε (κι ας είναι και ο δικός μας στο ίδιο χάλι – μάλλον η αιτία που ταΐζει την απαισιοδοξία του συγγραφέα.) Ακόμα και ο ήρωας του, τυπικά, μόνο ήρωας δεν είναι. Βρυχάται σαν ποντικάκι χωρίς να μπορεί να υπερνικήσει τα γέλια της γυναίκας του σε βάρος του. Ο Ίαν-Αλέξανδρος είναι ένας σημερινός, και δυσαρεστημένος έλληνας, που ζει παγιδευμένος σε έναν άλλο, αντι-ανθρώπινο, αντι-ατομικό κόσμο. Μπορεί να φωνάζει την αντίσταση του, κατά πρόσωπο στη γυναίκα του, στα δύσκολα όμως, στην εμφάνιση των κατασταλτικών αρχών, δεν είναι παρά ένας αποστασιοποιημένος αστός. Μουρμουράει την εκλογική του προτίμηση, ενάντια στην τάση και τη μόδα, αγοράζοντας αμφιβόλου ποιότητας προϊόντα, δεν μπορεί όμως παρά να συμβιβαστεί όταν η αγορά αφορά την αγαπημένη του μάρκα καφέ.

Link to comment
Share on other sites

«Τετάρτη Απόγευμα Για Ψώνια…» του Παναγιώτη Κούστα

Τεύχος #46, 2 Μαΐου 2001

 

Ωραία, αφού τα ξεθάβεις όλα, να προσθέσω πληροφοριακά πως αν και η "Τετάρτη" είναι ένα από τα διηγήματα που έγραψα μάλλον για πλάκα και χωρίς ποτέ να του δώσω μεγάλη σημασία, είναι -παράδοξα- και το μοναδικό ήδη δημοσιευμένο διήγημα που έβαλα στο "Εξι Δις" (με μικρές αλλαγές για να ενταχθεί στο πλαίσιο). Ακόμα δεν ξέρω γιατί, ίσως γιατί ήταν τόσο προκλητικά "κοντρατέμπο" με το υπόλοιπο περιεχόμενο του βιβλίου. Και φυσικά, ανακάλυψα πως από αρκετούς αναγνώστες διαβάστηκε "ανάποδα", δηλαδή σαν μια ακόμα θετική εξέλιξη.

 

Όσο για το "Γαλάζιο Φόρεμα", το έχω άλλωστε πει και στον ίδιο, υποκλίνομαι...

Link to comment
Share on other sites

«Υποδιευθυντής Δ’» του Ηρακλή Τριανταφυλλίδη

Τεύχος #49, 23 Μαΐου 2001

Ακατάσχετη πολυλογία, που αμφιβάλλω κατά πόσο θα καλυτέρευε το διήγημα αν κάλυπτε την ιστορία με τις μισές λέξεις. Από την μία, μέχρι την τελευταία παράγραφο δεν είχα ιδέα τι είχε να μας πει η ιστορία, γιατί την είχαν γράψει, γιατί έπρεπε να τη διαβάσω κλπ, και από την άλλη, τα σκίτσα που κοσμούν το διήγημα φανερώνουν την έκπληξη πριν καν φτάσει ο αναγνώστης στα μισά. Και πάλι αναρωτιόμουν: «Αυτό είναι; Τόσες λέξεις γι αυτό μόνο;!»

 

Έχουμε μια εκτενή και καθημερινή περιγραφή της επαγγελματικής ζωής ενός ταχύτατα αναρριχόμενου καριερίστα, του Σπριξ, σε τμήμα κοινωνικών προγραμμάτων, προς θέση Υποδιευθυντή Β’, μετά Υποδιευθυντή Α’, μετά Διευθυντή και μετά Γενικού. Ο Σπριξ έχει ένα πρόβλημα. Τον κομπλάρει ο Υποδιευθυντής Δ’, ένας κατώτερος υπάλληλος που του φέρεται χωρίς να κομπλάρει, σαν ίσο. Και το χειρότερο, ο Στιξ για κάποιο λόγο δεν έχει το σθένος να επιπλήξει τον χαλαρό και απείθαρχο κατώτερο του. Κάνοντας ψυχανάλυση πληροφορείται πως ο Υποδιευθυντής Δ’ είναι ο μοναδικός άνθρωπος στην πτέρυγα του, σε σχέση με τους υπόλοιπους, που είναι «μοντέλα» εξελιγμένης μηχανικής.

 

Σίγουρα θα ήταν μια πιο δυνατή ιστορία αν ήταν πιο σύντομη, αν όμως είχε και χαρακτήρες με πιο προσεγμένη εμβάθυνση. Ο συγγραφέας τους παρουσιάζει όλους σαν καρικατούρες, ο πειθαρχημένος καριερίστας που ακολουθεί κατά γράμα τους κωδικούς της επιχείρησης, ο λαϊκός, χαλαρός, «ωχ αδερφέ» Υποδιευθυντής Δ’, η τσαχπίνα γραμματέας, ο αυστηρός επιθεωρητής, ο ψυχίατρος που μας αναλύει το νόημα του διηγήματος, όλοι τους θυμίζουν cartoon. Σαν αποτέλεσμα δεν μπορούμε να ταυτιστούμε έστω και λίγο με τον Σπριξ, να νιώσουμε την αγωνία του, και τέλος να τον λυπηθούμε όταν μαθαίνει εκείνος την αληθινή του ταυτότητα.

Link to comment
Share on other sites

«Ζήτημα Επικοινωνίας» του Γιώργου Γούλα

Τεύχος #51, 6 Ιουνίου 2001

 

Είπα να καλύψω τουλάχιστο τους έλληνες συγγραφείς του 9 που προηγήθηκαν αυτού του τόπικ. Θα είχα την ευκαιρία να διαβάσω τόσα και τόσα διηγήματα που προσπέρασα αδιάφορος. Αυτό με έχει επιβραβεύσει, αλλά και με έχει φέρει αναγνώσματα σαν και αυτό. Δεν θέλω να το προσπεράσω. Ίσως απλώς να το δηλώσω, για τα πρακτικά. Δίνω όμως και την λάθος εικόνα.

 

Το διήγημα κακογραμμένο δεν είναι. Είναι όμως το είδος εκείνο της επιστημονικής φαντασίας που με αφήνει αδιάφορο. Τεχνολογικό, δυσνόητο, ψυχοπλακωτικό. Με διαδυκτιακά ταξίδια, εικονικές πραγματικότητες, άχαρο μέλλον. Αναρωτιέμαι, ο συγγραφέας λατρεύει τον κόσμο που φτιάχνει ή η ανυπόφορη αίσθηση που μου δημιουργεί σχετικά με τον κόσμο του ήρωα είναι ο στόχος του; Αν η απάντηση είναι ναι στο δεύτερο, τότε το έχει πετύχει πολύ καλά. Το να μην βλέπω την ώρα να τελειώνει το «ατελείωτο» αυτό το διήγημα όμως, αυτό πως μετράει;

 

Γενικά δεν κατάλαβα τι έτρεχε με τον κεντρικό χαρακτήρα, με τον γιο του, την γυναίκα του, ποια από όλες ήταν η γυναίκα του κλπ. Κι αν υπήρξε μια ανατροπή ή αποκάλυψη στο τέλος μάλλον μου ξέφυγε.

 

Έκαστος στο είδος του ίσως. Τουλάχιστο, ευτυχώς, αυτό δεν είναι το μόνο είδος επιστημονικής φαντασίας.

Link to comment
Share on other sites

«Η Μηχανή» του Κώστα Χαρίτου

Τεύχος #56, 11 Ιουλίου 2001

 

Έξοχο διήγημα επιστημονικής φαντασίας και υποβόσκοντα τρόμου. Αν ήταν βιβλίο θα το είχε γράψει ο Στήβεν Κινγκ (εννοώντας το σαν κομπλιμέντο, και ουχί για να αφαιρέσω την αξία της πένας του Κώστα.)

 

Πολύ καλό, σε κρατάει από το λαρύγγι χωρίς να σου πετά ατμοσφαιρικά κλισέ τρόμου. Είναι μια απλή αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο, που περιέργως μοιάζει να κάνει μονόπλευρο διάλογο με τον αναγνώστη (πετυχημένο το εφέ εδώ), και από αυτή την «απλή αφήγηση» διαπιστώνεις πως όντως κάτι δεν πάει καλά. Ένας πλανήτης. Κάποιοι άποικοι. Με ελπίδες. Και η Μηχανή. Ή μάλλον οι δύο μηχανές.

 

Κι εκεί που νόμιζες πως η αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο εξασφαλίζει την ακεραιότητα του αφηγητή, ξεροκαταπίνεις όπως τον καταπίνει, μαζί κι εσένα, το σκοτάδι. Όταν τέλειωσα την ανάγνωση για λίγο είχε την αίσθηση πως με μασούσαν τεράστιες μασέλες.

 

Εύγε.

 

(Επιστρέφω με μια σοκολάτα.)

Link to comment
Share on other sites

Δεύτερη βδομάδα νήστειας, λόγω διαγωνισμού κόμιξ. Θα αρκεστούμε πάλι στις ανασκαφές του Ντίνου.

Link to comment
Share on other sites

«Η Σοκολάτα» του Μιχάλη Μανωλιού

Τεύχος #57, 18 Ιουλίου 2001

 

Παρακαλώ όσους έχουν διαβάσει το «Σάρκινο Φρούτο» του συγγραφέα να συνεισφέρουν εδώ με την κριτική τους, έχω ανάγκη από την βοήθεια τους, πριν αναγκάσω, τι άσχημο συναίσθημα, τον καλλιτέχνη να μου λύσει τις απορίες.

 

Ποια είναι Εκείνη; Ποια η σημασία της; Ο χαρακτήρας του Ρόλι σε ξεγελάει πως είναι παιδί, αλλά νομίζω συμπεραίνουμε τελικά πως είναι ενήλικας. Ήταν κάποτε αρχηγός της κοινότητας / του κοινοβίου των έγκλιστων που παρακολουθούμε; Τι έπαθε; Το σκίτσο που συνοδεύει το διήγημα με προϊδεάζει για τραύμα στο κεφάλι. Ή λοβοτομή; Ή κάποιο σοκ από την αποτυχία κάποιας επανάστασης που ηγήθηκε; Τι είδους επανάσταση και για ποιόν σκοπό;

 

Είναι, ή ήταν, η Άρτεμης γυναίκα του; Τι σκοτώνει τους έγκλειστους; (Είναι κάπου 17.000 άνθρωποι κλεισμένοι από κάποιο πεδίο σε μια πόλη, ξέχωρα από τον υπόλοιπο πληθυσμό του πλανήτη;) Το σεξ; Γιατί ο Έρικ και η Άρτεμις δεν έχουν κανένα πρόβλημα. Οι άλλοι γιατί αποφεύγουν να κοιτούν τις άλλες γυναίκες. (Χαρέμι τις είχε μήπως κάποτε ο Ρόλαντ; Δεν ξέρω τι να σκεφτώ πια.)

 

Γιατί διάολε ο Βονγκ μαζεύει τα ρολόγια (που δεν δουλεύουν) όλων πριν από κάθε συγκέντρωση;

 

Τι είναι το πεδίο Λιτμ-Σλιμπς;! Το googlαρα ελληνιστί και αγγλιστί χωρίς να λάβω καμία πληροφορία. (Αλλά και να έπαιρνα, το ότι το νόημα ενός διηγήματος θα κρυβόταν σε έναν τεχνικό όρο θα σήμαινε ένα κάρο ξύλο για τον συγγραφέα.)

 

Η απόκρυφη φράση της Ολούα «κοιτάξτε τον Ρόλι, αυτή η απειλή είναι για μας» τι σημασία έχει; Τι εννοεί η Ολούα;

 

Ήταν δύσκολη η ανάγνωση από την αρχή (χωρίς να σημαίνει πως ήταν άτεχνη η γραφή), κρυπτική, και διαισθάνθηκα πως ο συγγραφέας θα με παίδευε μεν, αλλά με αρκετά κομμάτια από το παζλ θα με αποζημίωνε με την εικόνα που θα συνέθετα στο τέλος. Κι όλο όταν πέφτανε οι διαφωτιστικές κουβέντες έμενα κι εγώ εγκλωβισμένος στον καθυστερημένο εγκέφαλο του αφηγητή πάντα στο σκοτάδι. Και όσο έβλεπα να πλησιάζω στο τέλος και τις προτάσεις να λιγοστεύουν τόσο μεγάλωνε η απελπισία μου.

 

Ο Μιχάλης Μανωλιός δεν είναι όποιος κι όποιος, ξέρει να γράφει. Εδώ όμως με βγάζει τι, ανεπαρκή αναγνώστη, φαστφουντάδικο αμερικανάκι, ανενημέρωτο, αγράμματο, κενό παιδείας; Είμαι τσαντισμένος! Τι έπρεπε να καταλάβω εδώ και κάτω από πιο πρίσμα να δω την ολοφάνερη ιστορία που μου λέει;

 

Όσοι λοιπόν το έχετε διαβάσει, θέλω να μου φορέσετε τα γυαλιά!

Edited by DinoHajiyorgi
Link to comment
Share on other sites

«Η Σοκολάτα» του Μιχάλη Μανωλιού

Τεύχος #57, 18 Ιουλίου 2001

Χαχα, Ντίνο, επιτέλους μια ανθρώπινη, φυσιολογική κριτική! Τα καλά νέα είναι ότι ως εκπρόσωπος του συγγραφέα (έχουν περάσει ούτε λίγο ούτε πολύ... 15 χρόνια από τη συγγραφή της "Σοκολάτας", οπότε δεν νιώθω ότι την έχω γράψει ακριβώς εγώ...) μπορώ να σε διαβεβαιώσω ότι για όλα τα ερωτήματά σου υπάρχουν έτοιμες, γραπτές απαντήσεις. Τις είχα γράψει κάποια στιγμή που σκεφτόμουν μετάφραση του διηγήματος σαν διευκρινίσεις προς τον μεταφραστή.

Επίσης, με τον συγγραφέα πλέον ανύπαρκτο, τέτοιες εξηγήσεις δεν μου δημιουργούν κανένα άσχημο συναίσθημα, ;) (κι ελπίζω το ίδιο να ισχύει και για σένα). Θα είχε όμως ενδιαφέρον να αφήσουμε σε όποιον θέλει την ευκαιρία να πει τι κατάλαβε. Όταν εξαντληθεί η υπομονή σου, πες το μου και θα βρέξει "αλήθεια". :rolleyes:

 

Άσχετο αλλά όχι τελείως: Αν έχω μετρήσει σωστά, στα πρώτα 57 τέυχη δημοσιεύτηκαν 15 Ελληνικά διηγήματα, δηλαδή πάνω από 25%! Ακόμα κι αν μετά έπεσε η συχνότητα των Ελλήνικών διηγημάτων, κάτι για το οποίο δεν είμαι βέβαιος, σίγουρα είναι πολύ περισσότερα απ' ότι είχαμε όλοι στο νου μας.

Link to comment
Share on other sites

Θα είχε όμως ενδιαφέρον να αφήσουμε σε όποιον θέλει την ευκαιρία να πει τι κατάλαβε. Όταν εξαντληθεί η υπομονή σου, πες το μου και θα βρέξει "αλήθεια". :rolleyes:

Μέχρι και την Κυριακή δεν θα γράψω για άλλο διήγημα, αναμένοντας. Ξέρουμε πως αρκετοί από εδώ αγόρασαν το Σάρκινο Φρούτο. Εύχομαι και ο μεσιέ nikosal.

 

Περιμένουμε σχόλια!

Link to comment
Share on other sites

«Η Σοκολάτα» του Μιχάλη Μανωλιού

Τεύχος #57, 18 Ιουλίου 2001

 

Παρακαλώ όσους έχουν διαβάσει το «Σάρκινο Φρούτο» του συγγραφέα να συνεισφέρουν εδώ με την κριτική τους, έχω ανάγκη από την βοήθεια τους, πριν αναγκάσω, τι άσχημο συναίσθημα, τον καλλιτέχνη να μου λύσει τις απορίες.

 

Είναι, ή ήταν, η Άρτεμης γυναίκα του; Τι σκοτώνει τους έγκλειστους; (Είναι κάπου 17.000 άνθρωποι κλεισμένοι από κάποιο πεδίο σε μια πόλη, ξέχωρα από τον υπόλοιπο πληθυσμό του πλανήτη;) Το σεξ; Γιατί ο Έρικ και η Άρτεμις δεν έχουν κανένα πρόβλημα. Οι άλλοι γιατί αποφεύγουν να κοιτούν τις άλλες γυναίκες. (Χαρέμι τις είχε μήπως κάποτε ο Ρόλαντ; Δεν ξέρω τι να σκεφτώ πια.)

 

Γιατί διάολε ο Βονγκ μαζεύει τα ρολόγια (που δεν δουλεύουν) όλων πριν από κάθε συγκέντρωση;

 

Τι είναι το πεδίο Λιτμ-Σλιμπς;! Το googlαρα ελληνιστί και αγγλιστί χωρίς να λάβω καμία πληροφορία. (Αλλά και να έπαιρνα, το ότι το νόημα ενός διηγήματος θα κρυβόταν σε έναν τεχνικό όρο θα σήμαινε ένα κάρο ξύλο για τον συγγραφέα.)

 

Η απόκρυφη φράση της Ολούα «κοιτάξτε τον Ρόλι, αυτή η απειλή είναι για μας» τι σημασία έχει; Τι εννοεί η Ολούα;

 

...

 

Όσοι λοιπόν το έχετε διαβάσει, θέλω να μου φορέσετε τα γυαλιά!

 

 

Ας τολμήσω... Στο κάτω-κάτω η Σοκολάτα ήταν ένα από τα διηγήματα που μου άρεσαν πάρα πολύ!

Έχω διαβάσει ολόκληρο το Σάρκινο Φρούτο πλην της Σοκολάτας, που είχα την τύχη να την ακούσω σε ανάγνωση και συζήτηση. Και μάλιστα ο λόγος που δεν τη διάβασα όταν πήρα στα χέρια μου το βιβλίο ήταν ότι ήμουνα εντελώς σίγουρη ότι τη θυμάμαι πάρα πολύ καλά.

 

Για να δούμε λοιπόν, τι μου έμεινε δέκα χρόνια μετά.

 

Ο Ρόλι είναι ενήλικας και ήταν όντως αρχηγός της ομάδας των έγκλειστων. Και βεβαίως του έκαναν κάτι κι έχει γίνει σαν παιδί. Δεν έχει και μεγάλη σημασία τι ήταν αυτό, γιατί αυτό που μετράει είναι πως επαναστάτησε και τον τιμώρησαν.

 

Επίσης δεν έχει καμία σημασία αν η Άρτεμις ήταν γυναίκα του. Σαφώς είναι η αγαπημένη του, άρα μας αρκεί. Αυτό που σκοτώνει τους έγκλειστους δεν είναι αυτό καθαυτό το σεξ, αλλά η ευχαρίστηση που τους προκαλεί. Το σημαντικότερο μέρος της τιμωρίας τους δεν είναι η φυλάκισή τους, αλλά το ότι η ευτυχία που τους αναλογεί είναι πολύ σφιχτά μετρημένη. Όποιος ξεπερνάει το όριο, πεθαίνει. Αυτό το γνωρίζουν οι υπόλοιποι και γι αυτό δεν κοιτάζουν τις άλλες γυναίκες. Όχι δηλαδή, επειδή τις είχε χαρέμι ο Ρόλι αλλά επειδή δεν πρέπει να ενδώσουν σε πειρασμούς. Αντίθετα, εκείνος, δεν γνωρίζει τι ακριβώς συμβαίνει γύρω του (εξαιτίας της επέμβασης στον εγκέφαλό του) και συμπεριφέρεται σαν παιδί.

Υποθέτω στη διανοητική κατάσταση του Ρόλι αναφέρεται και η φράση "Κοιτάξτε τον Ρόλι..."

 

Δε θυμάμαι τη λεπτομέρεια με τα ρολόγια, sorry...

 

Το πεδίο Λιτμ-Σλιμπς είναι φυσικά εφεύρεση του συγγραφέα για να ταλαιπωρήσει τους ήρωες και να ψαρώσει τους αναγνώστες. Κάτι σαν την Ψυχοϊστορία, τα ταξίδια μέσα από τις σκουλικότρυπες και τους φιλικούς εξωγήινους, άρα καλά δεν το βρήκε το google. Όταν η φήμη της Σοκολάτας ξεπεράσει κάποια κρίσιμη μάζα, μπορεί να εμφανιστεί κανένα άρθράκι στη Wikipedia... :)

 

Συνοψίζοντας, κι απ' ό,τι θυμάμαι, επειδή δεν έχω τώρα και το βιβλίο στα χέρια μου, οι έγκλειστοι δεν γνώριζαν από την αρχή πώς να μετράνε πόσο τους χρεώνεται κάθε καλή στιγμή (είτε αυτό είναι σεξ είτε είναι σοκολάτα), άρα οι περισσότεροι βρίσκονται στα όρια και μια λάθος κίνηση μπορεί να φέρει το τέλος τους. Γι αυτό και είναι ακόμα περισσότερο πικρόχολοι όταν μιλάνε στις συναντήσεις τους. Η συνάρτηση για να υπολογίζουν τα ποσά που ξοδεύουν κι αυτά που τους αναλογούν έχει δοθεί πολύ αργά από τους φύλακές τους. Είναι κι αυτό μέρος της τιμωρίας τους.

 

Αυτά περίπου. Αν δεν τα είπα καλά, ας βαρέσει πρώτα ο Μιχάλης για το θράσος και μετά ο Ντίνος για τις παραπλανητικές πληροφορίες... :whistling:

Link to comment
Share on other sites

Βάσω!

:eek:

Από τις 31/10/1999 που έγινε η ανάγνωση της "Σοκολάτας" στην ΑΛΕΦ (τότε δεν ήμουν ακόμα μέλος και φυσικά δεν ήξερα κάνεναν εκεί) έχουν περάσει... 1000... 2000... 3000... 3258 μέρες! Αν σ' αυτά τα 9 (ολογράφως: εννέα!) χρόνια πράγματι δεν έχεις διαβάσει ποτέ το διήγημα και απλώς το έχεις ακούσει μόνο μία φορά, τότε να το κοιτάξεις αυτό το πρόβλημα με τη μνήμη σου.

Γιατί το θυμάσαι σχεδόν τέλεια!

(Παρόλ' αυτά θα χρειαστούν μια - δυο λεπτομέρειες ακόμα.)

Link to comment
Share on other sites

Βάση των λιγοστών πληροφοριών που μας δίνει η Βάσω, «Η ΣΟΚΟΛΑΤΑ» αποκτά μια απίστευτη ομορφιά και μοναδικότητα σύλληψης σαν ιδέα.

 

Αλλά όχι, τσουκ-τσουκ, με τίποτα αυτό δεν βγαίνει στην ανάγνωση. Λυπάμαι. Πως θα γίνει δηλαδή; Στο τέλος του διηγήματος θα εκτυπωθεί ο αριθμός τηλεφώνου της Βάσως Χρήστου ή του συγγραφέα για να καλέσει ο αναγνώστης και να καταλάβει τι διάβασε; Και αυτό το «δεν έχει σημασία πως το ένα και γιατί το άλλο» δεν το αποδέχομαι με τίποτα.

Link to comment
Share on other sites

«Η Σοκολάτα» - The complete reverse engineering

 

ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΕΝΑΣ ΣΚΑΣΜΟΣ SPOILERS

 

Disclaimer:

 

Ο Ντίνος, και όποιος άλλος δεν κατάλαβε κάτι από αυτά που εξηγούνται παρακάτω έχει κάθε δίκιο να απορεί, ίσως και να διαμαρτύρεται. Η «Σοκολάτα» προέρχεται από μια μακρινή εποχή, όταν ο συγγραφέας (τον οποίο όπως ξαναείπα απλώς εκπροσωπώ) πίστευε ότι αν κάτι έχει αναφερθεί μια φορά σε ένα έργο, είναι δουλειά του αναγνώστη να θυμηθεί την πληροφορία και να την αξιοποιήσει για την κατανόηση του κειμένου.

 

Έχω αλλάξει άποψη.

 

Βέβαια, για να είμαι δίκαιος με το διήγημα, όσο και με τον συγγραφέα που εκπροσωπώ, πρέπει να παρατηρήσω, και φαντάζομαι θα συμφωνήσετε μαζί μου, ότι η παραπάνω τακτική έχει ένα σημαντικό πλεονέκτημα: Ο αναγνώστης που θα «σκάψει» αρκετά και θα βρει όλα αυτά που λέει ή υπονοεί ο συγγραφέας, θα ανταμειφθεί πολύ πιο πλουσιοπάροχα απ’ ότι αν η πληροφορία του σερβιριζόταν έτοιμη στο πιάτο. Και ευτυχώς, όλα αυτά τα χρόνια υπήρξαν πολλοί τέτοιοι αναγνώστες.

 

[Στην πραγματικότητα, τώρα που το ξανασκέφτομαι, δεν έχω αλλάξει ακριβώς άποψη. Τα γραπτά μου ακόμα απαιτούν από τον αναγνώστη να δουλέψει. Απλώς τώρα έχω γύρει την πλάστιγγα αρκετά υπέρ του προσπαθώντας να βρω το σημείο ιδανικής ισορροπίας, δηλαδή εκεί που τελειώνει η ενεργή συμμετοχή του αναγνώστη και αρχίζει η κούρασή του.]

 

Το μόνο σίγουρο είναι ότι η «Σοκολάτα» είναι ένα πολύ απαιτητικό διήγημα και σίγουρα ό,τι πιο πυκνό σε πληροφορία έχω γράψει. Γράφτηκε το καλοκαίρι του 1993 (σε έναν ήδη πανάρχαιο… Amstrad 1512!) για έναν διαγωνισμό διηγήματος που έκανε ένα λογοτεχνικό περιοδικό. Όντας ανίκανος να γράψω οτιδήποτε άλλο εκτός από Ε.Φ., προσπάθησα να το κάνω όσο πιο… light Ε.Φ. γινόταν, μήπως και δεν πάει τελείως άπατο.

 

Και φυσικά πήγε τελείως άπατο. (Αλλά ευτυχώς μου έμεινε το διήγημα!)

 

Το μόνο Ε.Φ. στοιχείο είναι το πεδίο «Άιτμ – Σλιμπς», που όμως δεν αποτελεί το κυρίως θέμα, το οποίο είναι αν στη ζωή αξίζει περισσότερο η διάρκεια ή η ποιότητά της. Η ιδέα του πεδίου προήλθε από την απλή παρατήρηση ότι πολλές φορές όταν περνάμε καλά (π.χ. διακοπές, διασκέδαση κλπ) ο χρόνος μάς φαίνεται ότι συστέλλεται, ενώ όταν περνάμε δυσάρεστα ή βαρετά (π.χ. σχολείο, δουλειά, στενοχώρια, πόνος) ο χρόνος μάς φαίνεται ότι διαστέλλεται.

 

Κάποια εκφραστικά λάθη έχουν φυσικά μπει επίτηδες λόγω της διανοητικής κατάστασης του αφηγητή. (Π.χ. «ούτε κι αυτοί το αρέσουν», «στην Άρτεμις».)

 

Επίσης, επειδή μου ήταν αδύνατον να το μεταφέρω από το μυαλό μου κατευθείαν στο χαρτί, είναι το πρώτο διήγημα για το οποίο έφτιαξα σκελετό. Και, ως γνωστόν, οι κακές συνήθειες δεν κόβονται εύκολα.

 

Τέλος, υπάρχουν ακόμα ένα – δυο ενδιαφέροντα στοιχεία για τη «Σοκολάτα», τα οποία όμως, όχι ως συγγραφέας, αλλά ούτε ως εκπρόσωπός του μου επιτρέπεται να αναφέρω (i.e. αν με ποτίσετε πολύ…).

 

 

Φλυάρησα όμως. Σε σχεδόν τυχαία λοιπόν σειρά, και άσχετα με το αν τα πιο πολλά τα εξήγησε η Βάσω, έχουμε και λέμε:

 

 

· Η Πόλη είναι ένα φτωχό χωριό χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα, σπουδαίες ενεργειακές πηγές και με πρακτικά ελάχιστες ανέσεις.

 

· Ένα παγκόσμιο απολυταρχικό καθεστώς, έχει κλείσει μέσα στην Πόλη περίπου 15.000 αντιφρονούντες που θεωρεί επικίνδυνους.

 

· Η Πόλη βρίσκεται μέσα σε ένα «πεδίο Άιτμ – Σλιμπς» (Itme – Slibs στα Αγγλικά για να είναι αναγραμματισμός του “Time – Bliss”) υπό την επίδραση του οποίου οι άνθρωποι όσο πιο ευτυχισμένοι είναι, τόσο λιγότερο ζουν. («…και η Άρτεμις κατάπιε και του είπε σιγά, επειδή είναι το πεδίο Ρόλαντ. Ο Τσεν είχε ζήσει καλά. Ο Τσεν έκανε πράγματα που του άρεσαν. Ήταν λέει πολλή ώρα με την Νογιόκο που την αγαπούσε και, όποτε είχε καιρό, πήγαινε στους λόφους και έκανε βόλτα και έπαιζε με τον σκύλο του», και αλλού.) Αυξημένη ευδαιμονία έχει σαν αποτέλεσμα μειωμένη διάρκεια ζωής και υπερβολική δυστυχία συντελεί σε μια βασανιστική μακροζωία. Οι έγκλειστοι στην Πόλη το γνωρίζουν αυτό. («…όλα έγιναν γρήγορα γιατί, όπως ψιθύρισε ο Βονγκ στον Έρικ, το ηθικό ήταν ήδη πολύ πεσμένο, τόσο που δεν υπήρχε σοβαρός κίνδυνος, και δεν χρειαζόταν να το ρίξουν κι άλλο».) Το καθεστώς τους έχει προμηθεύσει προσωπικές συσκευές μέτρησης των τιμών της συνάρτησης Itme – Slibs για τον καθένα τους (τα «ρολόγια» που μαζεύει και επεξεργάζεται ο Βονγκ), ώστε να ξέρουν πότε κινδυνεύουν να πεθάνουν και να φροντίζουν να δυστυχούν τόσο ώστε να κρατιούνται ζωντανοί. Τους άφησε όμως καιρό χωρίς τις συσκευές αυτές, ώστε πρακτικά να κινδυνεύουν όλοι. («Αλλά τους είχανε όλους γραμμένους. Γι' αυτό τους δώσανε την αναλυτική μορφή της συνάρτησης τόσο αργά. Για να φτάσουμε στο χείλος του γκρεμού και να παλεύουμε βδομάδα με τη βδομάδα».)

 

· Το πεδίο τους απαγορεύει επίσης να βγούνε από την Πόλη. Το καθεστώς κάνει από αέρα σποραδικές ρίψεις φαρμάκων, τσιγάρων ή άλλων αναγκαίων. Στο διήγημα αναφέρεται η ρίψη ενός φορτίου με σοκολάτες. («…σοκολάτες! Ποια ήταν η τελευταία φορά που είχανε πετάξει φάρμακα;»)

 

· Ο Ρόλυ ήταν ο αρχηγός των αντιφρονούντων. Όταν τον συνέλαβαν, τον υπέβαλαν σε κάποιο είδος επέμβασης που ελάττωσε δραματικά την αντίληψη, την μνήμη και την νοημοσύνη του. («Μα δεν έβλεπε η Άρτεμις πώς τους τον γύρισαν πίσω τον αρχηγό τους;») Μετά τον έβαλαν να ζήσει ανάμεσα στους άλλους για παραδειγματισμό. («Μετά όμως, η Ολούα είπε ότι κοιτάξτε τον Ρόλυ, αυτή η απειλή είναι για μας».) Ολόκληρη η Πόλη αποτελεί την φοβέρα για το τι περιμένει τους πολίτες έξω απ’ αυτήν αν αντισταθούν στο καθεστώς. («Πάντως ο Μπρούνο είπε ότι δεν το πιστεύει, και πως αφού στόχος τους είναι λέει να παραδειμγα- (κάτι) και να τρομοκ- τρομάξουν το λαό έξω, το κύριο όπλο τους δεν είναι ο δικός μας εγκλεισμός και η πληροφ- απομόνωση, όσο η ίδια λέει η επιβολή του πεδίου».)

 

· Ο Ρόλυ πριν την σύλληψή του τα είχε με την Λίσα («Εκείνη»), η οποία του έχει αφήσει και τον κυβάκο του (ένα τρισδιάστατο ολογραφικό πορτραίτο) για να την θυμάται. («Ο Έρικ είπε στον Ρόλυ πως το μαντίλι έγραφε πάνω λέει λάμδα - ρο. Ο Ρόλυ το κοίταξε, αλλά δεν κατάλαβε γιατί του το είπαν αυτό».) Η τύχη της Λίσα δεν διευκρινίζεται. Ίσως έχει σκοτωθεί, ίσως ήταν εκείνη που πρόδωσε τον Ρόλυ και τους συντρόφους του. Το σίγουρο είναι ότι η Λίσα είχε παράλληλα σχέση και με τον Έρικ. («Έχεις δίκιο, ήταν ένας ωραίος και μαλακός λαιμός. Ο Έρικ ξέρει πολλά.» και «Ναι!, ξέχασα, ο αρχηγός είναι μπροστά! Μην ακούσει ότι τον κεράτωνα, λες και θα καταλάβει τίποτα».) Ο Έρικ, ενώ δεν ήταν αντικαθεστωτικός, μπλέχτηκε με τους αντιφρονούντες λόγω της σχέσης του με την Λίσα. («Άσχετος! Ένας θεός ήξερε ότι, όχι μόνο δεν είχε κάνει τίποτα, αλλά δεν ήταν ούτε καν αντικαθεσ- (κάτι)»). («Ο Έρικ έβγαλε το τσιγάρο από το στόμα και φώναξε κι αυτός ότι δεν είχε καμιά σχέση μ' αυτή την Σκατοπόλη, κι ότι δεν έφταιγε κανένας άλλος αλλά ο ίδιος που δεν πρόσεχε πού την έβαζε…»)

 

· Όλοι οι έγκλειστοι στην Πόλη έχουν με κάποιο τρόπο στειρωθεί («Έτσι κι αλλιώς δεν είχε και κανένα νόημα. Ήταν κι οι δυο τους, όπως όλοι, άχρηστοι για πεδία -ή παιδιά, ο Ρόλυ δεν ήταν σίγουρος».)

 

· Ο Ρόλυ δεν θυμάται παρά ελάχιστα πράγματα. Δεν θυμάται τι είναι ο έρωτας, η στύση ή το σεξ. Δεν θυμάται τις ιδιαιτερότητες της ανατομίας των γυναικών («…γιατί η Άρτεμις, όρθια μπροστά του, είχε βγάλει και τις δυο μπλούζες της μαζί και ο Ρόλυ κοιτούσε γιατί ήταν ό,τι πιο ωραίο είχε δει ποτέ του. Δεν είχε φανταστεί ποτέ ότι μπορούσε να υπάρχει τόσο όμορφο θέαμα, αν και ο Ρόλυ δεν ήξερε να πει τι ήταν αυτό, ούτε γιατί του άρεσε τόσο…») και σίγουρα δεν θυμάται την γεύση της σοκολάτας. Σχεδόν κάθε τι είναι καινούργιο γι αυτόν.

 

· Ο Χασάν κοιτάει την Ίνγκριντ μόνο τρεις φορές σε κάθε συγκέντρωση ακριβώς επειδή του αρέσει πολύ και φοβάται το πεδίο. Το ίδιο ισχύει και για τα αστεία που κάνουν η Άρτεμις με τον Ρόλυ όταν είναι μόνοι τους. Οι απλές θωπείες επίσης αποφεύγονται για τον ίδιο λόγο. Και φυσικά, το σεξ, ως κορυφαία απόλαυση αποτελεί τον μεγαλύτερο πειρασμό και κίνδυνο λόγω του πεδίου. Ο Έρικ τώρα έχει σχέση με την Άρτεμη και της το αρνείται γι αυτόν ακριβώς τον λόγο. («…αλλά όχι, ο Έρικ λέει μόνο αν περιορίζανε αυτές τις ηλίθιες παλαβομάρες θα κατάφερναν να ζήσουν, και καλά θα κανε η Άρτεμις να κόψει και τις πολλές χαρούλες και τα αστειάκια με τον Ρόλυ, γιατί κι αυτά την φθείρανε».)

 

· Η Άρτεμις είναι η λιγότερο πρόθυμη να θυσιάσει την όποια ευτυχία της για να κερδίσει περισσότερη δυστυχισμένη ζωή. («…και προτιμούσε να ζήσει πραγματικά παρά να πεθαίνει ζωντανή κάθε μέρα, και μετά άρχισε να παρακαλάει τον Έρικ για κάτι που ο Ρόλυ δεν έπιασε…») Στο τέλος, γνωρίζοντας ότι κάτι τέτοιο πιθανότατα θα την σκότωνε («…γιατί αν γίνεται κάθε βράδυ είναι θανατηφόρο, και είδε η Άρτεμις πού έφτασε η τιμή της Άιτμ - Σλιμπς για κείνη…»), μυεί και πάλι τον Ρόλυ στον έρωτα και εκείνη όντως πεθαίνει. («…και της Άρτεμις που είχε σωπάσει. Και είχε κοιμηθεί».) («… και χάιδεψε πάλι την Άρτεμις. Αλλά εκείνη δεν κουνήθηκε καθόλου. Γιατί κοιμόταν.)

 

 

Αυτά. Φυσικά οποιεσδήποτε εξηγήσεις δεν δικαιώνουν οποιοδήποτε στυλ γραφής. Ντίνο, θα συμφωνήσω ότι είναι ένα κουραστικό για αρκετούς αναγνώστες διήγημα. Αλλά, νομίζω ότι κι εσύ θα συμφωνήσεις ότι όλες οι πληροφορίες που χρειάζεται ο (εχμ… εργατικός) αναγνώστης είναι όντως εκεί.

 

Η τρίτη δημοσίευση της «Σοκολάτας» έγινε στη συλλογή του Μάκη Πανώριου «Το Ελληνικό Φανταστικό Διήγημα», Ε’ Τόμος, Αίολος, 2004.

Link to comment
Share on other sites

Ντίνο, θα συμφωνήσω ότι είναι ένα κουραστικό για αρκετούς αναγνώστες διήγημα. Αλλά, νομίζω ότι κι εσύ θα συμφωνήσεις ότι όλες οι πληροφορίες που χρειάζεται ο (εχμ… εργατικός) αναγνώστης είναι όντως εκεί.[/font]

 

Υπάρχουν όμως σημεία, σαν το παρακάτω:

 

Τους άφησε όμως καιρό χωρίς τις συσκευές αυτές, ώστε πρακτικά να κινδυνεύουν όλοι. («Αλλά τους είχανε όλους γραμμένους. Γι' αυτό τους δώσανε την αναλυτική μορφή της συνάρτησης τόσο αργά. Για να φτάσουμε στο χείλος του γκρεμού και να παλεύουμε βδομάδα με τη βδομάδα».)

 

...που ορκίζομαι δεν θα το έπιανα και χίλιες φορές να περνούσα από πάνω του. "Αναλυτική Μορφή Συνάρτησης;!" "Αναλυτική Μορφή Συνάρτησης;!!" Πως στο καλό να μαντέψω τι ήταν αυτό;! Όπως λένε..."in english please!"

Link to comment
Share on other sites

"Αναλυτική Μορφή Συνάρτησης;!" "Αναλυτική Μορφή Συνάρτησης;!!" Πως στο καλό να μαντέψω τι ήταν αυτό;! Όπως λένε..."in english please!"

In English: Ήξεραν ότι το πεδίο "τιμωρεί" την ευτυχία - ευδαιμονία, αλλά όχι και το πώς ακριβώς το κάνει αυτό. Με ποιον ρυθμό, με τι διαφορετικούς συντελεστές βαρύτητας, και ποιους άλλους τυχόν παράγοντες (π.χ. φύλο, ηλικία, σωματική και διανοητική κατάσταση κλπ) λαμβάνει υπόψη του.

Link to comment
Share on other sites

«Σκηνή Δρόμου» του Γιώργου Παυλίδη

Τεύχος #59, 1 Αυγούστου 2001

 

Κατά έναν τρόπο, αυτό ακριβώς που λέει ο τίτλος. Σκηνικό επιστημονικής φαντασίας χωρίς υπόθεση. Ένα είδος που δεν με χαλάει ακριβώς, όχι διαφορετική εμπειρία από το να βλέπεις έναν πίνακα. Πρέπει όμως να κάνει τέτοια εντύπωση που να τον θέλω και στον τοίχο μου, να τον βλέπω κάθε μέρα.

 

Ένας λασπώδης πλανήτης. Επτά υπάλληλοι, κλεισμένοι μέσα σε ρομποτικούς Βαδιστές, διασχίζουν το τοπίο προς τις Απορροές, στόμια πηγαδιών που πάνε να ανοίξουν μετά τις λασποβροχές για την συλλογή του ραδιενεργού πλούτου που κρύβει η λάσπη. (Λόγω της διαβρωτικής φύσης του εδάφους, δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν καλώδια για χρήση από απόσταση, ούτε τηλεχειρισμός αφού ούτε ραδιοκύματα μπορούν να διαπεράσουν την λάσπη.) Εξάντληση, κουβέντες από τον ασύρματο, τεχνικές αναφορές και ερμηνείες μετρήσεων – επεισόδιο οξικής διάτρησης του ενός Βαδιστή και θάνατος του οδηγού του – συνέχιση της πορείας. Τέλος.

 

Ψεγάδι; Δεν ξέρω. Δεν νιώθω πως κέρδισα κάτι. Έχασα λίγο χρόνο διαβάζοντας το, χρόνο και διήγημα που μάλλον θα ξεχάσω σύντομα. Υπερισχύει το σκηνικό σε βάρος των χαρακτήρων (που είναι τελικά η δύναμη οποιασδήποτε ιστορίας), οι οποίοι είναι τόσο επιφανειακοί που δύσκολο να ταυτιστώ μαζί τους. Τελείως μηχανικά σκοτώνεται αυτός που εκτιμάει περισσότερο ο αφηγητής, σαν τον πιο φιλικό και ανθρώπινο. Όταν ξέρω πως άλλοι συγγραφείς έχουν πετύχει περισσότερα σε ίσο αριθμό λέξεων, δεν μπορεί, κάπου έχασε ο εδώ καλλιτέχνης.

 

[69 τεύχη μέχρι το #128.]

Edited by DinoHajiyorgi
Link to comment
Share on other sites

Προσπέρασα το «Αίθρα» του Μηχάλη Μανωλιού, Τεύχος #64, 5 Σεπτεμβρίου 2001, καθώς η ιστορία αναρτήθηκε στη Βιβλιοθήκη του φόρουμ και καλύφτηκε ήδη από κριτικές.

 

«Υπό Έλεγχο» του Γιώργου Γούλα

Τεύχος #71, 31 Οκτωβρίου 2001

Θα το προσπερνούσα κι αυτό μια και κάπου ένιωσα να χάνομαι και ίσως να μην κατάλαβα το νόημα.

 

Γνωστό το θέμα που μας διηγείται η ιστορία, καλογραμμένη όμως, και ξεκινάει με τρόπο που σου αρπάζει το ενδιαφέρον. Ο ήρωας κάνει καμάκι σε ωραία γυναίκα σε μπαρ, καταλήγουν στο διαμέρισμα του για σεξ, κι εκείνη του εξομολογείται πως είναι ανδροειδές. Εργάζονται μάλιστα στο ίδιο κτίριο, κάτω από την εποπτεία της ίδιας πολυεθνικής. Εκείνη είναι πειραματόζωο σε τμήμα καλλυντικών, ικανή να νιώθει πόνο γι αυτόν τον σκοπό, τώρα που έχουν καταργηθεί τα πειράματα σε ζώα. Τόσο εκείνη, αλλά κι εκείνος, έχουν στον εγκέφαλο τους μια «νευρωνική αράχνη» με ενσωματωμένο δέκτη που μπορεί να βραχυκυκλώσει κάθε εγκεφαλική λειτουργία σε περίπτωση όποιας παράβασης. Η αράχνη είναι επίσης πομπός χάρη στον οποίο παρακολουθούνται από την Αστυνομία Σκέψης.

 

Έχασα για λίγο το νόημα του τι αντιλαμβάνεται στο τέλος ο ήρωας σχετικά με τον ίδιο και τον παραλίγο θάνατο του, είναι λίγο μεγάλο για να το εκθέσω εδώ, αλλά τελικά η σχέση τους γίνεται αντιληπτή από τους πάνω. Σαν παρέμβαση σβήνουν μόνο την δική της μνήμη, αλλά όχι την δική του γιατί τους είναι πιο πολύτιμος σαν υπάλληλος. Και ίσως έτσι περιληπτικά ακούγεται δακρύβρεκτο μελόδραμα, ΠΟΥ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΑΠΟΓΕΙΩΘΕΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ, αλλά περνάει στην ψύχρα και το όποιο δράμα περνάει ο ήρωας στο τέλος φαντάζει επιδερμικό. Δεν ξέρω, ίσως ο συγγραφέας σπατάλησε λέξεις σε αδιάφορες πτυχές της αφήγησης και δεν μας έδωσε τίποτα σε δυνατό, ρομαντικό συναίσθημα για να νιώσουμε κι εμείς την απώλεια. Κάποιος έκανε καμάκι σε μπαρ που τελικά δεν κατέληξε πουθενά.

 

[57 τεύχη μέχρι το #128]

Link to comment
Share on other sites

«Ένας Βιομηχανικός Γιατρός» του Γιάννη Στάγκου

Τεύχος #79, 24 Δεκεμβρίου 2001

Βαρύγδουπο κοινωνικό κατηγορώ, με γνώριμα κλισέ επιστημονικής φαντασίας, και με σχεδόν ανύπαρκτη πλοκή. Ή μάλλον ο συγγραφέας ξεκινάει μια ιστορία που δεν μου είναι αδιάφορη, αλλά την παρατάει στη μέση για την Φωσκολική του καταγγελία.

 

Ένας βιομηχανικός γιατρός κάνει τους γύρους του σε μια μολυσμένη, βιομηχανική ζώνη, όπου εργάζονται και πεθαίνουν οι παραδοσιακοί άνθρωποι. Αλλού, στις γκλαμουράτες πόλεις, ζουν οι γενετικά ενισχυμένοι.

 

Σε κάποιο παράπηγμα υψώνεται σημαία που καλεί τις υπηρεσίες του γιατρού. «Τρέξτε γιατρέ κάτι τρέχει με το παιδί μου!» Ένα αγοράκι, τεσσάρων-πέντε χρόνων, έχει ένα τρίτο μάτι στο μέτωπο του. Μετάλλαξη; Ναι. Αλλά για να καλούν το γιατρό τώρα, το τρίτο μάτι πρέπει να του φύτρωσε ξαφνικά και όχι να γεννήθηκε με αυτό. Αυτή η ερώτηση είναι δική μου γιατί το ζήτημα δεν απασχολεί τον συγγραφέα. Όχι σαν απάντηση, αλλά ούτε καν σαν ερώτηση.

 

Στη συνέχεια, όταν ο γιατρός αγγίζει το τρίτο μάτι νιώθει ανεξήγητα πως «Όλη η γνώση, όλη η ιστορία των ανθρώπων φαινόταν να είναι συγκεντρωμένη εκεί σε μια πανάρχαια και αέναη σοφία.» Γιατί; Πως; Τι σημαίνει αυτό; Δεν μας αναλύεται. Μάλλον γιατί όλοι μας είμαστε εξοικειωμένοι με την έννοια «τρίτο μάτι.»

 

Αμέσως ο γιατρός αντιλαμβάνεται πως αυτό το παιδί πρέπει να προστατευτεί. Επειδή η στολή που φοράει ο γιατρός στέλνει αυτόματα αναφορές στα κεντρικά, κι επειδή παρόμοιες μεταλλάξεις εξολοθρεύονται από το σύστημα, ξέρει πως θα έρθουν τα ανδροειδή να πάρουν το αγόρι. Τώρα, όσο και αν αντιλαμβανόμαστε την αναγκαιότητα της προστασίας ενός παιδιού, εδώ παρουσιάζεται πρωταρχικής σημασίας κυρίως λόγω της μετάλλαξης του. Και η σημασία αυτής της μετάλλαξης δεν επεξηγείτε. (Όχι, οι παραδοσιακοί άνθρωποι δεν περιμένουν έναν μεσσία.)

 

Και πως κλείνει το διήγημα; Ο γιατρός, με το μωρό αγκαλιά, αντιμέτωπος με δύο πανίσχυρα ανδροειδή. Ξέρει πως δεν μπορεί να τα νικήσει. Του ζητούν το μωρό. Τους το δίνει. Τα ανδροειδή φεύγουν με το μωρό. Ο γιατρός γυρνάει και μας απευθύνεται με την καταγγελία του, κατηγορώντας μας σαν συνυπεύθυνους της κατάντιας της κοινωνίας.

Link to comment
Share on other sites

«Περσέας» του Γιάννη Ανδρεάκη

Τεύχος #80, 2 Ιανουαρίου 2002

 

Ένας ελληνικός μύθος γίνεται ωραίο, εναλλακτικό fantasy και παράλληλα αναπάντεχα συναισθηματικό διήγημα επιστημονικής φαντασίας.

 

Στην πρώτη κιόλας σελίδα ο συγγραφέας είχε την προσοχή μου και τις ανεβασμένες μου προσδοκίες. Με ελάχιστες πινελιές σκιαγράφησε έναν, σπάνιο για την ελληνική πένα, κόσμο επιστημονικής φαντασίας, και ταυτόχρονα εισήγαγε έναν κακό, ή μάλλον πολλά κακά εξωγήινα παράσιτα. Ταυτόχρονα μου παρουσίασε έναν παλιό γνώριμο ήρωα της ελληνικής μυθολογίας, σε μια νέα, ανανεωμένη γραφή.

 

Αποικισμένοι αστεροειδείς με πόλεις και καλλιεργήσιμες εκτάσεις μέσα σε διάφανους θόλους γίνονται στόχος εξωγήινων οντοτήτων που αποδεκατίζουν τα γενετικά τροποποιημένα ζωντανά τους. Στέλνεται ένας Περσέας να βρει την «μάνα» των παρασίτων, ενώ παρακολουθούμε παράλληλα και τον άλλον Περσέα, στην πορεία του να εξοντώσει την Μέδουσα. Δύο ιστορίες, μία (και καλοδεχούμενη) ανατρεπτική κατάληξη.

Link to comment
Share on other sites

«Virtual Mortality» του Στέλιου Καλογεράκη

Τεύχος #96, 24 Απριλίου 2002

 

(Ο τίτλος είναι στα αγγλικά, και περιέργως η γραφή σού δίνει την αίσθηση μεταφρασμένου κειμένου.)

 

Μια υπάλληλος ιστορικής έρευνας περνάει από Γνωστική Αναβάθμιση, δηλαδή μια μέθοδο στην οποία ο μυαλό της εμφυτεύεται με πληθώρα γνώσεων (βιβλιογραφία, αρχαιολογικές ανασκαφές, ευρήματα κλπ). Κανείς δεν την προειδοποιεί για τους κινδύνους, εδώ μια ομάδα από χάκερς που αντιτίθενται στις εγκεφαλικές αναβαθμίσεις. Έχουν την μέθοδο να μπαίνουν στο σύστημα και να κλέβουν επιλεκτικά μνήμες όσων περνούν την διαδικασία.

 

Η ηρωίδα αρχίζει να χάνει την προσωπικότητα της, καθώς τις λείπουν μνήμες που καθορίζουν την ανθρωπιά της.

 

Το διήγημα με κέρδισε σαν μια ανατριχιαστική ιστορία τρόμου, με έχασε όμως τελείως στο συνωμοσιολογικό της σκέλος. Ο συγγραφέας αναλίσκεται, κι εκεί στοχεύει για την κορύφωση του δράματος του, στις προσπάθειες της ηρωίδας να διαδώσει την ιστορία της, να προειδοποιήσει τον κόσμο πως η γνωστική αναβάθμιση δεν είναι ασφαλής, με αποτέλεσμα να γίνει στόχος του οργανισμού που την εφαρμόζει.

 

Το πιο ανατριχιαστικό κομμάτι του διηγήματος, εκεί που η ηρωίδα διαπιστώνει (χρησιμοποιώντας μια κάμερα στο διαμέρισμα της) πως τις στιγμές που νόμιζε πως έχανε τις αισθήσεις της, στην πραγματικότητα κυκλοφορούσε με γυάλινο βλέμμα σαν το ζόμπι, αυτό το περνάει στα ξυστά. Οι επιπτώσεις στην ίδια είναι το αληθινό ζουμί της ιστορίας, το μόνο αληθινό δράμα, καθώς εμείς που διαβάζουμε και γράφουμε ξέρουμε πόσο πολύτιμο εργαλείο είναι το μυαλό και τι σημαίνει η απώλεια του. Μια εταιρική συνωμοσία εναντίον μας φαντάζει περισσότερο σαν χιλιοπαιγμένη Χολιγουντιανή παράνοια.

Link to comment
Share on other sites

Join the conversation

You can post now and register later. If you have an account, sign in now to post with your account.

Guest
Reply to this topic...

×   Pasted as rich text.   Paste as plain text instead

  Only 75 emoji are allowed.

×   Your link has been automatically embedded.   Display as a link instead

×   Your previous content has been restored.   Clear editor

×   You cannot paste images directly. Upload or insert images from URL.

Loading...
 Share

×
×
  • Create New...

Important Information

You agree to the Terms of Use, Privacy Policy and Guidelines. We have placed cookies on your device to help make this website better. You can adjust your cookie settings, otherwise we'll assume you're okay to continue..